Παρασκευή 28 Αυγούστου 2015

Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ὁ ἐν τῇ Λαύρᾳ τοῦ Κιέβου ἀσκήσας

Ημ. Εορτής: 8 Μαΐου
Ημ. Γέννησης:
Ημ. Κοιμήσεως:
Ημ. Ανακομιδής Λειψάνων:
Πολιούχος:
Λοιπές πληροφορίες:
Εορταζόμενο όνομα:

Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος, λάτρης τῆς ἐργασίας, ἔζησε κατὰ τὸν 14ο αἰώνα μ.Χ. Ὁ Ὅσιος ἀσκήτευε στὸ μοναστήρι τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, τὸ ὁποῖο ἦταν ἀφιερωμένο στὴν Κοίμηση τῆς Παναγίας καὶ διακρινόταν ἀπὸ τὴν ἀγάπη του γιὰ τὴ σκληρὴ ἐργασία. Δὲν ξεκουραζόταν καθόλου καὶ προσευχόταν διαρκῶς, τρώγοντας μόνο ἐλάχιστα στὴν δύση τοῦ ἡλίου. Γιὰ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἀγάπη του γιὰ τὴν ἐργασία, ὁ Χριστὸς τοῦ ἔδωσε τὸ χάρισμα νὰ ἐπιτελεῖ θαύματα.Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ἐκ Ρωσίας



 


Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ἔζησε κατὰ τὸν 13ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ μόνασε στὴ Μεγάλη Λαύρα τοῦ Κιέβου. Ἡ μεγάλη ἄσκησή του ἦταν ἡ σιωπή, γι’ αὐτὸ καὶ ἐπονομάζεται «Σιωπηλός».

Ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης, Πατριάρχης Μόσχας (+ 1612)




 


 
Ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης, κατὰ κόσμο Ἐρμόλαος, γεννήθηκε στὴ Μόσχα τὸ ἔτος 1530 καὶ ἔζησε στὴ μονὴ Μεταμορφώσεως τοῦ Καζάν. Τὸ 1579 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καὶ διορίσθηκε ἐφημέριος τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Νικολάου Καζάν. Ἡ διακονία του ἐκεῖ τὸν συνέδεσε μὲ τὴν ἀνακάλυψη τῆς ἱερᾶς εἰκόνος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Καζάν. Τὸ ἔτος 1583 χήρευσε καὶ ἔγινε μοναχὸς στὴ Μονὴ Μεταμορφώσεως, τῆς ὁποία ἀνεδείχθη ἡγούμενος. Ἡ Σύνοδος τοῦ 1589 τὸν ἐξέλεξε Μητροπολίτη Καζάν.

Ὡς ποιμενάρχης ὁ Ἅγιος ἀνέπτυξε μεγάλη ἱεραποστολικὴ δραστηριότητα. Φρόντισε κυρίως γιὰ τὴν στερέωση τοῦ φρονήματος καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς τῶν νεοφώτιστων τῆς ἐπαρχίας του. Τὸ ἔτος 1592 πραγματοποίησε τὴ μετακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων ἐνὸς ἐκ τῶν προκατόχων του, τοῦ Ἁγίου Γερμανοῦ († 6 Νοεμβρίου).

Ὅταν τὴν ἐξουσία ἀνέλαβε ὁ Βασίλειος Ἰβάνοβιτς Σούϊσκυ (1606 – 1610), ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης ἐξελέγη Πατριάρχης Μόσχας. Στὴν ταραγμένη ἐποχή του ἀγωνίστηκε ἰδιαιτέρως κατὰ τῆς ἰησουϊτικῆς προπαγάνδας καὶ ἐπεσήμανε τοὺς σοβαροὺς κινδύνους γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία.

Ἀπὸ τοὺς πρώτους μῆνες τῆς πατριαρχίας του ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης ὑπεραμύνθηκε τῶν δικαιωμάτων τοῦ αὐτοκράτορα Βασιλείου Σούϊσκυ. Μάταια, ὅμως. Ὁ λαὸς ἀνέτρεψε τὸν αὐτοκράτορα Βασίλειο στὶς 17 Ἰουλίου 1610. Τότε ὁ Ἐρμογένης ἐπεδίωξε μάταια νὰ ἐκλεγεῖ αὐτοκράτορας ὁ νεαρὸς Μιχαὴλ Ρομανώφ, ὁ ὁποῖος πράγματι ἐξελέγη τὸ 1613 καὶ συμμερίστηκε τὸ σχέδιο ὁρισμένων εὐγενῶν, τὸ ὁποῖο προέβλεπε τὴν ἀνάδειξη στὸ Ρώσικο θρόνο τοῦ Βλαδίσλαου, υἱοῦ τοῦ βασιλέως τῆς Πολωνίας Σιγιμούνδου, ὑπὸ τὸν ὅρο ὅτι ὁ πρίγκιπας θὰ ἀσπαζόταν τὴν ὀρθόδοξη πίστη. Οἱ Πολωνοί, θέλοντας νὰ παρακάμψουν τὸν ὅρο αὐτό, προσέκρουσαν στὴν ἀκαμψία τοῦ Πατριάρχου. Ὁ Ἅγιος ὡς μόνος ἀναμφισβήτητος ἐκκλησιαστικὸς ἄνδρας κύρους στὴ Ρωσία κατ’ ἐκείνη τὴν ὥρα, κατόρθωσε νὰ ἐμποδίσει τὸν ρωμαιοκαθολικὸ Βλαδίσλαο, νὰ γίνει ἐπίσημα αὐτοκράτορας τῆς Ρωσίας. Ἡ κατοχὴ τῆς πρωτεύουσας ὑπὸ τοῦ Πολωνικοῦ στρατοῦ δὲν λύγισε τὸν Πατριάρχη. Ἀντίθετα, ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης, βλέποντας τὴν κακοπιστία τοῦ βασιλέως τῆς Πολωνίας, στράφηκε ἀνοικτὰ κατὰ τοῦ ξένου ἐπιδρομέως καὶ ἐπεδίωξε μὲ ὅλα τὰ μέσα τὴν συγκρότηση τοῦ ἀναγκαίου στρατοῦ γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς πατρίδας του.

Ὁ Ἅγιος συνελήφθη καὶ καθαιρέθηκε ἀπὸ τὴν θέση τοῦ Πατριάρχου. Τὸν ἔκλεισαν στὸ Μετόχι τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, ὅπου πέθανε, ἀπὸ πεῖνα ἴσως, στὶς 17 Ἰανουαρίου 1612 μ.Χ.
 

Άφθαρτο το σκήνωμα του οσίου Βησσαρίωνα 24 χρόνια μετά την κοίμησή του


 


Από εδώ.
Αναλλοίωτο παραμένει το σκήνωμα του οσίου Γέροντα Βησσαρίωνα του Αγαθωνίτου, 24 ολόκληρα χρόνια μετά από την κοίμησή του. .... Το χρονικό της εκταφής του αφθάρτου σκηνώματος του οσίου πατρός ημών Βησσαρίωνος του Αγαθωνίτου.

Η εξαιρετική συνέχεια (με φωτογραφίες) στο rodos-press.

 Image result for Άφθαρτο το σκήνωμα του όσιου Βησσαρίωνα 24 χρόνια μετά από την κοιμησή του

Για τα άφθαρτα λείψανα των αγίων δείτε στο: Ένας άγιος εντυπωσιακά άφθαρτος και στο Η τεχνητή αφθαρσία των βουδιστών μοναχών και το μήνυμα του άφθορου λάμα Hambo Itigelov.

Άγιος Αριστοκλής ο Αθωνίτης

Άγιος Αριστοκλής ο Αθωνίτης (1848-1918)
(Φωτογραφία: P.A. Ponomareva, Μόσχα 1893/4)
Άγιος Αριστοκλής ο Αθωνίτης (1848-1918)
Άγιος Αριστοκλής ο Αθωνίτης (1848-1918)
Άγιος Αριστοκλής ο Αθωνίτης (1848-1918)
Άγιος Αριστοκλής ο Αθωνίτης (1848-1918)

Άγιος Ιωακείμ ο Βατοπαιδινός, ο Παπουλάκης (1786-1868)



Αγιορείτης Άγιος Μνήμη 2 ΜαρτίουΑ. Γέννηση - ανατροφή
Ο σύγχρονος αυτός άγιος γεννήθηκε το 1786 στο μικρό χωριουδάκι Καλύβια του τότε δήμου Πολυκτορίων της νήσου Ιθάκης, απέναντι από το Σταυρό. Ο πατέρας του ονομαζόταν Άγγελος Πατρίκιος και ήταν ντόπιος, ενώ η μητέρα του, Αγνή, καταγόταν από την Πρέβεζα. Οι γονείς του ήταν πιστοί χριστιανοί (ορθόδοξοι). Πρόλαβαν και απέκτησαν τον μικρό Ιωάννη πριν ο πλοίαρχος

πατέρας του ξαναπαντρευτεί επειδή σύντομα έχασε την σύζυγο του Αγνή.

Ο μικρός Ιωάννης όμως δέχτηκε, αντί για αγάπη, το μίσος και τις επιβουλές της μητρυιάς του. Το παιδί αυτό όμως είχε σπουδαία χαρίσματα και αγάπη στην εκκλησία, ήδη από την μικρή του ηλικία. Με πολλή αγάπη και δυνατή πίστη στο Χριστό, δεν έλειπε ποτέ από την εκκλησία, νήστευε, προσευχόταν συνεχώς και σκορπούσε αγάπη και καλοσύνη στους ανθρώπους. Με πολύ ζήλο μελετούσε θρησκευτικά βιβλία και κυρίως το ιερό Ευαγγέλιο.

Αυτό σκλήρυνε ακόμη περισσότερο την αφιλόστοργη μητρυιά. Έτσι έπεισε τον πατέρα του να παρατήσει την εκπαίδευσή του (που τάχα την παραμελούσε) και να εργαστεί σε ξένο καράβι. Όμως και εκεί ο μικρός Ιωάννης δεν παραμελούσε την πνευματική του ζωή. Σύντομα όμως το παιδικό του μαρτύριο τελείωσε (όταν έγινε δεκαεπτά ετών).



Β. Στην Ι. Μ. Βατοπεδίου

Κάποτε (το 1803) το καράβι του αγκυροβόλησε στο λιμάνι της Ι. Μ. Βατοπεδίου του Αγίου Όρους και το μικρό ναυτόπουλο (ο Ιωάννης) βρήκε την ευκαιρία να πάει να προσκυνήσει. Οι μελέτες του σε βίους Αγίων και η πνευματική του ενασχόληση ήταν αρκετά, για να μπορεί να κατανοήσει την ζωή στο μοναστήρι. Σαγηνεύτηκε μόλις μπήκε στην Ιερά Μονή και μετά τις παρακλήσεις του προς τον ηγούμενο αυτός κάμφθηκε, παρά το μικρό της ηλικίας του. Το τελευταίο εμπόδιο, τον καπετάνιο, νίκησε με την μεγάλη του αποφασιστικότητα, τα επιχειρήματα του αλλά και την Θεία Βοήθεια.

Αυτή του η απόφαση στεναχώρησε πολύ τον φυσικό του πατέρα, αντίθετα με την χαιρέκακη μητρυιά του που χάρηκε, επειδή απαλλάχθηκε απ' αυτόν. Η εμπειρία του δοκίμου Ιωάννη στα μακρινά ταξίδια αποδείχθηκε ισχυρή βάση για την αρχή της καλογερικής ζωής, μαζί με την αγαθότητα της φύσης του.

Σύντομα φάνηκε η καρποφορία του αγώνα του και προβιβάστηκε σε μικρόσχημο μοναχό, με το νέο όνομα Ιωακείμ. Στα διάφορα διακονήματα, από τα πιο μικρά έως τα πιο μεγάλα, ξεδίπλωνε την προσωπικότητά του. Τότε πήρε και το μεγάλο σχήμα και ανέλαβε σύμβουλος στα πιο υπεύθυνα και επίσημα ζητήματα διοίκησης της Ιεράς Μονής. Πρέπει να υπενθυμίσουμε εδώ ότι τα χρόνια αυτά η Αθωνιάδα Σχολή, μέσα στα όρια αυτής της Μονής, βρισκόταν σε μεγάλη άνθηση και οπωσδήποτε πήρε πολλά και ο Ιωακείμ.



Γ. Στήριγμα του λαού

Ο οικονόμος της Ι. Μ. Βατοπεδίου, ασκητικός και φιλόπονος Ιωακείμ, φεύγει με ευλογία από την Ι. Μονή και γίνεται εργάτης για στήριγμα και κατάρτιση του πονεμένου και καταπιεσμένου λαού στα χρόνια της επανάστασης του 1821. Έρχεται στην Πελοπόννησο. Κύριο μέλημα του ήταν ο άμαχος πληθυσμός, που περιφερόταν συχνά διωγμένος χωρίς τροφή και σκεπάσματα, κυρίως όμως χωρίς ηθικό.

Από εκεί φυγαδεύει στα Επτάνησα πολλούς γέρους και γυναικόπαιδα μαζί με τον παπα-Γιάννη Μακρή από την Πύλαρο της Κεφαλονιάς. Έτσι έσωσε πολλές οικογένειες από βέβαιο αφανισμό. Τα Επτάνησα τότε τα κατείχαν οι Άγγλοι, ύπουλοι εχθροί της Ορθοδοξίας, της καθ' ημάς Ανατολής, του Ελληνισμού και του λαού, σε αντίθεση με τους Οθωμανούς Τούρκους που είχαν φανερή από χρόνια πολιτική. Βεβαίως δεν παρέλειπε να αναπτερώνει το εκκλησιαστικό φρόνημα του λάου που συχνά κινδύνευε και από τα τάματα των Τούρκων με αντάλλαγμα τον εξισλαμισμό.



Δ. Επιστροφή στην ησυχία

Όταν κόπασε στον Μωριά και την Ρούμελη η λαίλαπα του πολέμου, ο όσιος Ιωακείμ, ο επονομαζόμενος πλέον Παπουλάκης, αποσύρθηκε στην ποθητή του ησυχία. Δεν γύρισε όμως στον Άθωνα, αλλά προτίμησε τα ησυχαστικά μέρη της γενέτειράς του Ιθάκης.

Έτσι έγινε, με θεία έμπνευση, όργανο διπλής αγάπης: και προς τον Θεό, αλλά και προς τον άνθρωπο. Έμεινε στο δάσος «Αφεντικός Λόγγος» με αυστηρή άσκηση, μισόγυμνος, με νηστεία και αδιάλειπτη προσευχή. Εκεί ο όσιος ανέβηκε στην βαθμίδα του θείου φωτισμού. Η Θεία Χάρη του έγινε πλέον ενδημική (δηλαδή μόνιμη) κατάσταση.

01.jpg
Εκεί για σαράντα περίπου χρόνια, πηγαίνοντας ακούραστος σε κάθε χωριό και κάθε σπίτι του νησιού, διδάσκει με το υπόδειγμά του και το λόγο του  την ορθόδοξη πίστη, βοηθά τους απόρους και τους φτωχούς, κτίζει εκκλησίες, κάνει ενέργειες πέρα από τα καθιερωμένα και φυσικά δείχνει πολλά σημάδια θεϊκής χάρης. Ιδιαίτερα της παντοειδούς αγάπης, της προορατικότητας και ιαματικότητας.
Ε. Νέα δράση του Οσίου
Μέσα στο φαράγγι Γούβες, που βρισκόταν με την πολύ αυστηρή άσκησή του, άρχισε να γίνεται γνωστός στους γύρω κατοίκους. Γι' αυτό και στις καρδιές και συνειδήσεις των ντόπιων ανέκαθεν ο καλόγερος Ιωακείμ ήταν ο «Παπουλάκης», ο άγιός τους ...
Ο «Παπουλάκης» έγινε σιγά-σιγά το κύριο ενδιαφέρον του λαού της Ιθάκης. Εκεί παρηγορούσε τους θλιμμένους, στήριζε τους αδυνάτους και ασθενείς, παρακινούσε στην ευσέβεια και στα χρηστά ήθη, τα οποία η ξενοκρατία στα Επτάνησα είχε παραγκωνίσει. Τα χρήματα που του έδινε ο λαός, αμέσως τα «επένδυε» στο χρηματιστήριο που λέγεται «προσφορά στους φτωχούς». Επιπλέον, με τη θεία διορατικότητά του, προλάμβανε επιβολές, φόνους, αντεκδικήσεις.
Με την ταπείνωση και την βαθιά πίστη που είχε αποκτήσει, το Άγιο Πνεύμα μέσα από αυτόν έλυνε στειρώσεις, πρόλεγε τα μέλλοντα και ποιούσε πολλά θαυμαστά, με αποτέλεσμα σε λίγα χρόνια η πνευματική μεταβολή του λαού της Ιθάκης να γίνει αισθητή. Γι'  αυτό και ο αρχηγός του κακού, μέσω φθονερών ανθρώπων, διέδωσε την κακοήθεια ότι ο Όσιος προφήτεψε μεγάλο σεισμό, ώστε να ανησυχήσει ο Άγγλος κυβερνήτης του τόπου. Ο γέροντας τότε κλήθηκε σε απολογία απ' αυτόν αλλά, παρ' όλες τις εξηγήσεις του οσίου, ο υπερήφανος Άγγλος κατηγόρησε και τον γέροντα αλλά και τον μοναχισμό (του) και κινήθηκε να σηκωθεί για να κακοποιήσει με οργή τον όσιο. Τότε ξαφνικά η πολυθρόνα του κυβερνήτη συντρίφτηκε και έπεσε αναίσθητος!!! Όταν αργότερα συνήλθε, έπεσε ο υπερόπτης στα πόδια του γέροντα και του έδωσε την άδεια να συνεχίσει απερίσπαστος το έργο του...
Αργότερα ο όσιος έμεινε σε κελί, στον Άγιο Νικόλαο Μαυρωνά και μετά σε ένα μικρό σπίτι, που του παραχωρήθηκε στη Ράχη Κιονίου (Β. Α. της νήσου). Τότε ο Παπουλάκης παρακίνησε τους κατοίκους και έκτισαν δικό τους ναό και αυτός ανέλαβε την επιστασία του. Ο ναός ήλθε σε πέρας και αφιερώθηκε στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Γυρνούσε βέβαια από τόπο σε τόπο και έκτιζε ναούς, μικρούς ή μεγάλους.
Στην κοινότητα του Σταυρού (Β. του νησιού) υπήρχε ναΐδριο ερειπωμένο, η Αγία Βαρβάρα, με μία χαρουπιά φυτρωμένη στο Ιερό του. Ο Άγιος την ξερίζωσε και επανίδρυσε τον ναό μαζί με την πρόθυμη συμμετοχή του φτωχού λαού. Όταν αυτός αποδείχτηκε ανεπαρκής, γύρω του έκτισε μεγαλύτερο και όταν αποπερατώθηκε, γκρέμισε τον μικρό. Αργότερα γύρω από τον μεγάλο ναό, με την εύνοια της Αγίας Βαρβάρας έκτισε κελιά για μοναχούς που έγιναν και ξενώνας προσκυνητών. Την ίδια περίοδο στην κοινότητα Ανωγής (πάνω στο βουνό), ενέσκηψε ισχυρή επιδημία πανώλης και ο όσιος έγινε «άμισθος ιατρός».
Τότε ο Άγιος παρακίνησε τους Ανωγήτες και έκτισαν ναό του Αγίου Αθανασίου. Προσευχήθηκαν όλοι μαζί στον Άγιο και κόπασε η επιδημία. Ο βίος και η πολιτεία του αγίου επεκτάθηκε και στην πολιτική του στρατηγική για την ένωση της Ιθάκης (και της Επτανήσου) με την ελεύθερη από Τούρκους χώρα, αφού η τακτική της «πολιτισμένης αλεπούς» (Αγγλίας) ήταν πολλές φορές σκληρότερη συνολικά στη ζωή και επικίνδυνη για πλήρη αλλοίωση της πνευματικής υπόστασης των χριστιανών. Σε όσους λιποψυχούσαν έδινε θάρρος και προφήτεψε πως η ένωση θα γίνει χωρίς πόλεμο, γιατί η Αγγλία θα φύγει, όπως και έγινε.
 Στ. Παράτολμες ενέργειες
α) Όταν μόναζε στον Άθωνα και είχε βρεθεί για υπηρεσία στον έξω κόσμο, συνάντησε οικογενειάρχη άνθρωπο σε άθλια κατάσταση. Η αιτία της δυστυχίας του ήταν πως υπηρετούσε κάποιο γιατρό ως δούλος, γιατί του όφειλε χρήματα για τη θεραπεία της γυναίκας του, που όμως δεν διέθετε. Τότε ο καλόγερος άφησε τις δικές του υποθέσεις και τον αντικατέστησε.
Ο γιατρός που δέχτηκε την αλλαγή, του έδωσε καινούργια παπούτσια και ρούχα για λόγους αξιοπρεπούς εμφάνισης. Όμως παπούτσια και ρούχα έμεναν μόνο για μια μέρα, αφού μοναχός Ιωακείμ τα μοίραζε στους μη έχοντες ...;Ο γιατρός βλέποντας όλα αυτά μαζί με την ασκητική και πνευματική ζωή του, δεν άντεξε να τον υπηρετεί άγιος άνθρωπος και τον .. απέλυσε ...
β) Ενώ η «παλαιά Ελλάδα απελευθερωνόταν από τον τούρκικο ζυγό, τα Επτάνησα είχαν ακόμη τον αγγλικό. Ο Παπουλάκης πότε διέγειρε το ζήλο των πατριωτών, πότε τους έδινε θάρρος όταν λιποψυχούσαν και πότε προορατικά τους έλεγε πως θα απελευθερωθούν αναίμακτα. Για τις πολυποίκιλες αυτές δράσεις του όμως δέχτηκε μερικές φορές τις απειλές και κοροϊδίες των αμελών. Δέχτηκε την σκληρότητα, το φτύσιμο, το πετροβολητό χωρίς παράπονο και μνησικακία. Είχε τεράστια υπομονή γιατί ήξερε το ταξίδι για την θεία Ιθάκη ...
γ)  Η Αικατερίνη Χ. Παΐζη (Λιανού) και ο Λ. Βεντούρας από το Βαθύ Ιθάκης  αφηγήθηκαν ότι κατά το έτος 1848 μεγάλη πείνα μάστιζε την Ιθάκη και ειδικά τους έξω δήμους του νησιού. Άλεθαν ό,τι έβρισκαν:  όσπρια, καρπούς, αγριοκούκια και ό,τι άλλο φαινόταν κατάλληλο για να ανακουφίσει την πείνα τους. Τότε άραξε, χωρίς να αναμένεται, στην Ιθάκη ένα σκάφος από το Γαλαξείδι με φορτίο αραβοσίτου. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι μαυραγορίτες έκαναν χρυσές «δουλειές» άγριας εκμετάλλευσης.
Ο Παπουλάκης προθυμοποιήθηκε να το πληρώσει όλο αυτός για να το μοιράσει στο λαό. Η εκτός κοινής λογικής πράξη αυτή τουαγίου Γέροντα δεν είχε άλλο σκοπό, παρά να εμποδίσει την ορμή των εμπόρων να εκμεταλλευτούν άγρια το λαό και ειδικά τα φτωχότερα στρώματα του. Τότε ειδοποίησε τον κόσμο να φέρνει ο καθένας το σκεύος του για να του μοιράζει αραβόσιτο, πράγμα που κράτησε περίπου μια βδομάδα!!!
Μόλις τελείωσε η διανομή, ο Καπετάνιος ζήτησε τα χρήματά του, αλλά ό Παπουλάκης δυστυχώς δεν τα είχε ακόμησυγκεντρώσει από τους ... πλούσιους.  Τον κατάγγειλε στην αγγλική αστυνομία, η οποία τον επέπληξε αυστηρά, θεωρώντας την ενέργειά του αυτή σαν απάτη. Με ύψος αποφασιστικότητας και βάθος ταπείνωσης, ο Γέροντας, ζήτησε «μικρή προθεσμία», η οποία του δόθηκε. Έστειλε επιστολές σε διάφορους φίλους του και σαν αγιορείτης που ήταν αποτάθηκε και στη μονή της μετάνοιάς του καιστους άλλους αγιορείτες ηγουμένους, για να τον βοηθήσουν. Συγκέντρωσε σύντομα όλο το ποσό και απέδειξε την πατρική του φροντίδα και πρόνοια στην κατάλληλη στιγμή που επιβαλλόταν η προστασία του φτωχού λαού.
Ζ´. Και άλλα σημεία αγιότητας
Πέρα από την όλη του ζωή πολλά συγκεκριμένα σημεία αγιότητας έχουν καταγραφεί. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε:
1. Ο Διονύσιος Παξινός από τον Σταυρό, ανέφερε ότι ο Παπουλάκης θεράπευσε μία κυρία με το παιδί της. Η μητέρα έπασχε από οφθαλμία πυορροϊκή και το παιδί από εκλαμπτικούς σπασμούς. Τους θεράπευσε και τους δύο με την προσευχή του αφού τους σταύρωσε με την ράβδο του, τους αποκάλυψε ο «άμισθος ιατρός» και την συνομιλία που είχαν κρυφά σε μακρινό και απόμερο τόπο για την αμοιβή που θα του προσέφεραν.
2. Αφηγήθηκε ο κ. Δ. Ζαβερδίνος από το Σταυρό πως ο χωριανός του καπετάν Λάμπρος Ραυτόπουλος, πήγε κάποτε με το πλοίο του (γολέτα) στην Βενετία για ξυλεία της Αγίας Βαρβάρας, που κτιζόταν, αλλά δεν γύριζε. Μετά τρεις μήνες όλοι πίστευαν ότι έγινε ναυάγιο. Ο Παπουλάκης, αφού προσευχήθηκε τους είπε πως σε λίγες ημέρες φτάνει μαζί με την ξυλεία. Πράγματι η πρόρρηση του γέροντα βγήκε αληθινή.
3. Η Αικατερίνη Χ. Παΐζη διηγήθηκε ακόμη, ότι στο Πέρα Χωριό η οικογένεια Καχρίλα έταξε μόνη της κρυφά να δώσει 12 τάλληρα στην Αγία Βαρβάρα. Μετά είπε ο άντρας στην γυναίκα: «θα δώσω μονό τα έξι τάλληρα, γιατί οι καλόγεροι τα τρώνε». Όταν πήγαν λοιπόν να τα δώσουν στον όσιο (σε άλλο σπίτι) τα άφησαν πάνω στο τραπέζι. Ο όσιος με ηρεμία τους είπε: «Είναι περιττό παιδιά μου, εφόσον οι καλόγεροι τα τρώνε». Ο άντρας τότε θορυβήθηκε, εξομολογήθηκε δημόσια το σφάλμα του, έδωσε άλλα έξι τάλληρα και συγχωρέθηκε.
4. Διηγήθηκε ο Ι. Δ. Ραυτόπουλος από το Κιόνι, ότι στις 7/2/1867 φιλοξενείτο ο όσιος στο Κιόνι, την νύκτα ξυπνάει έντρομος και ξυπνάει τον οικοδεσπότη αναγγέλλοντάς του ότι έρχεται σκληρή δοκιμασία και μεγάλο κακό. Άναψαν φωτιά, λιβάνισαν και προσευχήθηκαν. Τα ξημερώματα μεγάλος σεισμός έγινε στην Ιθάκη και Κεφαλλονιά με πολλές ζημιές και καταστροφές.
 Η. Η κοίμηση του αγίου
Την 1η Μαρτίου 1868, ο όσιος Παπουλάκης ησύχαζε στο σκληρό στρώμα του στο σπίτι του  φιλόχριστου Χ, Παΐζη (Λιανού) στο Βαθύ της Ιθάκης. Προέλεγε ατάραχα και γαλήνια πως ετοιμάζεται για το αιώνιο ταξίδι του. Τροφή δεν μπορούσε πια να δεχθεί. Κάλεσε για τελευταία φορά κοντά του τον ενάρετο ιερομόναχο Αγάπιο, εξομολογήθηκε και μετά σιώπησε, προσδοκώντας να παραδώσει το πνεύμα του στον Πλάστη του. Ήταν Παρασκευή.
Μετά τα μεσάνυχτα η υγεία του βάρυνε και στις πέντε το πρωί του Σαββάτου 2/3/1868 κοιμήθηκε τον μακάριο ύπνο των δικαίων, Την κηδεία του, με εντολή του μητροπολίτη, ανέλαβε ο ηγούμενος της Ι. Μ. Καθαρών. Επάνω του δεν βρήκαν κανένα χρηματικό ποσόν. Η παντελής του φτώχεια επισφράγισε την τέλεια ασκητική και αγαπητική ζωή του. Μόνο στο δεξί του χέρι βρήκαν ένα χαρτί με την επιθυμία του να ταφεί πίσω από το ιερό του ναού της Αγίας Βαρβάρας, στον Σταυρό. Σαφώς και εκπληρώθηκε η τελευταία του επιθυμία, με πάνδημη συμμετοχή του λαού της Ιθάκης, αφού πρώτα ψάλθηκε η νεκρώσιμη ακολουθία στον Άγιο Νικόλαο, στο Βαθύ. Η ακολουθία μέχρι τον Σταυρό, έγινε πεζή κάτω από καταρρακτώδη βροχή. Μόνο το άγιο λείψανο δεν βράχηκε...  
06.jpg
Μετά την κοίμηση του Αγίου αναφέρονται πάνω από 10 θαύματα επίκλησης του οσίου. Π.χ. η κ. Αναστασία Λεκατσά από τα Καλύβια, θυμάται από την ηλικία των 15 ετών, τον βοσκό Σπύρο Παΐζη που τις καλοκαιρινές νύχτες κοιμόταν με το κοπάδι του στο βουνό. Αυτός έλεγε με δέος, ότι κάποια νύχτα έβλεπε φως από το απέναντι βουνό της Βίγλας, να ανεβαίνει και να πηγαίνει στην Αγία βάρβαρα και να χάνεται πίσω στον τάφο του Αγίου.
 Θ. Η αναγνώριση της αγιότητας στα δίπτυχα
Η πνευματική γενέτειρα του Αγίου (Ι. Μ. Βατοπεδίου) ανέλαβε να προβάλλει τον Άγιο στη συνείδηση του λαού. Έτσι το 1991 ο ηγούμενος της Ι. Μονής αρχ. Εφραίμ και πατέρες της αδελφότητας πήγαν στην Ιθάκη και μαζί με τον μητροπολίτη και την βοήθεια κατοίκων του νησιού εντόπισαν τον τάφο.
04.jpg
05.jpg
Η ανακομιδή των ιερών λειψάνων του Αγίου έγινε στις 23-5-1992 από τους ίδιους και με ευλογία του Οικουμενικού Πατριάρχη  Βαρθολομαίου, αφού πρώτα έγινε Θεία Λειτουργία. Ψάλλοντας το «Χριστός Ανέστη», έγινε η ανακομιδή. Είναι αξιοσημείωτο πως η χαριτόβρυτος κάρα του Αγίου μοιράστηκε στα δύο από μόνη της και η ευλογία πήγε και στην Ι. Μητρόπολη Λευκάδος και Ιθάκης και στην Ι. Μονή Βατοπεδίου. Η τελευταία επιφύλαξε θερμή υποδοχή μετά από 170 έτη.
02.jpg
Η αναγνώριση της αγιότητας του Ιωακείμ του Βατοπεδινού Παπουλάκη, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, διότι προέκυψε με την παραδοσιακή διαδικασία. Πρώτα αναγνωρίστηκε από τα θεία χαρίσματα που του δόθηκαν και σκόρπησε προς κάθε κατεύθυνση. Κατόπιν πέρασε στην συνείδηση του λαού αυθόρμητα. Και κατόπιν οδηγήθηκε η διοίκηση να κάνει την επίσημη πράξη.
03.jpg
Έτσι στις 19-3-1998 με αρ. πρωτ. 323 της Πατριαρχικής και Συνοδικής πράξης του Οικουμενικού Πατριαρχείου, μετά από εισήγηση τόσο της Ι. Μ. Βατοπεδίου (ηγούμενος αρχ. Ευφραίμ), όσο και της Δ. Ι. Σ. της Εκκλησίας της Ελλάδος (αρχιεπίσκοπος ο μακ. Σεραφείμ) θεσπίστηκε «... όπως από του νυν και εις το εξης εις αιώνα τον άπαντα, Ιωακείμ ο Βατοπεδινός ο Παπουλάκης συναριθμείται τοις οσίοις και αγίοις της Εκκλησίας ανδράσοιν, ετησίοις ιεροτελεστίες και αγρυπνίαις τιμώμενος, και ύμνοις εγκωμίων γεραιρόμενος, τη μεν β' Μαρτίου, εν ή μακαρίως προς τον Κύριος εξεδήμησεν, τη δε ι' / κγ' Μαΐου, επί τη ανακομιδή των ιερών αυτού λειψάνων... ».
Η´. Βιβλιογραφία
1. Γέροντος Ιωσήφ, Ο Παπουλάκης,  Άγιος Ιωακείμ ο Βατοπαιδινός, ΨΥΧΩΦΕΛΗ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΑ 6, Β' έκδοση 1998,  Ι. Μ Βατοπεδίου.
2. Κωνσταντίνου Π. Κανέλλου, Ο ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΚΕΙΜ Ο ΙΘΑΚΗΣΙΟΣ (1786-1868),  ΙΘΑΚΗ 2000.
3. ΕΝΟΡΙΑΚΟΣ ΠΑΛΜΟΣ  Ι. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου Οβρυάς, έτος 5ο, αρ. φ. 51, ΜΑΡΤΙΟΣ 2000.
8. Για τη διακήρυξη των αγίων, Πρωτοπρ. Κ. Ν. Παπαδόπουλος, περιοδικό Σύναξη, τ. 102, Αγιότητα & Αγιοποιήσεις,  ΑΠΡΙΛΙΟΣ - ΙΟΥΝΙΟΣ 2007, σελ. 13-23.
Επιμέλεια - Παρουσίαση: Π. Μ.

Άγιος νέος ιερομάρτυς Συλβέστρος του Όμσκ(+13/26 Φεβρουαρίου 1920) Εικόνα 1 από 17

Ὁ κατά κόσμον Ἰουστῖνος Λβόβιτς Olshevsky γεννήθηκε τό 1860 στό χωριό Kosovno τοῦ Κιέβου, σέ οἰκογένεια Διακόνου. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο καί τήν Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου. Τό 1889 διορίστηκε Ἐπισκοπικός Ἱεραπόστολος στό Κίεβο καί τό 1890 στήν Πολτάβα. Στόν Κλῆρο ἐντάχθηκε τό 1892, τό 1902 ἔγινε Πρωθιερέας καί τό 1910 μοναχός - Ἀρχιμανδρίτης. Τό 1911 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Πριλοῦκι, βοηθός τῆς ἐπαρχίας τῆς Πολτάβας.
Картинка 3 из 12
 Ἡ χειροτονία του ἔγινε στή Λαύρα Νέβσκι, ἀπό τόν ἔπειτα Ἱερομάρτυρα Μητροπ. Μόσχας Βλαδίμηρο (+ 1918). Τό 1914 μετατέθηκε στό Τσελιάμπινσκ καί τό 1915 στό Ὄμσκ.
Εικόνα 14 από 17
 Τό 1918 ὁ Πατριάρχης Τύχων τόν ὀνόμασε Ἀρχιεπίσκοπο. Συνελήφθη τό 1920 καί ἀπεβίωσε στή φυλακή ἀπό τίς κακουχίες,στις 13/ 26. 2. 1920./πηγή

Ο Όσιος στάρετς Ανατόλιος ο νέος της Όπτινα(+30 Ιουλίου 1922)



O στάρετς Ανατόλιος, που ονομάστηκε «νεότερος» για να ξεχωρίζει από τον άλλο στάρετς Άνατόλιο,το Ζερτσάλωφ, ήταν ένας από τους πιο συμπαθείς στάρετς της "Οπτινα. Ξεχώριζε για το προορατικό του χάρισμα και την αγάπη του κι ήταν ό πρώτος ίσως από τους γέροντες πού δέχτηκε σχεδόν μαρτυρικό θάνατο. Στό πρόσωπο του στάρετς Άνατολίου μπορούσες να διακρίνεις κάτι από τη φρεσκάδα πού 'χουν τ' αγριολούλουδα, είχε πάντα μια νεανική διάθεση και μια ήρεμη χαρά.
 Ό π. Άνατόλιος, κατά κόσμον Αλέξανδρος Ποτάπωφ, ήθελε από πολύ μικρός να γίνει μοναχός. Ή μητέρα του όμως αρνιόταν να τον αφήσει να πάει σε μοναστήρι, αν και δεν ήταν ό μοναδικός γιος στην οικογένεια. Έτσι έφυγε για το μοναστήρι μετά το θάνατο της, όπως ακριβώς έκανε κι ό μεγάλος άγιος της Ρωσίας, ό Σέργιος του Ραντονέζ. Ό Αλέξανδρος πήγε κατ' ευθεία στην "Οπτινα και για πολλά χρόνια ήταν διακονητής του στάρετς Αμβροσίου. Ζώντας κοντά στο μεγάλο στάρετς προσπαθούσε ν' αφομοιώσει κυριολεκτικά το πνεύμα αύτοΰ του μεγάλου οσίου και φαίνε­ται ότι το κατώρθωσε σε σημαντικό βαθμό. Ενώ ήταν ακό­μα ιεροδιάκονος ανέλαβε τα καθήκοντα του πνευματικού, στη σκήτη πρώτα κι έπειτα στο μοναστήρι. Ιδιαίτερα οι επι­σκέπτες του μοναστηρίου κι οΐ προσκυνητές τον σέβονταν καί τον αγαπούσαν πολύ.
Από τίς πρώτες μέρες του στην "Οπτινα επιδόθηκε με ζήλο στην αυστηρή ασκητική ζωή. Πρόσεχε μ' επιμέλεια την τήρηση του νου του καί προσπαθούσε να μη βγαίνει από το κελλί του, ενώ ταυτόχρονα συμμετείχε μ' απλότητα καί προθυμία σ' όλα τα διακονήματα του μοναστηρίου κι ήταν ιδιαίτερα προσεχτικός στην αγάπη του προς τους αδελφούς, τους επισκέπτες, τη φύση κι όλη τη δημιουργία. Ό μοναχικός τρόπος ζωής στο μοναστήρι με το ωραίο τυπικό, τίς εκκλησιαστικές ακολουθίες, τους γέροντες και την πλούσια πνευματικότητα, τον διαμόρφωσαν σ' ένα μεγάλο ασκητή.
 Τη νύχτα δεν κοιμόταν σχεδόν καθόλου, την περνούσε ολόκληρη με την προσευχή του Ιησού. Καί στίς ακολουθίες στην εκκλησία πολλές φορές από την κούραση τον μισοέπαιρνε ό ύπνος όσο διαβάζονταν τα καθίσματα. "Οποιος δεν ήξερε το νυχτερινό αγώνα του στην προσευχή μερικές φορές τον κατέκρινε πώς ήταν αμελής στα καθήκοντα του. Ή εσω­τερική αυτή εργασία όμως τον γέμιζε με εσωτερική ειρήνη άδιατάραχτη. Κι αυτή τον βοήθησε να γίνει μαζί μ' όλους τους προκατόχους του στάρετς ένας μεγάλος ευεργέτης ολό­κληρης της κοινωνίας και να οδηγήσει τίς ψυχές χιλιάδων Ρώσων στην ευλάβεια, στην αληθινή χριστιανική ζωή. Πολύ αγαπούσε τον άγιο Τύχωνα του Ζαντόνσκ καί γι' αυτό πρόσφερε συχνά στους πιστούς ένα αντίτυπο από το βιβλίο του «Ό Πραγματικός Χριστιανισμός».
 Ό στάρετς Ανατολίος είχε το εκπληκτικό χάρισμα να διαβάζει τίς κινήσεις της ψυχής του ανθρώπου, τους λογι­σμούς του, τίς σκέψεις του..
Ο στάρετς Ανατόλιος με τον μητροπολίτη Μόσχας Μακάριο
«Το 1916, γράφει ή Κα Ελένη Κόντζεβιτς, σύζυγος του συγγραφέα Ίβάν Κόντζεβιτς, άκουσε ότι ό π. Άνατόλιος θα πήγαινε στην Αγία Πετρούπολη και θα έμενε στον κύριο Γιούσωφ.Έτσι πήγε εκεί για να τον συναντήσουμε οι τρεις μας:ο αδελφός μου,η αδελφή μου κι εγώ.Στο δρόμο τ΄αδέλφια μου έλεγαν πως το μόνο που ήθελαν ήταν να πάρουν την ευχή του.Εγώ είπα πώς ήθελα πάρα πολύ να μιλήσω μαζί του, Ό στάρετς βγήκε κάποια στιγμή στο δωμάτιο πού τον περίμεναν πολλοί άνθρωποι καί μας ευλό­γησε όλους, λέγοντας καί κάποια λόγια στον καθένα μας ξεχωριστά. Ό στάρετς Άνατόλιος έμοιαζε πολύ με τον όσιο Σεραφείμ, όπως ιστορείται στίς εικόνες του: κυρτός, μ' ένα πολύ στοργικό καί ταπεινό πρόσωπο. "Αν δεν τον έχεις δεΐ, είναι δύσκολο να σου τον περιγράψει ό άλλος. Σάν ήρθε ή σειρά μας ό στάρετς ευλόγησε τον αδερφό μου καί την αδερ­φή μου καί δεν τους είπε τίποτα. Σ'εμένα είπε: "Εσύ θέλεις να μιλήσεις λίγο μαζί μου, έτσι δεν είναι; Τώρα δεν μπορώ. "Ελα το βράδυ". "Αν καί δεν είχα πει κουβέντα, ό στάρετς διάβασε τη σκέψη μου». Τέτοια περιστατικά έχουν αναφερ­θεί πάρα πολλά

Στά τελευταία χρόνια της ζωής του ό στάρετς ζούσε κοντά στην εκκλησία. Ή ανασφάλεια κι ή ανησυχία των ανθρώπων από τον επαναστατικό αθεϊσμό οδηγούσε τους πιστούς στους στάρετς Άνατόλιο καί Νεκτάριο, τους τελευ­ταίους άπομείναντες γέροντες της "Οπτινα. 'Εκεί ζητούσαν παρηγοριά καί πνευματική ενίσχυση.
 Από τα τέλη του 1917 οι σοβιετικές αρχές άρχισαν τους διωγμούς των μοναχών σ' όλη τη Ρωσία. Ή "Οπτινα κρα­τικοποιήθηκε. Οί σοβιετικοί δέν είχαν βέβαια ανάγκη από μοναστήρι. Είχαν σκοπό να του αλλάξουν μορφή. Ευτυχώς αντέδρασαν οι τοπικοί πιστοί, ανάμεσα τους καί μερικοί πού είχαν κάποια επιρροή, καί το μοναστήρι μετατράπηκε σε μουσείο, ενώ άφησαν καί μια εκκλησία να λειτουργεί. Ό στάρετς Άνατόλιος είδε τους έκατοντάδςς μοναχούς πού ζοϋσαν ακόμα στην "Οπτινα να διασκορπίζονται στους τέσ­σερις ανέμους. "Αλλοι ρίχτηκαν στη φυλακή, άλλοι θανατώ­θηκαν. Οί διάδοχοι εκείνων των ευλαβών καί αγίων στά­ρετς, πού είχαν διαδραματίσει ένα σπουδαίο ρόλο στην πνευ­ματική Ιστορία της χώρας τους, τώρα διώκονταν ανηλεώς, λες κι ήταν κακούργοι. Καί τότε ακόμα όμως οί πιστοί έτρε­χαν στο μοναστήρι αναζητώντας παρηγοριά στον άγιο αυτόν τόπο.
 Δυστυχώς έφτασε κι ή σειρά του στάρετς Άνατολίου. Οί στρατιώτες του Ερυθρού Στρατού τον συνέλαβαν πολλές φορές, τον ξύρισαν, τον βασάνισαν, τον μυκτήρισαν. Υπόφε­ρε πολλά. Δεν έπαψε όμως να δέχεται τους πιστούς οπότε του δίνονταν ή ευκαιρία. Το βράδυ της 29ης Ιουλίου του 1922 τον επισκέφτηκε μια επιτροπή από σοβιετικούς, τον άνέκρινε για πολύ ώρα, καί μετά του είπαν πώς θα τον συλ­λάβουν. Ό στάρετς δε διαμαρτυρήθηκε. Μόνο τους ζήτησε ταπεινά να καθυστερήσουν τη σύλληψη του 24 ώρες για να ετοιμαστεί. Εκείνοι προειδοποίησαν αυστηρά κι απείλησαν το διακονητή του π. Βαρνάβα, τον καμπούρη, να ετοιμάσει το γέροντα, γιατί την άλλη μέρα θα τον έπαιρναν.
Το λείψανο του Οσίου στάρετς Ανατολίου του νεότερου στην Όπτινα
"Εφτασε ή νύχτα κι ό στάρετς άρχισε να ετοιμάζεται για την αναχώρηση του. Την άλλη μέρα το πρωί ή επιτροπή γύρισε. Τα μέλη της επιτροπής βγήκαν από τ' αυτοκίνητα τους καί ρώτησαν τον π. Βαρνάβα:  
 -Ετοιμάστηκε;
— Μάλιστα, απάντησε έκείνος."Ανοιξε την πόρτα καί τους οδήγησε στο κελλί του στά­ρετς. Εδώ τους περίμενε μια έκπληξη πού τους άφησε εμβρόντητους. Ό στάρετς, μετά την «προετοιμασία» του, κείτονταν νεκρός στο φέρετρο του, στη μέση του δωματίου. Ό Κύριος δεν επέτρεψε να μυκτηρίσουν κι άλλο τον πιστό δοΰλο Του καί τον πήρε μαζί του την ίδια εκείνη νύχτα.Λίγες μέρες νωρίτερα ό στάρετς είχε ειδοποιήσει πολλούς ανθρώπους, άλλους μ' επιστολή, άλλους εμφανιζόμενος στον ύπνο τους κι άλλους ακόμα με διάφορους τρόπους να τον επισκεφτούν στο κελλί του. Τους περίμενε για την κηδεία του. Το σκήνωμα του ενταφιάστηκε δίπλα στον τάφο  του στάρετς Μακαρίου, του οποίου τα λείψανα βρέθηκαν  άφθαρτα.
Από το βιβλίο του Πέτρου Μπότση«Πατερικό της Όπτινα»/www.proskynitis.blogspot.com

Άγιος Ανατόλιος ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Οδησσού

Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ανατόλιος γεννήθηκε το έτος 1880 μ.Χ. στην πόλη Κοβέλ της Βολυνίας. Σπούδασε στη θεολογική ακαδημία του Κιέβου και συνέχισε τις σπουδές του στην ιστορία και στην μελέτη των αρχαίων χειρογράφων της Βιβλιοθήκης του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Το 1913 μ.Χ. εξελέγη Επίσκοπος του Σιστοπόλ και το 1927 μ.Χ. μετετέθη στην Επισκοπή της Οδησσού.



Ο Άγιος Ανατόλιος εκδιώχθηκε και φυλακίσθηκε από το σοβιετικό καθεστώς, γιατί δεν συμφωνούσε με αυτά που προσπαθούσαν να επιβάλλουν στη διοίκηση και την ζωή της Εκκλησίας.
 Οι κακουχίες τον ταλαιπώρησαν και κατέστρεψαν την κλονισμένη υγεία του. Έτσι η καρδιά του δεν άντεξε και ο Άγιος Ανατόλιος κοιμήθηκε το έτος 1938 μ.Χ. Η μνήμη του τιμάται στις 23 Ιανουαρίου

Ο Άγιος Σέργιος του Ραντονέζ ο θαυματουργός (25 Σεπτεμβρίου)


Ο όσιος Σέργιος ήταν ο δεύτερος από τους τρεις υιούς ευσεβών βογιάρων, του Κυρίλλου και της Μαρίας, οι οποίοι διεκρίνοντο γιά τον πλούτο και την ισχύ τους στην ηγεμονία του Ροστώφ. Λίγες ημέρες πριν από την γέννησι του αγίου, ο Θεός με σημείο προεμήνυσε την μελλοντική δόξα του δούλου Του. Μία Κυριακή φώναξε δυνατά τρεις φορές κατά την διάρκεια της θείας Λειτουργίας μέσα από την κοιλιά της μητέρας του. Γεννήθηκε το 1314 και οι γονείς του στό βάπτισμα τον ονόμασαν Βαρθολομαίο. Το σκεύος αυτό της Αγίας Τριάδος τις Τετάρτες, τις Παρασκευές και όταν η μητέρα του κρεοφαγούσε, δεν θήλαζε το μητρικό γάλα.

Σε ηλικία επτά ετών, ο Βαρθολομαίος εστάλη από τους γονείς του να μάθη γράμματα. Παρ’ όλη όμως την επιμέλειά του, δεν προόδευε και με πολλά δάκρυα ζητούσε την θεία βοήθεια. Του συνέβη τότε κάτι παρόμοιο με τον Σαούλ (βλ. Α΄ Βασ. κεφ. 9). Μία ημέρα ο πατέρας του τον έστειλε να βρή τα χαμένα τους άλογα και ο Βαρθολομαίος συνάντησε έναν ιερομόναχο, που προσευχόταν κάτω από μία βελανιδιά. Με απλότητα τού είπε την δυσκολία του και ο γέροντας τον ευλόγησε και τού έδωσε να φάη ένα κομμάτι πρόσφορο ως σημείον της χάριτος του Θεού για την κατανόησι των γραμμάτων. Του προφήτευσε δε ότι θα γίνη κατοικητήριο της Αγίας Τριάδος και θα οδηγήση πολλούς στην κατανόησι του θείου θελήματος. Μετά το περιστατικό αυτό, άνοιξαν οι οφθαλμοί του νου του και ο Βαρθολομαίος με ζήλο παρακολουθούσε τις εκκλησιαστικές ακολουθίες και μελετούσε την Αγία Γραφή. Νωρίς άρχισε και αυστηρή νηστεία. Την Τετάρτη και την Παρασκευή έμενε τελείως άσιτος, ενώ τις άλλες ημέρες του αρκούσε ξερό ψωμί και νερό.

Τον καιρό εκείνο, λόγω της καταλήψεως του Ροστώφ από τον μεγάλο ηγεμόνα της Μόσχας Ιωάννη Καλιτά, ο πατέρας του επτώχευσε και γύρω στο 1330 αναγκάσθηκε να μετοικήση με την οικογένειά του στο Ραντονέζ. Ο Βαρθολομαίος παρέμεινε κοντά στους ηλικιωμένους γονείς του, έως ότου έγιναν μοναχοί και αναπαύθηκαν στην μονή της Θεοτόκου, στο Χότκωφ. Αποδεσμευμένος τότε από κάθε φροντίδα, σαν διψασμένο ελάφι αναζητούσε — με την βοήθεια του αδελφού του Στεφάνου, ο οποίος μετά τον αιφνίδιο θάνατο της γυναίκας του είχε γίνει μοναχός — τόπον κατάλληλο για ησυχαστική ζωή. Μετά από πολλές έρευνες βρήκε κάποιο ξέφωτο στην καρδιά παρθένου δάσους, δέκα χιλιόμετρα μακριά από το Ραντονέζ. Με κορμούς δένδρων έφτιαξαν μια καλύβα και μια μικρή Εκκλησία, την οποίαν αφιέρωσαν στήν Αγία Τριάδα. Ο Στέφανος όμως δεν άντεχε στις στερήσεις της ερήμου και σύντομα ανεχώρησε για την μονή των Θεοφανείων (Μπογκογιαβλένσκυ), στην Μόσχα. Μένοντας ολομόναχος ο Βαρθολομαίος δεν αποθαρρύνθηκε. Το 1337, σε ηλικία είκοσι τριών ετών, έλαβε από τον ηγούμενο Μητροφάνη το μοναχικό σχήμα και ονομάσθηκε Σέργιος. Την περίοδο αυτήμόνον ο Θεός γνωρίζει τους αγώνες και τις δοκιμασίες του από τις επιθέσεις των δαιμόνων μέσα στην άγρια μοναξιά του δάσους, που την διέσχιζαν τα ουρλιαχτά των λύκων και των αρκούδων. Τα θηρία πολλές φορές έφθαναν ως την καλύβα του. Ο Σέργιος γρήγορα συμφιλιώθηκε με μια αρκούδα, που τον επισκεπτόταν καθημερινά, για να βρη λίγη τροφή. Μαζί της μοιραζόταν το λιγοστό ψωμί του, τοποθετώντας το μερίδιό της επάνω σε ένα κούτσουρο. Αν το ψωμί ήταν ελάχιστο, το έδινε σε εκείνην, για να μην την απογοητεύση, και αυτός έμενε νηστικός.

Ύστερα από δύο περίπου χρόνια τελείας μονώσεως, σιγά-σιγά συναθροίσθηκαν κοντά του δώδεκα αδελφοί. Ο καθένας έκτιζε το κελλί του και φρόντιζε μόνος για την εξεύρεσι των αναγκαίων. Καθημερινά τελούσαν από κοινού στην εκκλησία όλες τις ακολουθίες. Για την θεία λειτουργία καλούσαν Ιερέα από το κοντινό χωριό. Παρά την υποτυπώδη κοινή διαβίωσι, ο όσιος με πολλή ταπείνωσι διακονούσε την μικρή αδελφότητα. Εκοβε ξύλα από το δάσος, άλεθε το σιτάρι, ζύμωνε και φούρνιζε τα ψωμιά, μαγείρευε, μετέφερε νερό και το άφηνε μπροστά σε κάθε κελλί, έρραβε ρούχα, επιδιόρθωνε υποδήματα. Με την έμπρακτη αυτή αγάπη προς τους αδελφούς, τους έδιδε στα ανθρώπινα μέτρα μία εικόνα της τελείας κοινωνίας των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδος, ώστε προσβλέποντας προς αυτήν οι μοναχοί του να αντικατοπτρίζουν στην ζωή τους την αμοιβαία θεϊκή αγάπη και ενότητα εν ελευθερία.

Σύντομα, ήλθε να ζήση μαζί τους και ο ηγούμενος Μητροφάνης, που είχε κείρει τον Σέργιο μοναχό. Όταν μετά από ένα χρόνο αναπαύθηκε, οι αδελφοί με επιμονή ζητούσαν από τον Σέργιο να γίνη αυτός ηγούμενός τους. Ο όσιος από ταπείνωσι αρνήθηκε. Μετά όμως από παρακλήσεις και απειλές φοβήθηκε την κρίσι του Θεού και υπέκυψε. Το 1354 χειροτονήθηκε ιερεύς και ενθρονίσθηκε ηγούμενος από τον επίσκοπο Βολυνίας Αθανάσιο. Τελούσε καθημερινά την θεία λειτουργία και σε κάθε ακολουθία πήγαινε πρώτος στην εκκλησία. Τα πρόσφορα, τα κεριά και τα κόλλυβα τα ετοίμαζε πάντα μόνος του. Υπό την καθοδήγησί του οι αδελφοί την ημέρα ενάλλασσαν τον χρόνο τους μεταξύ της προσευχής και της χειρωνακτικής εργασίας. Την νύκτα οι ώρες ήσαν αφιερωμένες αποκλειστικά στον Θεό. Μετά το απόδειπνο απαγόρευε αυστηρά τις συζητήσεις μεταξύ των αδελφών και τις επισκέψεις στα κελλιά. Στην αρχή εστερούντο και τα πιο απαραίτητα. Για φωτισμό στις ακολουθίες χρησιμοποιούσαν δαδιά από σημύδα. Σε φλοιούς σημύδας επίσης ήσαν γραμμένα και τα λειτουργικά τους βιβλία. Για να χαλκεύση την εμπιστοσύνη των μοναχών του στην θεία Πρόνοια, τους απαγόρευε αυστηρά να ζητούν ελεημοσύνες για τις ανάγκες τους.

Κάποτε, που υπέφεραν από μεγάλη έλλειψι τροφής, ο ίδιος ο όσιος, αφού έμεινε τελείως νηστικός τρεις ημέρες, την τετάρτη εργάσθηκε από το πρωΐ ανοίγοντας δρόμο μπροστά στο κελλί του γέροντος Δανιήλ. Ως αμοιβή τού εζήτησε λίγα κομμάτια μουχλιασμένο ψωμί, που δεν τα πήρε πριν από την ενάτη ώρα. Άλλη φορά πάλι, που αρκετοί από τους αδελφούς, πιεζόμενοι από την πείνα, εγόγγυζαν εναντίον του και τον απειλούσαν πως θα τον εγκαταλείψουν και θα φύγουν, ο Θεός τούς έστειλε με άγνωστους ευεργέτες άμαξες με πολλά τρόφιμα και προμήθειες.

Κάποια νύκτα, καθώς ο όσιος προσευχόταν για τους μαθητάς του, άκουσε φωνή: «Σέργιε! Ο Κύριος εισήκουσε τις προσευχές σου. Κοίταξε τί πλήθος συναθροίσθηκε γύρω σου εις το όνομα της Αγίας Τριάδος!». Ο Σέργιος άνοιξε το παράθυρο και είδε μέσα σε υπερκόσμιο φώς, που κατηύγαζε το νυκτερινό στερέωμα, χιλιάδες πουλιά να πετούν επάνω και γύρω από την μονή, κελαηδώντας μια εξαίσια μελωδία. «Σαν αυτά τα πουλιά», συνέχισε η φωνή, «θα πληθυνθούν οι μαθηταί σου και δεν θα λείψουν ποτέ αυτοί που θα θελήσουν να ακολουθήσουν τα ίχνη σου».

Περί το 1355 ο οικουμενικός πατριάρχης άγιος Φιλόθεος Κόκκινος (βλ. 11 Οκτ.) έστειλε στον όσιο σταυρό, πολυσταύρι και σχήμα, συνοδευόμενα από μία επιστολή, στην οποία έγραφε: «Πληροφορηθήκαμε για τον ενάρετο κατά Θεόν βίο σας και αινέσαμε και δοξάσαμε τον Θεό. Ένα όμως κεφαλαιώδες σάς λείπει· δεν έχετε το Κοινόβιο. Γνωρίζεις, οσιώτατε, ότι και αυτός ο θεοπάτωρ προφήτης Δαβίδ τίποτε δεν εγκωμίασε τόσο, όσο το κοινόβιο λέγων· «Ιδού δή τί καλόν ή τί τερπνόν, αλλ’ ή το κατοικείν αδελφούς επί το αυτό;» (Ψαλμ. 132, 1). Γι’ αυτό και εμείς σάς δίνομε καλή συμβουλή να ιδρύσετε Κοινόβιο». Ενθαρρυνόμενος και από τον μητροπολίτη Μόσχας Αλέξιο (βλ. 12 Φεβρ.), ο όσιος εισήγαγε στην μονή πλήρες κοινοβιακό σύστημα· κανείς δεν μπορούσε να έχη κάτι υπό την κατοχή του ή να ονομάζη κάτι ιδικό του. Τα πάντα ήσαν κοινά κατά τις υποτυπώσεις των αγίων πατέρων. Αν και ο ίδιος παρέμεινε εραστής της ησυχίας, δέχθηκε να αναλάβη την ευθύνη της κοινοβιακής ζωής. Για τον κάθε μαθητή του έγινε όχι μόνον ο ηγούμενος, αλλά και ο πατέρας και ο χειραγωγός εις Χριστόν.

Η συνεχής αύξησις των μαθητών του έφερε ευημερία στο μοναστήρι· και ο όσιος, ακριβής τηρητής της μοναχικής ακτημοσύνης, θέσπισε την φιλοξενία και την φιλανθρωπία, ώστε να ξοδεύεται εκεί το «περίσσευμα». Η ουσιαστική αυτή αλλαγή στην ζωή της αδελφότητος δεν έγινε χωρίς αντιδράσεις. Μερικοί, δυσαρεστημένοι από το νέο σύστημα, γόγγυζαν για την πειθαρχία και τους περιορισμούς, τους οποίους επέβαλλε το κοινόβιο, και ήθελαν να παυθή ο Σέργιος από ηγούμενος. Ο ίδιος ο αδελφός του Στέφανος, που είχε επανέλθει στο Μοναστήρι μαζί με τον μικρό του υιό Ιωάννη – τον μετέπειτα όσιο Θεόδωρο του Σιμονώφ (βλ. 28 Νοεμ.) – κάποια Κυριακή στον εσπερινό, ακούσθηκε να φωνάζη δυνατά μέσα στην εκκλησία: «Ποιός είναι εδώ ο ηγούμενος; Εγώ δεν ήλθα πρώτος σ’ αυτόν τόν τόπο;». Ο όσιος τον άκουσε μέσα από το ιερό, αλλά εσιώπησε. Μετά την ακολουθία ανεχώρησε από το μοναστήρι και εγκαταστάθηκε σε έρημη τοποθεσία, κοντά στον ποταμό Κίρζατς, όπου ίδρυσε την μονή του Ευαγγελισμού. Αρκετοί αδελφοί τότε, μη υποφέροντας την στέρησι του πνευματικού τους πατρός, ανήσυχοι τον αναζητούσαν. Τέλος, κατέφυγαν στον μητροπολίτη Αλέξιο, ο οποίος έδωσε εντολή στον Σέργιο να επιστρέψη στην μονή του, διότι η παρουσία του ήταν τόσο αναγκαία.

Όταν ο Αλέξιος διαισθάνθηκε το τέλος του, κάλεσε κοντά του τόν Σέργιο, του πρόσφερε το αρχιερατικό του εγκόλπιο και προσπάθησε να τον πείση να γίνη ο διάδοχός του στην μητρόπολι της Μόσχας. Παρά την μεγάλη πίεσι, ανυποχώρητος στην άρνησί του ο όσιος, με πολλή ταπείνωσι τον εβεβαίωνε ότι ήταν ο αμαρτωλότερος πάντων και ο πλέον ακατάλληλος για τις ευθύνες του υψηλού αυτού αξιώματος. Φοβούμενος ο Αλέξιος μήπως ο Σέργιος εξ αιτίας της πιέσεως αναχώρηση από την περιοχή και τον χάση τελείως, τον άφησε να επιστρέψη ήσυχος στην μονή του. Όταν το 1378 ο μητροπολίτης εκοιμήθη, οι πρίγκιπες έκαναν μία ακόμη προσπάθεια να πείσουν τον Σέργιο να αναλάβη την διαποίμανσι της Ρωσικής Εκκλησίας. Ο όσιος και πάλι αρνήθηκε, καί στόν θρόνο, ύστερα από μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις, ανήλθε ο άγιος Κυπριανός (βλ. 16 Σεπτ.).

Το 1380, ο μέγας ηγεμών της Μόσχας άγιος Δημήτριος Ιβάνοβιτς (βλ. 19 Μαΐ), προτού αντιμετωπίση τον χαγάνο (δηλαδή τον αρχηγό των Τατάρων/Μογγόλων) Μαμάη, ο που είχε αποφασίσει να κατακυριεύση την γη της Ρωσίας, πήγε να συμβουλευθή τον όσιο. Εκείνος του προείπε την νίκη, τον ευλόγησε και του έδωσε ως συντρόφους δύο από τους μοναχούς του. Η αναμέτρησις των Ρώσων με την απειράριθμη ταταρική στρατιά έγινε στην πεδιάδα του Κουλίκοβο, νοτίως του ποταμού Όκα, στις 8 Σεπτεμβρίου 1380. Κατά την διάρκεια της μάχης ο όσιος προσευχόταν στην λαύρα του με τους αδελφούς. Με τους διορατικούς οφθαλμούς του έβλεπε την αισία έκβασι των μαχών και έως την τελική κατατρόπωσι του εχθρού πληροφορούσε τους αδελφούς, κατονόμαζε ένα-ένα τους πεσόντας και προσευχόταν για την ανάπαυσι της ψυχής τους. Η περίφημη αυτή νίκη του Κουλίκοβο απετέλεσε την απαρχή της απελευθερώσεως της Ρωσίας από τον ταταρικό ζυγό και έπαιξε καθοριστικό ρόλο για το μέλλον της χώρας.

Μία νύκτα, τέσσερα χρόνια πριν από την κοίμησί του, καθώς ο όσιος έψαλλε τους χαιρετισμούς μπροστά στην εικόνα της Θεοτόκου και προσευχόταν θερμά για το μοναστήρι του, τον επισκέφθηκε μέσα σε εκτυφλωτική φωτοχυσία η Παναγία, συνοδευομένη από τους αποστόλους Πέτρο και Ιωάννη. Ο όσιος έκθαμβος έπεσε στο έδαφος. Η Θεοτόκος τον έπιασε από το χέρι και είπε: «Μή φοβάσαι, εκλεκτέ μου! Ηλθα να σέ επισκεφθώ. Οι προσευχές σου για τους μαθητάς σου εισακούσθηκαν. Εγώ θα γίνω προστάτις της μονής σου, όχι μόνον τώρα που ζής αλλά και μετά τον θάνατό σου».

Το όραμα αυτό ήταν και ένα σημείο πως πλησιάζει το τέλος του. Προαισθανόμενος την αναχώρησί του από τα επίγεια έξι μήνες νωρίτερα, εσύναξε την αδελφότητα, της υπέδειξε ως διάδοχό του τον Νίκωνα (βλ. 17 Νοεμ.) και αποσύρθηκε στην ησυχία, για να προετοιμασθή. Τον Σεπτέμβριο αρρώστησε βαρειά. Κάλεσε πάλι τους αδελφούς, τους έδωσε τις τελευταίες νουθεσίες και εκοιμήθη εν ειρήνη στις 25 Σεπτεμβρίου 1392, σε ηλικία εβδομήντα οκτώ ετών.

Άγιος Ευφρόσυνος ο Ιερομάρτυρας εκ Ρωσίας

Εορτάζει στις 20 Μαρτίου εκάστου έτους.
Βιογραφία
Ο Ιερομάρτυρας Ευφρόσυνος (Σινοζέρσκιυ), κατά κόσμο Εφραίμ, γεννήθηκε σε ένα χωριό της Καρελίας, κοντά στην λίμνη Λάντοζσκοε, κατά το δεύτερο ήμισυ του 16ου αιώνα μ.Χ. 
Αρχικά μόνασε στη μονή του Βάλαμο της Φιλανδίας, έπειτα στην περιοχή Ντολόκ της επαρχίας Νόβγκοροντ της Ρωσίας και στην συνέχεια κοντά στην λίμνη Σινίτσε. Χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος στη μονή Ουσπένσκι της πόλεως Τιχβίν και το έτος 1600 μ.Χ. άρχισε την ερημική ζωή στους άγριους βάλτους της λίμνης Σινίτσε.
Ο Όσιος έσκαψε ένα σπήλαιο, τοποθέτησε ένα Σταυρό και έζησε εκεί δύο χρόνια. Τρεφόταν μόνο με άγρια χόρτα. Όταν οι χωρικοί αντιλήφθηκαν την παρουσία του, άρχισαν να τον επισκέπτονται και να τον συμβουλεύονται για πνευματικά θέματα.
Το έτος 1612 μ.Χ. τα Πολωνικά στρατεύματα λεηλατούσαν την Ρωσία. Πολύς κόσμος βρήκε καταφύγιο στη μονή του Οσίου, ο οποίος προέβλεψε την επίθεση των Πολωνών στη μονή του και προέτρεψε τους ανθρώπους να φύγουν. Και όταν τον ρώτησαν: «Εσύ, γιατί δεν φεύγεις;» ο Γέροντας απάντησε: «Εγώ ήλθα εδώ να πεθάνω για τον Χριστό». Αυτοί που άκουσαν την συμβουλή του Οσίου σώθηκαν. Όσοι παρέμειναν βρήκαν τρομερό θάνατο.
Κοντά στον Όσιο Ευφρόσυνο ζούσε και ο μοναχός Ιωνάς. Τρομαγμένος από την προφητεία του Οσίου θέλησε και αυτός να φύγει. Όμως ο Όσιος τον σταμάτησε λέγοντας: «Αδελφέ Ιωνά, όταν θα αρχίσει η μάχη, πρέπει να δείξουμε την ανδρεία μας. Εμείς δώσαμε υπόσχεση να ζήσουμε και να πεθάνουμε ως ερημίτες. Οφείλουμε να κρατήσουμε την υπόσχεση την οποία δώσαμε στον Θεό. Μόνο ο θάνατος φέρνει ηρεμία. Άλλη περίπτωση οι λαϊκοί. Αυτοί δεν δεσμεύτηκαν με μοναχικές υποσχέσεις και πρέπει να προστατεύσουν τον εαυτό τους για την οικογένεια και τα παιδιά τους».
Μετά από αυτό ο Όσιος φόρεσε το μοναχικό σχήμα και όλη τη νύχτα προσευχόταν. Την επόμενη ημέρα, 20 Μαρτίου, οι Πολωνοί επιτέθηκαν κατά της μονής. Ο Όσιος φορώντας το μοναχικό σχήμα βγήκε έξω και στάθηκε δίπλα στον Σταυρό, που είχε τοποθετήσει όταν πρωτοπήγε στην περιοχή αυτή. Οι εχθροί ζήτησαν από τον Όσιο την περιουσία της μονής. «Όλη η περιουσία της μονής και η δική μου, επίσης, βρίσκεται στο ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου», είπε ο Άγιος, εννοώντας την αγάπη του προς τον Θεό, την οποία δεν μπορεί κανένας να αφαιρέσει από την καρδιά του πιστού. Οι κατακτητές δεν κατάλαβαν τα λόγια του και ένας από αυτούς τον χτύπησε με το ξίφος στον λαιμό. Ο Όσιος έπεσε νεκρός. Όταν οι Πολωνοί, οργισμένοι από το ότι δεν βρήκαν τίποτε, γύρισαν, ο δήμιος του Οσίου, σαν να μην ήταν αρκετό το πρώτο θανατηφόρο χτύπημα, άνοιξε την τίμια κεφαλή του Οσίου με τσεκούρι.
Στη μονή βρισκόταν, επίσης και ένας χωρικός που ονομαζόταν Ιωάννης Σουμά. Όταν οι εχθροί εισέβαλαν στη μονή, αυτός βρισκόταν στο κελί του Οσίου. Παρ' όλα τα βαριά τραύματα έμεινε ζωντανός και διηγήθηκε αργότερα στον υιό του αυτά που συνέβησαν.
Ο Όσιος Ευφρόσυνος ενταφιάσθηκε με τιμή και ευλάβεια στις 28 Μαρτίου και στον τόπο του ενταφιασμού του, μετά από τριάντα τέσσερα χρόνια, κτίσθηκε ναός προς τιμή της Αγίας Τριάδος. Με την ευλογία του Μητροπολίτη Νόβγκοροντ Μακαρίου, στις 25 Μαρτίου του έτους 1655 μ.Χ., τα ιερά λείψανα του Οσίου Ευφροσύνου μετεκομίσθησαν κάτω από το κωδωνοστάσιο του ναού.