Σάββατο 10 Ιουλίου 2021

Περί προσευχής (Αγ.Γρηγόριος Παλαμάς) Μεσογαίας Νικόλαος

Η χρήση λογικής και νοεράς ενέργειας του ανθρώπου κατά τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά -1 Γέροντας Εφραίμ, Καθηγούμενος Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου

 

30 Μαρτίου 2014

Η Χρήση Λογικής και Νοεράς Ενέργειας του Ανθρώπου κατά τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά

(Επεξεργασμένο κείμενο από την Στρογγυλή Τράπεζα του Β  Διεθνοῦς Επιστημονικού Συνεδρίου «Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στην ιστορία και το παρόν», Λεμεσός 5-7 Νοεμβρίου 1999)

Συνέχομαι όλος από πόθο και τρόμο, όταν μελετώ η όταν πρόκειται να μιλήσω για τον μεγάλο θεολόγο και Πατέρα της Εκκλησίας μας, τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά. Πόθο, γιατί αυτός ο άγιος εκφράζει κατά ένα μοναδικό τρόπο την Πατερική θεολογική σκέψη ως προς την ακριβή και αναλυτική διδασκαλία των Τριαδολογικών και Χριστολογικών δογμάτων, αλλά και αποκαλύπτει και ερμηνεύει δυσεξιχνίαστες ανθρωπολογικές αλήθειες. Τρόμο ιερό αισθάνομαι, γιατί φοβούμαι μήπως παρερμηνεύσω κάτι από την διδασκαλία και την χαρισματική ζωή του αγίου. Θαρρώντας όμως στις πρεσβείες του προχωρώ στην κατά το δυνατόν ανάπτυξη, μέσα στα όρια του χρόνου που μου προσφέρεται, του τόσο λεπτού και σημαντικού θέματός μας, που άπτεται του βιώματος της χριστιανικής ζωής.

B·UO?·E‰EOO1

Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς στην δεύτερη ομιλία του για τα Εισόδια, όπου παρουσιάζει το πρόσωπο της Θεοτόκου ως πρότυπο ησυχαστικής ζωής, ομιλεί αναλυτικά περί των πέντε δυνάμεων της ψυχής· αίσθησης, φαντασίας, δόξας, διάνοιας, νου[1]. Εκεί ο μεγάλος αυτός ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής διευκρινίζει ότι διάνοια είναι η λογική δύναμη που ολοκληρώνει με διάφορους διεξοδικούς συλλογισμούς την δόξα δηλαδή την γνώμη[2], και έχει ως έδρα της τον εγκέφαλο[3]. Ο νους είναι αυτοτελής ουσία που έχει ως κύρια ενέργειά του, την νοερά· όταν όμως εκπίπτει από αυτή την κίνηση, περιορίζεται στην διανοητική και μόνο ζωή[4].

Ο άνθρωπος έχει δύο ψυχικούς οφθαλμούς[5]. Ο πρώτος είναι η διάνοια που έχει ως επιστητό της την κτιστή γνώση. Όμως με την διάνοιά του ο άνθρωπος μπορεί να μελετά και το Άκτιστο, να ενασχολείται, κάτω από προϋποθέσεις, με διάφορες πνευματικές “θεωρίες”[6]. Η διάνοια δεν αποτελεί τον κύριο οφθαλμό της ψυχής, γιατί δεν μπορεί να γνωρίσει εμπειρικά τους επουράνιους θησαυρούς· αυτή «τα αισθητά και τα νοερά επίσης διανοητά δι’ εαυτής ποιεί»[7]. Ο δεύτερος ψυχικός οφθαλμός είναι ο νους, δηλαδή η νοερά ενέργεια μέσα στην καρδιά του ανθρώπου με την οποία επιτυγχάνεται η θεία εποψία και η εμπειρική γνώση του Θεού δια των ακτίστων θεοποιών ενεργειών του Θεού[8].

Η άσκηση των αρετών έχει ως σκοπό την ένωση του ανθρώπου με τον Θεό δια της ακτίστου Χάριτός Του. Με τις αρετές μπορούμε να οδηγηθούμε στην προς τον Θεόν ομοίωση· δίχως όμως την επίτευξη της αισθητής, οντολογικής[9] κατά Χάριν ενώσεως δεν πετυχαίνουμε, δεν “πάσχομεν” την θέωση[10].

Μετά την πτώση των Πρωτοπλάστων διαταράχθηκαν και διασπάσθησαν οι ψυχικές δυνάμεις του ανθρώπου[11]. Οι δυνάμεις αυτές, και ιδιαίτερα η νοερά, πρέπει τώρα με την Χάρη του Θεού και την συνέργεια του ανθρώπου να αποκατασταθούν και να ενοποιηθούν μέσα στον χώρο της καρδίας, που αποτελεί το πνευματικό κέντρο του ανθρωπίνου προσώπου, τον θρόνο της Θείας Χάριτος[12]. Με τον τρόπο αυτόν ξαναβρίσκει ο άνθρωπος «το αρχαίο εκείνο κάλλος»[13] και θεραπεύεται το ανθρώπινο πρόσωπο[14].

Κατά τον Παλαμά ο νους του ανθρώπου έχει ουσία και ενέργεια όπως και ο Θεός[15]. Η ουσία του νου, που εδρεύει στην καρδιά[16], στο «πρώτον σαρκικόν λογιστικόν όργανον»[17], είναι αμετάβατη «μηδέποτε εαυτήν απολείπουσα»[18]. Η ενέργεια όμως του νου μεταβαίνει[19] και διαχέεται έξω δια των αισθήσεων και των λογισμών. Την ενέργεια αυτή προσπαθεί να επαναφέρει στην ουσία ο ασκητής με την νοερά προσευχή, ώστε ο νους να επιστρέψει στον εαυτό του και κατόπιν να ενωθεί με τον Θεό[20]. Μπορεί σε κάποιον να λειτουργεί αυτή η νοερά ενέργεια, αλλά επειδή δεν γνωρίζει την Πατερική διδασκαλία, να μην έχει συνειδητοποιήσει τι συμβαίνει ακριβώς στον χώρο της καρδίας του· έχει όμως σίγουρα την αίσθηση καρδιακών θείων βιωμάτων.

Η ένωση του κτιστού ανθρώπου με τον άκτιστο Θεό διαμέσου της νοεράς ενέργειας στην καρδιά του ανθρώπου δεν μπορεί να γίνει χωρίς την Χάρη του Θεού. Ούτε την ύπαρξη της νοεράς ενέργειας μπορεί να αντιληφθεί ο άνθρωπος χωρίς την ενέργεια της θείας Χάριτος[21]. Μπορούμε να πούμε ότι η νοερά ενέργεια αποτελεί τον δείκτη ευρέσεως της Χάριτος του Θεού[22]. Αυτός που μετέχει, κοινωνεί με την άκτιστη θεοποιό ενέργεια, γνωρίζει εμπειρικά την νοερά ενέργεια της ψυχής του μέσα στην καρδιά του κατά την προσευχή[23].

Θα πρέπει να τονίσουμε ότι η λογική ενέργεια του ανθρώπου, όταν θεωρείται ως αυθεντία στην έρευνά της για το Άκτιστο, μπορεί να δημιουργήσει πλάνη, που σχετίζεται με τρεις κατηγορίες ανθρώπων και έχει αντίκτυπο στην πνευματική τους ζωή.

[Συνεχίζεται]

[1] Γρηγορίου Παλαμά, Ομιλίαι ΚΒ , εκδ. Σοφοκλέους του εξ Οικονόμων, Αθήνησι 1861, Ομιλία 53, από την 35 παράγραφο, σ. 172 κ. ε. Περί της διακρίσεως των όρων νους, διάνοια, καρδιά, ψυχή βλ. Μητροπ. Ναυπάκτου Ιεροθέου, Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία, Α  ἔκδ. 1986, σ. 91-228, όπου στις σ. 111-117 επισημαίνεται ότι οι Πατέρες πολλές φορές εναλλάσσουν τους όρους χαρακτηρίζοντας τον νου, άλλοτε ως διάνοια η νοερά ενέργεια της ψυχής, άλλοτε ως ουσία της ψυχής. Στην Δυτική θεολογία ο νους εκλαμβάνεται πάντοτε ως διάνοια και λογική. Για τους θεολόγους της Δύσεως είναι “ανύπαρκτη” η νοερά ενέργεια. Ενδεικτικά σημειώνουμε: «Νους λέγεται και η του νου ενέργεια εν λογισμοίς συνισταμένη και νοήμασι. Νους εστι και η ενεργούσα ταύτα δύναμις, ήτις και καρδία καλείται παρά της Γραφής». Τρία κεφάλαια περί προσευχής και καθαρότητος καρδίας 3, Γρηγορίου του Παλαμά, Συγγράμματα, επιμ. Π. Χρήστου, τομ. Ε , 1992, σ. 159 (στο εξής Συγγράμματα). «Όταν δε απαιτώμεθα ειπείν τι νους και τι διάνοια, τον μεν νουν ουσίαν λέγομεν, την δε διάνοιαν ουσιώδη ενέργειαν… αλλ’ ουκ έστι ποτέ χωρίς νου η διάνοια». Επίτομος διήγησις Φακρασή Πρωτοστράτορος 26, Συγγράμματα, τομ. Δ , 1988, σ. 229. Και αγίου Ισαάκ Σύρου, Λόγος 83, εκδ. Σπετσιέρη, σ. 320 «Ο μεν γαρ νους μία εστί των της ψυχής αισθήσεων· η δε καρδία εστίν η περιέχουσα και κρατούσα τας ένδον αισθήσεις. Και αύτη εστίν η ρίζα».
[2] «Διάνοια δε λογική μεν εστιν αεί, διεξοδικώς δε πρόεισιν εις την μετά λόγου δόξαν αποτελευτώσα». Ομιλία 53, 36, Οικονόμου, σ. 174.
[3] «Πάσαι δ’ αύται δι’ οργάνου πρώτου συνειστήκασι και ενεργούσι του ψυχικού εν εγκεφάλω πνεύματος». Ο.π.
[4] «Νου δε όργανον ουδέν εστιν, αλλ’ αυτοτελής εστιν ουσία και καθ’ εαυτήν ούσα ενεργητική, ει και προς την κατά διάνοιαν ψυχικήν τε και ανελιγμένην ζωήν υποκαταβιβάζει εαυτόν». Ο.π. Για την διευκρίνηση των ενεργειών της ψυχής σε μια σύγχρονη ορολογία και διατύπωση βλ. Χρυσοστόμου Μοναχού Διονυσιάτου, Θεός Λόγος και ανθρώπινος λόγος, Άγιον Όρος 1998. Το παρακάτω θα μπορούσε να ήταν ερμηνεία του ως άνω χωρίου του Παλαμά: «Όταν η ενέργεια του νοός εγκλωβίζεται στην αίσθηση η τον λόγο, η διανόηση (λογική ενέργεια) λειτουργεί ως υποκατάστατο της νοήσεως (νοεράς ενέργειας). Η διάνοια υπολείπεται από τον νου σε δυνατότητες, διότι πάντοτε ενεργεί δια-λογιζόμενη, ποτέ ενορατικά», σ. 47.
[5] Πρβλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 2,3,15, Συγγράμματα, τομ. Α , σ.551.
[6] Πολυσήμαντη είναι η λέξη “θεωρία”, η “άληκτος γνώσις” στην Πατερική ορολογία. Άλλοτε σημαίνει την φυσική θεωρία, την φυσική αποκάλυψη του Θεού (όχι βέβαια την analogia entis της δυτικής θεολογίας) που γίνεται μέσω των λόγων των όντων με την λογική και είναι ο καταφατικός τρόπος, μία ευθεία κίνηση της ανθρώπινης διάνοιας διαμέσου της κτίσεως προς τον Θεό. Άλλοτε σημαίνει την θέα του Θεού, είτε «δι’ εσόπτρου και εν αινίγματι» στο στάδιο του φωτισμού, είτε «πρόσωπον προς πρόσωπον» στην θέωση και είναι ο αποφατικός τρόπος, η ελικοειδής η κυκλική κίνηση του νου προς τον Θεό. Η θεωρία γίνεται “αυτοκίνητη” η “κατ’ επιβολήν”, όταν ο άνθρωπος από μόνος του δημιουργεί στην διάνοιά του διάφορες έννοιες που απορρέουν από τις γνώσεις περί των ευεργεσιών του Θεού, θανάτου και κρίσεως, των αισθητών και νοητών όντων, ενσάρκου οικονομίας του Θεού και των λοιπών περί Θεού δογμάτων, αρχικά χωρίς την συμμετοχή της Χάριτος, και “ετεροκίνητη” η “κατά παραδοχήν”, όταν δια της Χάριτος που ενεργεί στην καρδιά αρπάζεται η διάνοια σε θεωρία χωρίς την θέληση του ανθρώπου. Για την διάκριση των δύο αυτών θεωριών και την υπεροχή της δευτέρας βλ. στο έργο των αγίων Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, «Μέθοδος και κανών ακριβής», Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, εκδ. Αστήρ 1961, τομ. Δ , κεφ. 68, σ. 262.
[7]  Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1,3,34, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 445.
[8] «Της ουν καθ’ εαυτόν ενεργείας γενόμενος ο νους, ήτις εστίν η προς εαυτόν στροφή και τήρησις, δι’ αυτής υπεραναβαίνων εαυτόν, και Θεώ συγγένοιτ’ αν». Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1,3,45, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 457.

[9] Η χρήση του όρου “οντολογικός” γίνεται υπό την έννοια του “πραγματικός”, “ουσιαστικός”, “υπαρκτικός” και πρέπει να αντιδιαστέλλεται από την “οντολογία” της Δυτικής θεολογίας, όπου συνήθως εννοείται η αναλογία των όντων (analogia entis), δια της οποίας ο άνθρωπος μπορεί από την μελέτη των όντων να αναχθεί στα δήθεν αρχέτυπά τους που βρίσκονται μέσα στην ουσία του Θεού· προφανής επίδραση της μεταφυσικής του Νεοπλατωνισμού στην Δυτική θεολογία. Κάλλιστα μπορούμε να ομιλούμε για οντολογία αναφερόμενοι στις σχέσεις, στους λόγους των κτιστών όντων (πρβλ. την οντολογία του αγίου Μαξίμου Ομολογητού), αλλά είναι ριψοκίνδυνο, όταν μιλούμε για οντολογικές σχέσεις με την Αγία Τριάδα. Κανένας Πατέρας δεν το έχει τολμήσει, αφού για τους Πατέρες ο Θεός δεν θεωρείται τόσο “ον”, “ύπαρξη”, αλλά κυρίως ως “μη Ον”, και συνεπώς δεν υπόκειται σε γνωστές, διανοητικές, επίγειες οντολογικές σχέσεις. Βλ. αγίου Ιω. Δαμασκηνού: «Οικειότερον δε μάλλον εκ της πάντων αφαιρέσεως ποιείσθαι τον λόγον· ουδέν γαρ των όντων εστίν, ου ως μη ων, αλλ’ ως υπέρ πάντα τα όντα και υπέρ αυτό το είναι ων». Έκδοσις ακριβής ορθοδόξου πίστεως 1, 4, PG 94, 800BC.
[10] «Δει μεν γαρ ημίν ομοιώσεως, ως εναρμονίως σχώμεν προς την ένωσιν εκείνην, δι’ ης η θέωσις τελείται. Χωρίς δε της ενώσεως η ομοίωσις ουκ αποχρήσει προς θέωσιν». Περί θεοποιού μεθέξεως 7, Συγγράμματα, τομ. Β , σ. 142.
[11] Οι Ρωμαιοκαθολικοί ισχυρίζονται ότι μετά την πτώση παρέμεινε άθικτη η ανθρώπινη φύση. (Πρβλ. π. Ιω. Ρωμανίδη, Το Προπατορικόν αμάρτημα 31992, σ. 156). Δηλαδή ότι με την παράβαση έγινε ένα λάθος από την λογική του ανθρώπου και η θεραπεία της ανθρώπινης προσωπικότητας έγκειται στην διόρθωση της λογικής. Από εδώ αρχίζει όλη η λογικοκρατία της Δυτικής θεολογήσεως, ώστε να αποδεχθεί και να δογματίσει την θέση του Θωμά Ακινάτη ότι η ανθρώπινη λογική συμφωνεί με την θεία αποκάλυψη (πρβλ. Στ. Παπαδοπούλου, Ελλ. μεταφρ. θωμιστ. έργων – Φιλοθωμισταί & αντιθωμ. εν Βυζαντίω, Αθήναι 1967, σ. 126-127). Αντίθετα οι Διαμαρτυρόμενοι και Προτεστάντες θεωρώντας ότι με την πτώση διεστράφη πλήρως η ανθρώπινη προσωπικότητα, ακόμα και αυτή η προαίρεση, το αυτεξούσιο, οδηγούνται στον απόλυτο προορισμό (Καλβίνος, Λούθηρος).

[12] Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1,2,3, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 396.

[13]«Προύργου δε αυτοίς η του νου προς εαυτόν επιστροφή και σύννευσις, μάλλον δε πασών των της ψυχής δυνάμεων, ει και θαυμαστόν ειπείν, προς τον νουν επιστροφή και η κατ’ αυτόν τε και Θεόν ενέργεια, δι’ ης επεσκευασμένοι προς το πρωτότυπον ευ διατίθενται, το αρχαίο εκείνο και αμήχανον κάλλος, επανθούσης της Χάριτος». Αντιρρητικός προς Ακίνδυνον 7,40, Συγγράμματα, τομ. Γ , σ. 492.

[14]«Η κλήσις του Κυρίου απευθύνεται πρωτίστως εις την καρδίαν, το πνευματικόν κέντρον του προσώπου… Η φλοξ της αγάπης ελκύει ολοτελώς τον νουν εις την καρδίαν και τακείς ούτος δια της φλογός ταύτης ενούται μετά της καρδίας εις εν και θεωρεί το Είναι εν τω Φωτί της Θείας Αγάπης. Ο άνθρωπος “ενοποιείται”, θεραπεύεται». Αρχιμ. Σωφρονίου, Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστι, Έσσεξ Αγγλίας 1992, σ. 272-273.

[15]«Άλλο μεν ουσία νου, άλλο δε ενέργεια». Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1,2,5, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 397.

[16]Ο ησυχαστής Κάλλιστος Αγγελικούδης (β  μισὸ του 14ου αι.) στο αντιρρητικό του έργο Κατά Θωμά ορίζει την καρδιά ως «το περιεκτικόν των της ψυχής απασών δυνάμεων». Στυλ. Παπαδόπουλου, Ορθόδοξη & Σχολαστική Θεολογία, Αθήναι χ.χρ., κεφ. 381, σ. 201. Ο άγιος Νικόδημος Αγιορείτης την ορίζει ως κέντρο φυσικό, παραφυσικό, υπερφυσικό. Bλ. Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον, εκδ. «Ο άγιος Νικόδημος», Αθήναι χ.χρ., σ. 110-115.

[17]Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1,2,3, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 396.

[18]Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 2,2,26, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 533.
[19] Ο.π.

[20] Ο άγιος Γρηγόριος στο Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1,2,5, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 398, χρησιμοποιεί το κλασικό χωρίο από την επιστολή του Μ. Βασιλείου, Προς Γρηγόριον Θεολόγον 2,2, PG 32, 228Α: «Νους μη σκεδαννύμενος επί τα έξω επάνεισι προς εαυτόν, δι’ εαυτού προς τον Θεόν». Πρβλ. και Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 2,2,25, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 532, στ. 27-30.
[21] «Ούτω και ο νους αν η νοεράν έχων αίσθησιν ορώη καθ’ εαυτόν ενεργεία γένοιτο μη του θείου μετασχών φωτός», Αντιρρητικός προς Ακίνδυνον 7, 33, Συγγράμματα, τομ. Γ , σ. 485. Επίσης βλ. στο Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1, 3, 46, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 458 «χωρίς (το άκτιστο φως) ουδ’ αν νους η νοεράν έχων αίσθησιν ορώη τοις υπέρ εαυτόν ενούμενος καθάπερ ουδέ οφθαλμός σώματος του κατ’ αίσθησιν φωτός χωρίς».
[22] «Η χάρις του Θεού βλέπεται νοερώς και γνωρίζεται εν αισθήσει νοός μόνον εν ώρα της προσευχής». Γέροντος Ιωσήφ Ησυχαστού, Έκφρασις Μοναχικής Εμπειρίας, 41992, σ. 335. Βλ. και του αρχιμ. Εφραίμ, Προηγουμένου Ι. Μονής Φιλοθέου, «όπου η ενέργεια της ευχής, εκεί ο Χριστός συν τω Πατρί και τω Αγίω Πνεύματι, η ομοούσιος και αδιαίρετος Αγία Τριας». «Κεφάλαια περί προσευχής», στο περιοδικό Σύναξη 10 (1984), σ. 43, κεφ. β.
[23] Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης συστήνει σε αυτόν που λέγει την μονολόγιστο ευχή, το Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με, «ο λόγος να μελετά την ευχήν αυτήν, ο δε νους να καταβιβάζη την νοεράν ενέργειάν του μέσα εις την καρδίαν και να προσέχη νοερώς με όλην την δύναμίν  του». Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, εκδ. «Ο άγιος Νικόδημος», Αθήναι χ.χρ., σ. 44-45.

Αγάπησε την άσκηση, μέσα από τους λόγους του Αββά Ισαάκ

 


Της Ολυμπίας
αποκλειστικά για την katanixi.gr

“Έτσι, το πρόσωπο του ανθρώπου γίνεται φωτεινό, σαν να βρίσκεται κοντά στην ακτινοβολία της φλόγας και διανθίζεται από χαρά” (Αββάς ο Ισαάκ ο Σύρος)

Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr

Ζ΄ Μέρος

Πολλές φορές ενώ ο άνθρωπος βρίσκεται γονατιστός στην προσευχή, έχοντας τα χέρια του απλωμένα στον ουρανό και ατενίζοντας στον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου Ιησού Χριστού, έχει πραγματικά συγκεντρωμένες όλες τις ενθυμήσεις και τον νου του, στον Θεό. (10)

Τότε που δέεται και παρακαλεί με κ α τ ά νυ ξ η και δ ά κ ρ υ α τον Θεό, την ώρα αυτή έρχεται στην καρδιά ηδονή και άπειρη γλυκύτητα, και παραλύουν τα μέλη του σώματος…

Οι οφθαλμοί του σκεπάζονται, το πρόσωπο κλίνει προς την γη, οι ενθυμήσεις και οι λογισμοί του μεταλλάσσονται, από την πολλήν χαρά που κινείται σε όλο του το σώμα».

Όσο περισσότερο ο (ορθόδοξος) χριστιανός αγωνίζεται στα πνευματικά και με την χάρη του Θεού προχωρεί, τόσο περισσότερο η διάνοια και η καρδιά και η ψυχή του θα αποβάλλει την ασχήμια.

Θα αποβάλλει και το σκοτάδι της αμαρτίας και της εμπαθούς καταστάσεως και θα γεμίσει από το φως και την ομορφιά του Τριαδικού Θεού.

Όλη του η ζωή θα στρέφεται γύρω από τον Θεό.

Ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος περιγράφει την πνευματική αυτή κατάσταση ως εξής:

«Όσο ο άνθρωπος καταφρονεί τον παρόντα κόσμο και καταγίνεται στον φόβο του Θεού με σπουδή, τόσο περισσότερο η Θεία Πρόνοια πλησιάζει σε αυτόν και μυστικώς αισθάνεται την βοήθειά της και δίνονται σε αυτόν καθαροί λογισμοί…

Το θεμέλιο όλων των καλών και θεαρέστων έργων και η ανάκληση της ψυχής από την αιχμαλωσία του διαβόλου και η οδός που φέρνει τον άνθρωπο στο φως και στην ζωή, συνίσταται στα ακόλουθα δύο:

-Πρώτον στο να μπορεί να συγκεντρώνει κανείς τον εαυτό του και να ησυχάζει σε ένα τόπο.

-Δεύτερον στο να νηστεύει, δηλαδή να βάλει κανόνα εγκράτειας στον εαυτό του…

Και ο ίδιος προσευχόμενος αδιαλείπτως να καταγίνεται στην φροντίδα και μελέτη του Θεού».

Ο άνθρωπος που κατόρθωσε μετά πολλών πνευματικών αγώνων να καθαρίσει την καρδιά του και την ψυχή του από τις ρίζες των παθών και των αμαρτωλών επιθυμιών, θα αισθανθεί την αγάπη του Θεού να τον πλημμυρίζει και να τον μεταμορφώνει ολοκληρωτικά σε μία νέα φωτεινή προσωπικότητα.

Αυτήν την Θεϊκή αλλοίωση που υφίσταται ο κάθε ένας πιστός, που αγωνίσθηκε τον πνευματικόν αγώνα και αναδείχθηκε νικητής, αξιωθείς της παρουσίας του Θεού, μας την περιγράφει ο αββάς Ισαάκ ως εξής:

-«Ανάλογα με την ένταση της επελθούσης αγάπης του Θεού παρατηρείται στον άνθρωπο αυτό μία ασυνήθιστη αλλοίωση και μεταβολή. Η εσωτερική αυτή αλλοίωση γίνεται αισθητή και από ορισμένα εξωτερικά γνωρίσματα.

Έτσι, το πρόσωπο του ανθρώπου γίνεται φωτεινό, σαν να βρίσκεται κοντά στην ακτινοβολία της φλόγας και διανθίζεται από χαρά.

Το σώμα του θερμαίνεται

Από τον άνθρωπο που κατελήφθη και αισθάνθηκε την συντριπτική αυτή αγάπη προς τον Θεό, αναχωρεί πλέον ο φόβος και η ντροπή, διότι εφ’ όσον αγαπά τον Θεό ούτε Τον φοβάται ούτε νοιώθει συστολή μπροστά Του.

Επίσης εξαφανίζεται από τον άνθρωπο αυτόν η δύναμη που αποσπά τον νου του σε άλλες σκέψεις, διότι έχει πλέον απορροφηθεί από τον Θεό»”.

Όποιος έχει αγαπήσει την προσευχή μπορεί εύκολα να κατανοήσει τους λόγους του Αγίου Ισαάκ του Σύρου και την προσπάθειά του να μας οδηγήσει πολύ ψηλά, εκεί στον Παράδεισο με την νοερά ευχή και την αδιάλειπτη προσευχή.

Εκεί όπου στέκονται οι Άγιοι Άγγελοι και όλοι οι Άγιοι, οι οποίοι δοξολογούν ακατάπαυστα τον Ουράνιο Βασιλιά και Δεσπότη Κύριο Ιησού Χριστό.

Εμεις οι ορθόδοξοι πιστοί έχουμε ως πνευματική κληρονομιά και ιερή παρακαταθήκη την ωραιότερη προσευχή:

«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν».

Ας ευχηθούμε και εμείς αδέλφια μου, να αναλάβουμε με ζέση τον πνευματικό αγώνα που μας περιμένει, σε όλα τα δύσκολα γεγονότα που έρχονται.

Εμείς να τα αντιμετωπίσουμε με πνευματικό τρόπο όπως μας δίδαξαν οι Άγιοι Πατέρες και ο άγιος Πνευματικός μας, ο μακαριστός π. Νικόλαος Μανώλης, ο οποίος αναπαύεται κοντά στον Κύριο της δόξης.

Να αγωνιστούμε με υπευθυνότητα ώστε να βγούμε νικητές ενάντια στα πάθη μας, και να εξαλείψουμε τις αμαρτίες μας με το Μυστήριο της μετανοίας και της εξομολογήσεως.

Να αξιωθούμε από τον Τριαδικό Θεό του Αγίου Φωτός, της Θείας Πρόνοιας, της Θείας Δικαιοσύνης και την παρουσία της Θείας χάριτος, ώστε με χαρά να απολαύσουμε την γλυκιά και Αγία παρουσία Του, εντός μας.

Αυτή η Θεία Αγάπη θα κατακλύζει εσωτερικά και θα οδηγεί την ψυχή μας, σε πνευματική αλλοίωση, ώστε όλη μας η ύπαρξη να έχει ταυτιστεί με το θέλημα του Θεού.

Ας θυμόμαστε την παρακαταθήκη του αγίου μας Πνευματικού πατέρα που είναι η τέλεια υπακοή, η ταπείνωση, και η νοερά ευχή, με βάση την αδιαπραγμάτευτη και ανόθευτη Ορθόδοξη Πίστη.

Αυτό που επίσης επιθύμησε με θέρμη ο άγιος Πνευματικός μας, ως πιστός εργάτης και διάκονος της Εκκλησίας μας, και ως ταπεινός δούλος του Θεού, ήταν πρώτα να εκφράσει την αγάπη του σε Εκείνον. Και έπειτα να ζητήσει από το Κύριο Ιησού Χριστό στην προσευχή του: το Κύριε, ας γίνει στη ζωή μου το Πανάγιο θέλημά Σου. «Κύριε γεννηθήτω ἐ­π’ ἐ­μοί τό Πανάγιον Σου θέλημα».

Αμήν, γένοιτο.

«Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἔνεκεν»!!!

Οπλίσου με πίστη και υπομονή Της Ολυμπίας αποκλειστικά για την katanixi.gr

 




«Προσευχήσου στόν Κύριο ὁλόθερμα» (Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος)

Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr

Δ΄ Μέρος

Ὅσα ἀφοροῦν τήν επίγεια ζωή μας, δίνονται καί «παραχωροῦνται» ἀπό τό Θεό γιά τήν σωτηρία μας. Ὅταν πραγματικά εἶσαι μία πολύ εὐαίσθητη ψυχή καί πληγώνεσαι βαθιά ἀπό μία τραγική κατάσταση πού καθημερινά μόνος σου τήν ἀντιμετωπίζεις, τότε: «Ὁπλίσου μέ πίστη καί ὑπομονή» γιά νά ὁδηγηθεῖς σταδιακά καί μέ ἀσφάλεια πρός τό Φῶς μέσα ἀπό τήν ἀληθινή ταπείνωση.

Τό πιό σημαντικό ζήτημα τῆς ζωῆς μας, εἶναι νά ὑπηρετοῦμε μόνο τήν Ἀλήθεια τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτό πρέπει νά λαμβάνεται ὑπ᾿ ὄψιν μας, ὁλόκληρη ἡ ἀλήθεια τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἀλλά καί τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως, μέσα ἀπό τό ὀρθόδοξο πνεῦμα τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας μας.

Μόνο μέσα ἀπό τή μοναδική ἀλήθεια τῆς «Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς» Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, μποροῦμε νά βιώνουμε μυστικά τό πνευματικό μυστήριο τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς.

Ἐμεῖς ἄς προσπαθοῦμε πάντοτε νά βρίσκουμε καί νά ἀκολουθοῦμε τή μόνη Ἀλήθεια. Σχετικά μέ τό θέμα τοῦ ἀντίχριστου:Οἱ ἅγιοι εἶπαν ὅτι ὁ ἀντίχριστος δέν θά ἔρθει τώρα ἀλλά μόνο τότε, στά ἔσχατα χρόνια. (6)

Ὅμως, ἐμεῖς ἄς γνωρίζουμε ὅτι: «ὑπάρχει ἤδη· καί ἀπό τά χρόνια τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου καί τόν πρῶτο αἰώνα καί τόν δεύτερο αἰώνα καί τόν τρίτο αἰώνα καί τόν τέταρτο αἰώνα· καί σήμερα ὑπάρχει ὁ ἀντίχριστος».

λλά αὐτό λέγεται μέ τήν συγκεκριμένη ἔννοια: ὅτι τό μυστήριο τῆς ἀνομίας ἐνεργεῖται, μέσα στόν κόσμο, ἕως ὅτου νά ἔρθει ὁ συγκεκριμένος ἀντίχριστος, αὐτός τῆς ποκαλύψεως.

Ὅμως πλέον θά ἀποκαλυφθεῖ πλήρως ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ σέ ἐκεῖνον πού θά τή ζητήσει μέ ὅλη του τήν ψυχή ἀπό τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.

συγκεκριμένη Βασιλεία τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἡ αἰώνια Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἡ ὁποία ὅμως «ὑπάρχει ἤδη· καί ἀπό τά χρόνια τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου καί τόν πρῶτο αἰώνα καί τόν δεύτερο αἰώνα καί τόν τρίτο αἰώνα καί τόν τέταρτο αἰώνα· καί σήμερα ὑπάρχει καί συνεχῶς ἔρχεται μέσα στήν ψυχή μας».

Ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ στήν καρδιά μας, εἶναι ἡ ἴδια ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός μας:

«Ἐπερωτηθείς δέ (ὁ Κύριος Ἰησοῦς) ὑπό τῶν Φαρισαίων πότε ἔρχεται ἡ Bασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀπεκρίθη αὐτοῖς καί εἶπεν· οὐκ ἔρχεται ἡ Bασιλεία τοῦ Θεοῦ μετά παρατηρήσεως, οὐδέ ἐροῦσιν ἰδού ὧδε ἤ ἰδού ἐκεῖ· ἰδού γάρ ἡ Bασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστιν» (Λουκ. 17, 20-21).

Ἔτσι δυστυχῶς, σέ αὐτή τήν πολύ σύντομη διαδρομή τῆς γήινης ζωῆς μας, ὑπάρχει καί τό κακό καί μᾶς ἐπηρεάζει, εἰδικά ὅταν μᾶς βρίσκει σέ ραθυμία καί κυρίως μακριά ἀπό τήν ταπεινή ὑπακοή, τόν σεβασμό, τήν εὐλάβεια καί τήν ἀληθινή ἀγάπη μας πρός τόν Πνευματικό μας πατέρα.

Γι’ αὐτό, δελφέ μας, ἄς εἶσαι πάντοτε προσεκτικός!

πως ἐπίσης ὅλοι μας, ἄς εἶμαστε νυχθημερόν σέ προσευχή μέ νψη καί σέ πνευματική ἄσκηση μέ τήν ἐγρήγορση.

Ἀλλά ἄς εἶμαστε ὅλοι ἔτοιμοι γιά ἕνα διαρκή ἀγῶνα μέσα ἀπό τήν νοητή πραγματικότητα, καί μέσα ἀπό τήν ὀρθόδοξη πνευματική πάλη στή ζωή μας, ἐνάντια σέ ὁποιαδήποτε «μορφή» ἀσέβειας καί ἁμαρτίας.

Ὅπως ἀκριβῶς στήν ζωή μας εἶμαστε «ὀρθοδοξότατοι», παραμένουμε τό ἴδιο σταθεροί καί μάλιστα ἐνάντια σέ κάθε μορφή ψεύδους, ὅπως καί σέ κάθε μορφή ἐγωιστικῆς πλάνης. Ἀλλά ἐπίσης εἶμαστε «ἀντίθετοι» καί ἐνάντια πρός τήν κάθε λογῆς αἱρετική διδασκαλία ἡ ὁποία ἀλλοιώνει τήν Ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη μας.

– Ἐπομένως ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι πιστοί εἶμαστε ξεκάθαρα ἐνάντια στήν πλάνη τῆς α ἵ ρ ε σ η ς.

Ἀλλά εἶμαστε ξεκάθαρα ἐνάντια καί στήν σημερινή π α ν α ί ρ ε σ η τοῦ οἰκουμενισμοῦ.

Ὅπως, ἐπίσης εἶμαστε μέσα μας ἀπολύτως ξεκάθαροι καί ἐνάντια πρός τήν μέλλουσα π α ν θ ρ η σ κ ε ί α.

– Ἄς φροντίσουμε ὅμως, νά βρισκόμαστε ὅλοι μέσα στήν ἁγιαστική Χάρη τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Καί μάλιστα ἄς ἀγωνιστοῦμε γιά νά μπορέσουμε νά βρεθοῦμε κάποτε κι’ ἐμεῖς στήν ἴδια θεϊκή βαθμίδα τῆς τέλειας ἀγάπης καί πνευματικότητας μέ αὐτή τῶν Ἁγίων Πατέρων μας.

Νά ζήσουμε σέ αὐτή τήν «μακαρίαν» πνευματική κατάσταση τῆς ἀνιδιοτελοῦς καί εἰλικρινοῦς ἀγάπης.

Καί κυρίως αὐτῆς τῆς Εὐαγγελικῆς ἀγάπης, πού μᾶς δίδαξε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός.

Ἄς δείξουμε τήν δυναμική μας ἀγάπη πού εἶναι πρός τόν πλησίον μας, ἀλλά ἀκόμη καί τήν συμπονετική ἀγάπη πού εἶναι πρός τούς ἐχθρούς μας, διότι μόνο ἐκεῖ βιώνεται μέ κάθε ἀκρίβεια ἡ ἀληθινή πνευματική ζωή.

Αὐτή εἶναι ἡ ἁγιοπνευματική ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη καί ἡ ἁγία ζωή.

Καί μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, ἄς εἶμαστε πάντοτε σέ ἐγρήγορση: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν».

Ὁ Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος, μᾶς μιλάει γιά τήν προσευχή καί τό θάρρος πού θά πρέπει νά μᾶς διακρίνει, ὥστε μέ ἐμπιστοσύνη, ἄμεσα νά αἰτούμαστε ἀπό τόν Κύριο, μέ τήν βεβαιότητα ὅτι κάποτε θά λάβουμε καί τό ποθούμενο γιά τήν ψυχή μας.

Ἔχοντας πάντοτε ὡς βάση τήν πίστη, τήν ὑπομονή καί τήν ἐλπίδα. Τότε θά λάβουμε κυρίως ὅτι ἀμεσα μᾶς ἀφορᾶ, ἀλλά καί ὅτι εἶναι πραγματικά ὠφέλιμο γιά τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας.

Ὁ Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος, πειδή ἀπό ἀνιδιοτελ ἤ ἄδολη ἀγάπη νοιάζεται γιά μᾶς, μᾶς φανερώνει μέσα πό τούς λόγους του, τά ἑξῆς:

«Προσευχήσου στόν Κύριο ὁλόθερμα».

Λέγε εἰς τόν Κύριο ὅτι: «Τό μέλλον μου» τό φήνω μέ μπιστοσύνη στά χέρια Σου.

Ἐσύ Κύριε, ὅπως ξέρεις καί ὅπως θέλεις, κατεύθυνε τήν καθημερινή ζωή μου, μαζί μέ ὅλα τά πρόοπτα καί μέ ὅλες τίς δυσκολίες της.

πό δκι’ μπρός δέν θά μεριμν καί δέν θ’ νησυχ πιά οὔτε γιά τόν ἑαυτό μου, μά οὔτε γιά τά λικά καί βιοτικά θέματα.

Μία κυρίως φροντίδα μόνο θά ἔχω.

Νά κάνω πάντα στή ζωή μου μόνο ὅ,τι εἶναι εὐάρεστο σ’ Ἐσένα Κύριε καί αὐτό πού ναπαύει τόν πνευματικό μου καθοδηγητή, ὥστε νά βρίσκομαι ταπεινά στήν πακοή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ».

Ἔτσι νά Τοῦ μιλήσεις, λλά καί ἔμπρακτα νά Τοῦ τό ποδείξεις ὅτι πραγματικά καί ὁλοκληρωτικά ἔχεις φεθεῖ στά ἄχραντα χέρια Του.

τι δέν νησυχεῖς γιά τίποτα καί ὅτι ποδέχεσαι ταπεινά, ἁπλᾶ,ρεμα καί γόγγυστα ὁποιαδήποτε κατάσταση, εὐχάριστη δυσάρεστη.

Μέ αυτή τήν πεποίθηση, ὅτι ἔχει παραχωρηθεῖ εἶναι πό τή Θεία Πρόνοια.

Μοναδική σου μέριμνα ἄς εἶναι ἡ κριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ σέ κάθε περίσταση”.

Ἀδελφέ μου, «ὁπλίσου μέ πίστη καί ὑπομονή», γιά νά μπορεῖς νά βρεῖς τήν ταπείνωση καί τή χαρά τῆς ψυχῆς σου –ὥστε νά ζεῖς κι ἐσύ– μαζί μέ ὅλους τούς πνευματικούς «ἐν Χριστῶ» ἀδελφούς σου ἀπό τώρα στόν Παράδεισο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ἀμήν, γένοιτο!

Της Ολυμπίας

Δευτέρα 28 Ιουνίου 2021

«Μέ προσευχή, νῆψι καί προσοχή ἀσφάλιζε τόν νοῦ σου» (Ἅγιος Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής) Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr

 




ΣΤ΄ Μέρος

Εἶναι γεγονός πώς ἡ ἡσυχαστική ζωή, πού περιστρέφεται γύρω ἀπό τήν Νοερά προσευχή, εἶναι ὁ πιό εὐλογημένος τρόπος ζωῆς. Γιά τούς ἡσυχαστάς Μοναχούς τό κομποσχοίνι μέ τήν εὐχούλα εἶναι πολύ πιό ἀποτελεσματική ὡς πρός τήν ὠφέλειά της ἀπό τήν ψαλτική τῆς ἐκκλησίας. (12)

Τίς ἐκκλησιαστικές ἀκολουθίες πού τίς θέσπισαν καί τίς νομοθέτησαν οἱ ἅγιοι Πατέρες, γιά τήν κοινή λατρεία, δέν τίς παραβλέπουν, ἀλλά τίς κάνουν μέ κομποσχοίνι μέσα στίς πολύωρες ἀγρυπνίες τους.

Ὁ Γέροντάς μου ἐπέμενε στήν προφορική εὐχή. Δέν τήν σταματούσαμε καθόλου.

-Ἐγώ, μιᾶς καί συνήθως δέν ἦταν κανείς κοντά μου, φώναζα τήν προσευχή.

-Καί τήν ἔλεγα συνέχεια ὥσπου ὁ λαιμός μου πονοῦσε.

-Τοῦ λέω: Γέροντα, ἀπό τήν εὐχή, πονάει τό στόμα μου, ἡ γλῶσσα μου, ἔκλεισε ὁ λάρυγγάς μου εἶναι σάν πληγή. (13)

-Ἄς πληγώσῃ! Δέν παθαίνεις τίποτα. Ὑπομονή! Μήν τήν σταματᾶς καθόλου!

-Λέγε τήν εχή: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με»… !

-Ὁ πόνος θά φέρῃ τήν πνευματική ἡδονή.

-Ἄν δέν πονέσῃς καρπό προσευχῆς δέν θά δῇς. Αὐτή θά σέ βοηθήσῃ.

-Θά σέ παρηγορήσῃ. Θά σέ διδάξῃ. Θά σοῦ γίνῃ φῶς. Θά σέ σώσῃ.

«Κρᾶξον καί βόησον» τήν εὐχή:

«Μέ προσευχή, νῆψι καί προσοχή ἀσφάλιζε τόν νοῦ σου».

Ἡ διάνοια σου ὄχι πρός τά ἔξω, ἀλλά πρός τά μέσα. Ὄχι λόγια, συμβουλές καί κηρύγματα, ἀλλά πολύ-πολύ ταπεινά καί μέ δάκρυα τήν προσευχή.

Αὐτή εἶναι ἡ οὐσία, αὐτή εἶναι ἡ Πατερική ὁδός, αὐτή εἶναι τῶν παπούδων σας ἡ παραγγελία καί ἡ νουθεσία.

Δές την μέ τήν πρᾶξι. Γιατί ἄν δέν ἔχῃς πρᾶξι, πῶς θά μιλήσῃς γιά οὐράνια θεωρία;

-Νά ᾿ναι εὐλογημένο. Ἀλλά μέ τήν εἰσπνοή καί ἐκπνοή πονάει ἡ καρδιά μου.

-Δέν παθαίνεις τίποτε!

Ὅταν ἔλεγα τήν εὐχή καί προσπαθοῦσα νά ἀποκλείσω κάθε σκέψι καί κάθε εἰκόνα καί νά ἐπικρατήσῃ μόνον ἡ ε ὐ χ ή μέσα μου, μοῦ ἔλεγε, ὁ πειρασμός μέσω τῶν λογισμῶν, ὅτι «θά σκάσῃς τώρα»!

Καί ἐγώ ἀπαντοῦσα:

«Ἄς σκάσω κι᾿ ἄς πλαντάξω. Ἐδῶ θά μάχωμαι μέχρι πού νά πεθάνω… ».

Ὅλοι μας ξέρομε ὅτι τά Ἱερά Μοναστήρια τά Ἁγιορείτικα, ὅταν βασιλεύει ὁ ἥλιος κλείνουνε. Ἔχουν ὅμως κι ἕνα πορτάκι μικρό τόσο, πού ἐν καιρῷ, σπάνια τό ἀνοίγουν αὐτό.

Ἀνάβει λοιπόν ὁ παπάς τό φανάρι του, περνάει τό πορτάκι κι ἀνεβαίνει ἀπάνω στό βουνό.

-Καλησπέρα σας.

-Καλῶς τόν παπά.

-Εὐλογημένε κύριε Δημήτρη, νά μέ συγχωρέσεις.

Θεός σχωρέσοι. Συγχώρεσέ με κι ἐσύ.

Σ υ γ χ ω ρ ε θ ή κ α ν ε … !

Καί κατέβηκε κάτω ὁ παπάς πάλι καί λειτούργησε τήν ἄλλη μέρα”.

Ὅλη τή μέρα μᾶς ὑπενθύμιζε ὁ Γέροντας:

-«Κρατᾶτε τήν εὐχή! «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με»! «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με»! «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με»!Αὐτή θά σᾶς σώσῃ.

Τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ θά φωτίσῃ τόν νοῦ σας, θά σᾶς δυναμώσῃ ψυχικά, θά σᾶς βοηθήσῃ στόν πόλεμο ἐναντίον τῶν δαιμόνων.

Θά σᾶς καλλιεργήσῃ τίς ἀρετές καί θά σᾶς γίνῃ τά πάντα».

Γι᾿ αὐτό καί ἐπέμενε πολύ, σέ μᾶς τούς νεαρούς ὑποτακτικούς, στήν πρακτική μέθοδο τῆς προφορικῆς εὐχῆς: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».

Καθώς ἡ δική του ζωή ἦταν μιά συνεχής βία στό θέμα τῆς προσευχῆς, ἔτσι ἐπέμενε κι᾿ ἐμεῖς νά βιάζουμε ὅσο μποροῦμε τόν ἑαυτό μας, γιά νά βυθίζουμε τό ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ μέσα στήν καρδιά μας, μέ τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».

Αὐτή ἦταν ἡ διδασκαλία τοῦ ὁσίου Γέροντός μας:

-“Νά μᾶς «σπρώχνῃ νά μᾶς ὠθῇ, νά μᾶς παρακολουθῇ» καί νά μᾶς θυμίζῃ συνεχῶς νά μνημονεύουμε μέ τήν εὐχή, τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ μας, συνεχς μέ τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».

Μέ τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», μνημονεύουμε τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἀδιαλείπτως καί κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο «μνημονευτέον Θεοῦ μᾶλλον ἤ ἀναπνευστέον» (14)”.

Ἀμήν, γένοιτο!

«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν».