Σάββατο 3 Αυγούστου 2013

Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: "Μυσταγωγία"

Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: "Μυσταγωγία"
Προοίμιο

Πῶς γίνεται ὁ σοφὸς σοφώτερος, ὅταν λάβη κάποια ἀφορμή, καὶ πῶς ὁ δίκαιος προκόβει στὴ γνώση, ὅταν μάθη, ὅπως ἀναφέρει ἡ θεία Παροιμία, σὺ ὁ ἴδιος, πιὸ σεβαστέ μου ἀπ' ὅλους, μοῦ ἔδειξες ὁλοκάθαρα μέσα στὴν ἴδια μου τὴν ἐμπειρία. Μοῦ ἔμαθες ἔμπρακτα ὅσα μὲ σοφία ὑποδηλώνει ὁ θεῖος λόγος. Μὲ ἄκουσες νὰ ἐκθέτω κάποτε, ὅπως μποροῦσα, ἐπιτροχάδην, μιὰ ἐπιτομὴ τῶν θαυμαστῶν μυστικῶν θεωριῶν ἑνὸς ἄλλου μεγάλου γέροντα, μὲ ἀληθινὴ σοφία στὰ θεῖα, σχετικὰ μὲ τὴν ἁγία Ἐκκλησία καὶ τὴν ἁγία σύναξη, ποὺ πραγματοποιεῖται σ' αὐτή.
Καὶ περισσότερο ἀπὸ ὅσο ὁ δάσκαλος ἀπὸ τὸ μαθητή, μοῦ ἐζητοῦσες ἀμέσως μὲ ἐπιμονὴ νὰ σοῦ κάνω γραφτὴ ὅλων αὐτῶν τὴν ἔκθεση. Ἤθελες νὰ ἔχης τὸ γραφτὸ σὰν ἀντιφάρμακο τῆς λήθης καὶ τῆς μνήμης ἐνισχυτικό, ἐπειδή, ἔλεγες, βρίσκει στὸ χρόνο αὐτὴ τὸ φυσικό της δαμαστή. Ἀνεπαίσθητα, ἔλεγες, μὲ τὴν παρέμβαση τῆς λήθης, μπορεῖ αὐτὸς ν' ἀφαιρέση τοὺς τύπους καὶ τὶς εἰκόνες ὅποιου μέσα μας βρίσκεται καλοῦ. Γι' αὐτὸ ἔχει ἀνάγκη ἡ μνήμη ὁπωσδήποτε ἀπὸ ἕνα μέσο νὰ τὴν ἀνανεώνη, τὸ μέσο ἐκεῖνο πού, φυλάγοντας παντοτινὰ ἀκμαία τὴ δύναμη τοῦ λόγου, ἔχει ἀπὸ τὴ φύση του τὴν ἰδιότητα νὰ συντηρῆ τὴ μνήμη ἀνεπηρέαστη κι ἀπαραμείωτη.

Πόσο τώρα εἶναι σοφώτερο, ἀπὸ τὴν ἁπλῆ ἀκρόαση, νὰ ἐπιζητῆς καὶ τὴ μόνιμη ἐξασφάλιση ὅσων ἄκουσες, τὸ ξέρει βέβαια κάθε ἄνθρωπος, ποὺ λίγο μόνο νοιάζεται γιὰ τὴ λογικὴ εὐγένειά του καὶ δὲν εἶναι ὁλότελα ξένος ἀπὸ τὴν οἰκειότητα μὲ τὸ λόγο.

Κι ἐγὼ δίσταζα στὴν ἀρχή, θέλοντας ν' ἀποφύγω —θὰ σᾶς πῶ τὴν ἀλήθεια— τὸ ζήτημα τοῦ λόγου. Ὄχι πὼς δὲν ἤθελα, ἀγαπημένοι μου, νὰ σᾶς προσφέρω μὲ κάθε τρόπο κατὰ τὴ δύναμή μου ὅ,τι ποθούσατε. Μοῦ ἔλειπε ἡ χάρη, ποὺ ὁδηγεῖ σὲ τοῦτο τοὺς ἂξιους• κι ἀκόμα δὲν εἶχα τὴν ἐμπειρία τῆς τέχνης ποὺ ἀπαιτεῖται καὶ τῆς τριβῆς μὲ τὸ λόγο. Εἶχα ζήσει στὴν ἀφάνειά μου κι ἤμουν ὁλότελα ἀμύητος στὴν τέχνη τῶν λόγων, ποὺ ὅλη τους ἡ χάρη βρίσκεται στὴν ἀπαγγελία τους μόνο κι εἶναι μεγάλη χαρὰ τῶν πολλῶν νὰ προσδιορίζουν τὴν ἀκουστικὴ ἡδονή τους κι ἄς μὴν ὑπάρχη πολλὲς φορὲς στὸ βάθος τίποτα ποὺ ν' ἀξίζη. Φοβόμουν ἀκόμα —γιὰ νὰ πῶ τὸ πιὸ σπουδαῖο καὶ τὸ πιὸ ἀληθινὸ— μήπως μὲ τὴ μηδαμινότητα τοῦ λόγου μου προσβάλω τὸν ὑψηλὸ καὶ λόγο καὶ στοχασμὸ τοῦ μακαριστοῦ ἐκείνου γέροντα. Ὑποχώρησα ὅμως ἀργότερα στὴν ὁρμὴ τῆς ἀγάπης, ποὺ εἶναι ἀπ' ὅλα πιὸ δυνατή, καὶ δέχθηκα θεληματικὰ τὴν ἐντολή της. Προτίμησα νὰ μὲ περιγελάσουν οἱ δύσκολοι ἐξαιτίας τῆς ὑπακοῆς μου γιὰ τὸ θράσος καὶ τὴν ἀπαιδευσία μου, παρὰ νὰ νομίσετε σεῖς ὅτι, μὲ τὴν ἀναβολή μου, δὲ θέλω νὰ σᾶς βοηθήσω μὲ ὅλη τὴν προθυμία μου σὲ κάθε καλό. Τὴ φροντίδα γιὰ τὸ πῶς θὰ μιλήσω τὴν ἄφησα στὸ Θεό, ποὺ εἶναι ὁ μοναδικὸς ποὺ θαυματουργεῖ καὶ ποὺ βάζει στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου τὴ γνώση καὶ δυναμώνει τὴ γλῶσσα τῶν μουγγῶν, βρίσκει διέξοδο στὰ ἀδιέξοδα, σηκώνει τὸν πεσμένο ἀπὸ τὸ πέσιμό του καὶ τὸ φτωχὸ τὸν ὀρθώνει ἀπὸ τὴν κόπρο του, ἐννοῶ τὸ σαρκικὸ φρόνημα καὶ τὸ δύσοσμο βοῦρκο τῶν παθῶν. Ἀπ' αὐτὸ σηκώνει ὅποιον ἒχει ταπεινὴ ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό του κι εἶναι φτωχὸς ἀπὸ κακία καὶ ἄπορος ἀπὸ διάθεση πρὸς αὐτήν. Ἤ, ἀντίθετα, ρίχνει αὐτὸν ποὺ εἶναι ἀκόμα πλεγμένος στὸ νόμο τῆς σάρκας καὶ στὰ πάθη καὶ γι' αὐτὸ εἶναι φτωχὸς κι ἄπορος τῆς χάρης, ποὺ φέρνει ἡ ἀρετὴ κι ἡ γνώση.

Ὁ πανάγιος κι ἀληθινὰ θεοφάντωρ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης στὴν πραγματεία του γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ Ἱεραρχία ἔχει συλλάβει κι ἐξηγήσει ἀντάξια στὴ μεγαλωσύνη τοῦ νοῦ του τὰ σύμβολα ποὺ χρησιμοποιοῦνται στὴν τελετὴ τῆς ἁγίας σύναξης. Γι' αὐτὸ πρέπει νὰ ἔχωμε ὑπ' ὄψη ὅτι ὁ λόγος μας δὲν ἐκθέτει τὰ ἴδια πράγματα, οὔτε προχωρεῖ ἀπὸ τοὺς ἲδιους δρόμους. Ἀποτελεῖ τόλμημα καὶ θράσος καὶ πλησιάζει τὴν ἀνοησία νὰ θελήση κανένας νὰ δοκιμασθῆ στὰ ἴδια μ' ἐκεῖνον, ἐνῷ δὲν μπορεῖ νὰ εἰσχωρήση σ' αὐτὰ καὶ νὰ τὰ κατανοήση. Κι ἀκόμα νὰ προβάλη σὰν δικά του ἐπιτεύγματα, ὅσα μυστήρια φανερώθηκαν θεϊκὰ σ' ἐκεῖνον μονάχα μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος. Θὰ ἐκτεθοῦν ἐδῶ ὅσα, μὲ τὴν ἰδέα ὅτι τὰ ἔχει ἐκεῖνος φιλάνθρωπα περιλάβει στὴν ἔκθεσή του, ἔχουν οἱ ἄλλοι ἀπὸ θέληση τοῦ Θεοῦ παραλείψει νὰ ἐκθέσουν καὶ νὰ γυμνάσουν ἔτσι κατὰ τὴν ἐπιθυμία τους τὴν ἴδια τους διάθεση γιὰ τὰ θεῖα• κι ἐκεῖνα, μὲ τὰ ὁποῖα γίνεται γνωστὴ σ' ἐμᾶς, σύμμετρα νοημένη, ἡ ὁλόφεγγη ἀκτινοβολία τῶν τελουμένων καί, πιασμένους στὸ δίχτυ τοῦ πόθου της, μᾶς κρατάει κοντά της. Τοῦτο γιὰ νὰ μὴ μείνουν ὁλότελ' ἀργοὶ οἱ μεταγενέστεροι καθ' ὅλη τὴ χρονικὴ διάρκεια τῆς ζωῆς αὐτῆς, ἐπειδὴ δὲ θὰ ἔχουν τὸ λόγο ποὺ μισθώνει στὴν καλλιέργεια τῆς θείας ἐκείνης ἀμπέλου, στὴν πνευματικὴ ἐργασία μέσα στὴν πνευματικὴ ἄμπελο, καὶ ἐπιστρέφει τὸ πνευματικὸ δηνάριο τῆς θεϊκῆς κι ἀληθινὰ βασιλικῆς εἰκόνας, συλημένο στὴν αὐγὴ τῆς ζωῆς ἀπὸ τὸν πονηρὸ μὲ ἀπάτη κατὰ τὴν παράβαση τῆς ἐντολῆς.

Δὲν ὑπόσχομαι ἀκόμα ὅτὶ θὰ ἐκθέσω μὲ τὴ σειρά, ὅλὰ ὅσα εἶδε στὴ μυστικὴ θεωρία του ὁ μακάριος γέροντας, οὔτε τοὺς ἴδιους τοὺς λόγους του, ὅπως τοὺς ἐννοεῖ ὁ ἴδιος κι ὅπως τοὺς διατύπωσε. Ἐκεῖνος ἦταν φιλόσοφος καὶ δάσκαλος ὅλης τῆς σοφίας, ποὺ ἀπὸ τὴν πολλὴ ἀρετὴ καὶ τὴ μακρόχρονη καὶ συστηματική του ἀπασχόληση καὶ τριβὴ μὲ τὰ θεῖα, ἀπελευθέρωσε τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ὕλης κι ἀπὸ τὶς φαντασίες, ποὺ αὐτὴ προξενεῖ. Ἦταν τὸ πνεῦμα του δίκαια λουσμένο στὶς θεϊκὲς λάμψεις καὶ γι' αὐτὸ μποροῦσε ν’ ἀντικρύζη κατάματα ὅσα δὲ βλέπουν οἱ πολλοὶ κι ὁ λόγος του ἦταν ἀκριβέστατος ἐξηγητὴς τῶν στοχασμῶν του. Σὰν τὸν καθρέφτη, ποὺ δὲν τὸν σκοτεινιάζει ἡ κηλίδα κανενὸς πάθους κι ἔχει τὴ δύναμη νὰ κρατήση καὶ ν' ἀποκαλύψη γνήσια ὅσα οἱ ἄλλοι μήτε νὰ στοχαστοῦνε δὲν μποροῦν. Κι ἔτσι μποροῦσαν οἱ ἀκροατὲς νὰ βλέπουν ὅλο τὸ νοῦ πάνω στὸ ὄχημα τοῦ λόγου• νὰ παρουσιάζωνται ὅλα ὅσα νοήθηκαν ὁλοκάθαρα μὲ ὅλο τὸ νόημά τους καὶ νὰ τὰ δέχονται μεταφερμένα μὲ τὴ βοήθεια τοῦ λόγου. Θὰ σᾶς ἐκθέσω ὅσα διασώζει ἡ μνήμη μου κι ὅσο μπορεῖ ἡ σκέψη μου νὰ παρακολουθήση θαμπὰ κι ἀκόμα πιὸ θαμπὰ ὁ λόγος μου νὰ διατυπώση. Θὰ μιλήσω ὅμως μ' εὐλάβεια, μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ ρίχνει φῶς στὰ σκοτεινά. Καὶ δὲν πρέπει, θαρρῶ, νὰ νομίζετε, σεῖς ποὺ γνωρίζετε νὰ κρίνετε ὀρθά, ὅτι κατ' ἄλλο τρόπο καὶ σκέφτομαι κι ἔχω τὴ δυνατότητα νὰ μιλῶ ἀπὸ ὅ,τι μπορῶ πραγματικὰ νὰ σκέφτωμαι καὶ νὰ λέγω κι ἀπ' ὅ,τι δίνει ἡ θεία χάρη

σύμφωνα μὲ τὴ δύναμη, ποὺ κατὰ πρόνοια μοῦ ἀναλογεῖ, ἀκόμα κι ἂν ἐκεῖνος, πού μοῦ παράδωσε τὰ μυστικὰ αὐτὰ κι ἔγινε δάσκαλός μου, φτάνη σὲ ὕψος ἀφάνταστο. Τὸ νὰ ζητῆς ἴσο ἀποτέλεσμα ἀπὸ κείνους, ποὺ δὲν εἶναι ἴσοι στὴν ἀρετὴ καὶ τὴ γνώση, δὲν ἀπέχει, νομίζω, ἀπὸ τὴν προσπάθεια μερικῶν νὰ δείξουν, ὅτι ἡ σελήνη φωτίζει ἴδια μὲ τὸν ἥλιο κι ἀπὸ τοὺς ἄλλους ποὺ βιάζουν, ὅσα δὲν εἶναι ἴδια σὲ ὅλα, νὰ συμφωνήσουν σὲ ὅλα μεταξύ τους. Πρᾶγμα ἀδύνατο κι ἀκατόρθωτο.

Ἂς προηγῆται ὁ Θεὸς σὲ ὅσα λέμε καὶ σκεφτόμαστε, ὁ μοναδικὸς νοῦς ὅσων νοοῦν καὶ ὅσων νοοῦνται, ὁ λόγος ὅσων λέγουν καὶ ὅσων λέγονται, ἡ ζωὴ ὅσων ζοῦνε κι ὅσων ζωοποιοῦνται, ποὺ εἶναι καὶ γίνεται τὰ πάντα γιὰ τὰ πάντα, γι' αὐτὰ τὰ ἴδια ποὺ εἶναι καὶ γίνονται καὶ ποὺ γιὰ τὸν ἑαυτό του μὲ κανένα τρόπο δὲν εἶναι καὶ δὲ γίνεται τίποτα ἀπ' ὅσα ἀναφέρονται σὲ κάποιο ἀπ' αὐτά, ποὺ εἶναι καὶ γίνονται, ἀφοῦ δὲν εἶναι καθόλου κατὰ τὴ φύση τῆς ἴδιας τάξης μὲ κανένα ἀπὸ τὰ ὄντα. Γιὰ τοῦτο δέχεται πιὸ πολὺ ν' ἀποδίδεται σ' ἐκεῖνον, σὰν συγγενικώτερο πρὸς τὴ φύση του, τὸ μὴ εἶναι, ἐπειδὴ ὑπερβαίνει τὸ εἶναι.

Γιατί —ἂν εἶναι ἀπαραίτητο γιὰ μᾶς νὰ γνωρίσωμε τὴ διαφορὰ τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν δημιουργημάτων— εἶναι ἀνάγκη ν' ἀποτελῆ θέση γιὰ τὸν πέρ' ἀπὸ τὰ ὄντα ὅ,τι εἶναι ἀφαίρεση γιὰ τὰ ὄντα• κι ἀντίθετα, ὅ,τι ἀποτελεῖ θέση γιὰ τὰ ὄντα, νὰ εἶναι ἀφαίρεση γιὰ τὸν πέρ' ἀπ' αὐτά• καὶ νὰ θεωροῦνται ὅτι εἶναι ἰσχυροὶ γι' αὐτὸν οἱ δυὸ χαρακτηρισμοί• καὶ πάλι, ὅτι κανένας ἀπὸ τοὺς δύο δὲν εἶναι ἰσχυρὸς γι' αὐτὸν —τὸ εἶναι καὶ τὸ μὴ εἶναι, θέλω νὰ πῶ. Εἶναι ἰσχυροὶ κι οἱ δύο, ἐπειδὴ ὁ καταφατικὸς βεβαιώνει ὅτι ὁ Θεὸς ὑπάρχει κατὰ τὸ λόγο ποὺ εἶναι δημιουργὸς τῶν πάντων. Κι ὁ ἀποφατικὸς ἀποφάσκει, κατὰ τὸ λόγο τῆς ὑπερβατικότητας τοῦ εἶναι τοῦ Θεοῦ πάνω ἀπὸ ὅλα τὰ ὄντα. Καὶ πάλι ὅμως, δὲν εἶναι, κανένας ἰσχυρὸς γι' αὐτόν, γιατί κανένας δὲν παριστάνει ἐκεῖνον, ποὺ ζητοῦμε τί εἶναι σύμφωνα μὲ τὴν οὐσία καὶ τὴ φύση του. Γιατί εἶναι φυσικὸ κανένα ἀπὸ τὰ ὄντα καὶ λεγόμενα κι ἀπὸ τὰ μὴ ὄντα καὶ μὴ λεγόμενα νὰ μὴν εἶναι παραπλήσιο μ' ἐκεῖνο, μὲ τὸ ὁποῖο—εἴτε ὡς ὂν εἴτε ὡς μὴ ὂν— δὲν ἔχει κατὰ τὴ φύση στὸ σύνολό του αἰτιακὸ σύνδεσμο. Γιατὶ εἶναι ἁπλῆ κι ἄγνωστη κι ἀπρόσιτη σ' ὅλους ἡ ὕπαρξή του καὶ ἀνερμήνευτη ὁλότελα καὶ πέρα ἀπὸ κάθε κατάφαση κι ἀπόφαση. Αὐτὰ γιὰ τὸ σημεῖο τοῦτο. Ἀλλὰ ἂς προχωρήσουμε στὸ προκείμενο θέμα τοῦ λόγου μας.


A'. Πῶς καὶ μὲ ποιὸ τρόπο ἡ ἅγια Ἐκκλησία εἶναι εἰκόνα καὶ τύπος τοῦ Θεοῦ

Ἔλεγε, λοιπόν, ὁ μακάριος ἐκεῖνος γέροντας, κατὰ ἕνα πρῶτο συμβολισμὸ τῆς θεωρίας του, ὅτι ἡ ἅγια Ἐκκλησία εἶναι τύπος κι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ ἔχει τὸ ἴδιο μ' αὐτὸν ἔργο κατὰ τὴ μίμηση καὶ κατὰ τὴ μορφή.

Ἀφοῦ ἐδημιούργησε δηλαδὴ ὁ Θεὸς τὰ πάντα μὲ τὴν ἄπειρη δύναμή του καὶ τὰ ἔφερε στὴν ὕπαρξη, τὰ συγκρατεῖ, τὰ συνενώνει καὶ χαράζει τὰ ὅριά τους. Συνδέει μὲ τὴν πρόνοιά του τὸ ἕνα μὲ τὸ ἄλλο καὶ μὲ τὸν ἑαυτό του, καὶ τὰ νοητὰ καὶ τὰ αἰσθητά. Καὶ κρατῶντας μαζὶ γύρω ἀπὸ τὸν ἑαυτό του τὰ πάντα, στὰ ὁποῖα εἶναι αἰτία κι ἀρχὴ καὶ τέλος, ἐνῷ κατὰ τὴ φύση βρίσκονται σὲ διάσταση, τὰ κάνει νὰ συγκατανεύουν τὸ ἕνα στὸ ἄλλο σύμφωνα μὲ μιὰ τάση τους, τὴν τάση πρὸς αὐτόν, σὰν βασικὴ ἀρχὴ τῆς σχέσης. Σύμφωνα μ' αὐτὴν ὁδηγοῦνται ὅλα σὲ μιὰ ταυτότητα κίνησης καὶ ὕπαρξης, ποὺ ἀποκλείει τὴν κατάλυση καὶ τὴ σύγχυση. Κανένα ἀπὸ τὰ ὄντα, προβαδίζοντας, δὲ στασιάζει ἐναντίον κάποιου ἄλλου, οὔτε ἀποσπᾶται ἀπ' αὐτὸ σύμφωνα μὲ τὴ διαφορὰ ποὺ χαρακτηρίζει τὴ φύση καὶ τὴν κίνησή του. Συμφύονται ὅλα μαζὶ μὲ ὅλα χωρὶς νὰ συγχέονται, σύμφωνα μὲ τὴν ἀκατάλυτη σχέση καὶ φύλαξη τῆς μοναδικῆς ἀρχῆς κι αἰτίας, ποὺ καταργεῖ κι ἐπισκεπάζει ὅλες τὶς σχέσεις, ποὺ θεωροῦνται ἰδιαίτερες μεταξὺ ὅλων ἀνάλογα μὲ τὴ

φύση καθενὸς ἀπὸ τὰ ὄντα. Ὄχι μὲ τὸ νὰ τὶς καταστρέφη καὶ νὰ τὶς ἀναιρῆ καὶ νὰ τὶς κάνη νὰ μὴν ὑπάρχουν, ἀλλὰ μὲ τὸ νὰ τὶς νικᾶ καὶ νὰ λάμπη ἀπάνωθέ τους, ὅπως ἀκριβῶς τὸ σύνολο πάνω ἀπὸ τὰ μέρη του ἤ καὶ μὲ τὸ νὰ παρουσιάζεται σὰν αἰτία τοῦ συνόλου αὐτοῦ, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία, καὶ τὸ ἴδιο τὸ σύνολο καὶ τὰ μέρη τοῦ συνόλου, εἶναι φυσικὸ νὰ φαίνωνται καὶ νὰ ὑπάρχουν, γιατί ἔχουν ὁλάκερη τὴν αἰτία τους νὰ λάμπη ἀπάνωθέ τους. Κι ὅπως ὁ ἥλιος ξεπερνᾶ τὴ λάμψη τῶν ἄστρων καὶ στὴ φύση καὶ στὴ δύναμη, ἔτσι κι αὐτά, σὰν ἀποτελέσματα μιᾶς αἰτίας, δείχνουν τὴν αἰτία τους αὐτὴ νὰ καλύπτη ὅλη τὴν ὕπαρξή τους. Γιατί, ὅπως τὰ μέρη προέρχονται ἀπὸ τὸ ὅλο, ἔτσι εἶναι φυσικὸ καὶ τὰ αἰτιατὰ νὰ ἀντλοῦν τὴν ἰσχύ τους ἀπὸ τὴν αἰτία καὶ νὰ γνωρίζωνται ἀπ' αὐτὴ καὶ ν' ἀφήνουν τὴν ἀτομικότητά τους ν' ἀδρανῆ, ὅταν, πιασμένα μέσα στὴν ἀναφορὰ πρὸς τὴν αἰτία, λάβουν ἐξ ὁλοκλήρου τὴν ποιότητα ἐκείνης, σύμφωνα μὲ τὴν ἀδιάσπαστη, ὅπως εἴπαμε, δύναμη ποὺ ἔχει ἡ σχέση τους μ' αὐτήν. Ἀφοῦ τὰ πάντα μέσα στὰ πάντα εἶναι ὁ Θεός, ποὺ μὲ ἀπέραντο μέτρο ὑπερβαίνει τὰ πάντα, θὰ γίνη ὁρατὸς ὁλομόναχος σὲ ὅσους ἔχουν καθαρὴ σκέψη. Τοῦτο θὰ γίνη, ὅταν ὁ νοῦς, καθὼς ἀναλογίζεται θεωρητικὰ τοὺς λόγους τῶν ὄντων, σταματήση στὸν ἴδιο τὸ Θεό, σὰν αἰτία κι ἀρχὴ καὶ τέλος τῆς δημιουργίας καὶ τῆς γένεσης ὅλων, ἕνα βυθὸ ἀδιάστατο ποὺ περιέχει τὰ πάντα.

Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ ἡ ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ θ' ἀποδειχθῆ ὅτι ἐνεργεῖ ἀνάμεσά μας, ὅπως ὁ Θεός, ἀρχέτυπο ἐκεῖνος κι ἐκείνη εἰκόνα του. Εἶναι βέβαια πολλοὶ κι ἀμέτρητοι σχεδὸν στὸν ἀριθμὸ οἱ ἄνδρες κι οἱ γυναῖκες καὶ τὰ παιδιὰ ποὺ διαφέρουν καὶ κατὰ τὸ φῦλο καὶ κατὰ τὴ μορφή, τὴν ἐθνικότητα καὶ τὶς γλῶσσες, τὶς περιπέτειες τῆς ζωῆς, τὶς ἡλικίες, τὶς γνῶμες, τὴν τέχνη, τοὺς τρόπους, τὶς συνήθειες, τὰ ἐπαγγέλματα. Καὶ στὶς ἐπιστῆμες πάλι καὶ στ' ἀξιώματα, στὶς τύχες, στοὺς χαρακτῆρες, στὶς διαθέσεις διακρίνονται μεταξύ τους καὶ διαφέρουν πολὺ ὅσοι ἔρχονται σ' αὐτὴ καὶ δέχονται ἀπ' αὐτὴ τὴν ἀναγέννησή τους καὶ τὴν ἀναδημιουργία τους μὲ τὴ δύναμη τοῦ πνεύματος. Δίνει ὅμως σ' ὅλους αὐτοὺς καὶ χαρίζει μία κατὰ ἴσο μέτρο θεϊκὴ μορφὴ καὶ θεῖο ὄνομα, καὶ νὰ προέρχωνται καὶ νὰ ὀνομάζωνται ἀπὸ τὸ Χριστό. Τοὺς δίνει ἀκόμα τὴ μία ἁπλῆ κι ἀσύνθετὴ κι ἀδιαίρετη σχέση ποὺ δημιουργεῖ ἡ πίστη, ποὺ τὶς πολλὲς κι ἀναρίθμητες διαφορές, ποὺ καθένας ἔχει, μήτε κὰν ὅτι ὑπάρχουν δὲν ἐπιτρέπει νὰ γίνη γνωστό, ἐπειδὴ ὅλα γενικὰ σ' αὐτὴν κατευθύνονται καὶ συναντιοῦνται. Μέσα σ' αὐτὴν κανένας τίποτα ἐντελῶς δὲν ξεχωρίζει ἀπὸ τὸ κοινὸ γιὰ χάρη δική του. Ὅλοι συμφύονται ὁ ἕνας μὲ τοὺς ἄλλους καὶ συνδέονται μέσα στὴ μία ἁπλῆ κι ἀδιαίρετη χάρη καὶ δύναμη τῆς πίστης. Ἤτανε, λέει, ὅλων ἡ καρδιὰ καὶ ἡ ψυχὴ μία, ὥστε ἀπὸ διάφορα μέλη νὰ εἶναι ὡστόσο καὶ νὰ φαίνεται ἕνα σῶμα ἄξιο ἀληθινὰ τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ, τῆς ἀληθινῆς κεφαλῆς μας.

Στὸ σῶμα αὐτό, λέει ὁ θεῖος Ἀπόστολος, δὲν ὑπάρχει ἄνδρας καὶ γυναῖκα, οὔτε Ἰουδαῖος καὶ Ἕλληνας, οὔτε περιτομὴ κι ἀκροβυστία, οὔτε βάρβαρος οὔτε Σκύθης, οὔτε δοῦλος οὔτε ἐλεύθερος. Ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ μέσα στὰ πάντα εἶναι Αὐτὸς ποὺ μὲ τὴ μία κι ἁπλῆ πάνσοφη δύναμη τῆς καλωσύνης του περικλείει τὰ πάντα μέσα του, σὰν ἕνα κέντρο ἀπὸ εὐθεῖες, ποὺ ἀκτινωτὰ ξεκινοῦν ἀπ' αὐτό, σύμφωνα μὲ τὴν ἴδια ἁπλῆ κι ἑνιαία αἰτία καὶ δύναμη. Δὲν ἀφήνει τὶς ἀρχὲς τῶν ὄντων ν' ἀπομακρυνθοῦν μαζὶ μὲ τὰ τέλη τους, περιορίζοντας κυκλικὰ τὶς προεκτάσεις τους καὶ ὁδηγεῖ πρὸς τὸν ἑαυτὸ του τὶς διακρίσεις τῶν ὄντων, ποὺ ὁ ἴδιος ἐδημιούργησε. Δὲ θέλει ν' ἀποξενωθοῦν ὁλότελα μεταξύ τους καὶ νὰ γίνουν ἐχθρικὰ τὰ πλάσματα καὶ τὰ δημιουργήματα τοῦ ἑνὸς Θεοῦ καὶ νὰ μὴν ἔχουν σχετικὰ μὲ τί καὶ ποῦ νὰ παρουσιάσουν τὴ φιλία καὶ τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ταυτότητα μεταξύ τους, ὁπότε θὰ κινδυνέψη, μὲ τὸ χωρισμό τους ἀπὸ τὸ Θεό, νὰ μεταπέση τὸ εἶναι τους στὸ μὴ εἶναι.

Εἶναι, λοιπόν, εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, καθὼς εἴπαμε, ἡ ἁγία Ἐκκλησία, γιατί πραγματοποιεῖ τὴν ἴδια ἕνωση ἀνάμεσα στοὺς πιστούς, ποὺ κάνει κι ὁ Θεός, ἀκόμα κι ἄν τυχαίνη νὰ εἶναι διαφορετικοὶ στὰ ἰδιώματα κι ἀπὸ διαφορετικοὺς καὶ τόπους καὶ τρόπους ἐκεῖνοι, ποὺ μέσα σ’ αὐτὴν γίνονται μὲ τὴν πίστη ἕνα σῶμα. Τὴν ἕνωση αὐτή, κατὰ φυσικὸ τρόπο τὴν πραγματοποιεῖ ὁ Θεός, χωρὶς νὰ προκαλῆται σύγχυση στὴν οὐσία τῶν ὄντων. Τὴ διαφορὰ μεταξύ τους, ὅπως ἒχει δειχθῆ, τὴν ἀμβλύνει καὶ τὴν ὁδηγεῖ στὴν ταυτότητα μὲ τὴν ἀναφορὰ καὶ τὴν ἕνωση μὲ τὸν ἑαυτό του, σὰν αἰτία κι ἀρχὴ καὶ τέλος.


Β'. Γύρω ἀπὸ τὸ πῶς καὶ μὲ ποιὸ τρόπο ἡ ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ εἶναι εἰκόνα τοῦ κόσμου τοῦ συγκροτημένου ἀπὸ ὁρατὲς κι ἀόρατες ὀντότητες

Μ' ἕνα δεύτερο συμβολισμὸ τῆς θεωρίας του, ἔλεγε, ὅτι ἡ ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ εἶναι τύπος καὶ εἰκόνα ὁλόκληρου τοῦ κόσμου, ποὺ εἶναι συγκροτημένος ἀπὸ ὁρατὲς κι ἀόρατες ὀντότητες. Γιατί ἐπιδέχεται τὴν ἴδια μ' ἐκεῖνον καὶ ἕνωση καὶ διάκριση.

Ἐκείνη δηλαδὴ κατὰ τὴν κατασκευή της ἀποτελεῖ ἑνιαῖο οἰκοδόμημα, θὰ δεχθῆ ὡστόσο τὸ διαφορισμὸ μὲ βάση κάποιο γνώρισμα, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴ θέση καὶ τὸ σχῆμα καὶ θὰ διαφοροποιηθῆ στὸ χῶρο, ποὺ εἶναι προωρισμένος γιὰ τοὺς ἱερεῖς καὶ τοὺς λειτουργοὺς μόνο, ποὺ τὸν λέμε ἱερὸ βῆμα (ἱερατεῖο), καὶ στὸ χῶρο ποὺ εἶναι ἀνοιχτὸς γιὰ νὰ εἰσέλθουν ὅλα τὰ πιστὰ πλήθη καὶ ποὺ τὸν λέμε ναό. Παραμένει ὡστόσο μία κατὰ τὴν ὕπαρξη, χωρὶς νὰ συμμερίζεται τὴ διαίρεση τῶν μερῶν της, ποὺ ὀφείλεται στὴ διαφορὰ ποὺ αὐτὰ ἔχουν μεταξύ τους. Ἀλλὰ καὶ τὰ ἴδια τὰ μέρη, μὲ τὴν ἀναφορά τους πρὸς τὴ δική της ἑνότητα, τ' ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὴν ὀνομαστικὴ διαφορά τους καὶ δείχνει τὴ μεταξὺ τῶν δύο ταυτότητα. Κι ἐνῷ ὑπάρχουν ἀμοιβαῖα τὸ ἕνα γιὰ τὸ ἄλλο φανερώνει τί ἀποτελεῖ τὸ καθένα ἀπὸ τὰ δύο γιὰ τὸν ἑαυτὸ του• δείχνει τὸ ναὸ ἱερὸ βῆμα κατὰ τὴ δύναμη, ἐπειδὴ ἀποκτᾶ ἱερότητα μὲ τὴν ἀναφορὰ τῆς μυσταγωγίας πρὸς τὸ ἱερὸ τέλος της. Καὶ πάλι κατ' ἀντιστροφὴ δείχνει τὸ ἱερὸ βῆμα ναό, ἐπειδὴ κατὰ τὴ διεξαγωγὴ τῆς μυσταγωγίας αὐτῆς ἔχει τὸ ναὸ ὡς ἀρχή του. Καὶ ἡ Ἐκκλησία μέσα στὰ δύο μένει μία καὶ ἡ ἴδια.

Ἔτσι κι ὁ κόσμος ὁλόκληρος τῶν ὄντων, ποὺ προῆλθε δημιουργικὰ ἀπὸ τὸ Θεό, μοιράζεται στὸ νοητὸ κόσμο, ποὺ τὸν ἀπαρτίζουν νοερὲς κι ἀσώματες ὀντότητες, καὶ σ' αὐτὸν ἐδῶ τὸν αἰσθητὸ κόσμο καὶ σωματικό, ποὺ ἔχει μὲ τρόπο μεγαλοφυῆ συνυφανθῆ ἀπὸ πολλὰ εἴδη καὶ φύσεις. Ὅλος ὁ κόσμος, μ' αὐτὴ τὴ χειροποίητη, φανερώνεται μὲ σοφία πὼς εἶναι μιὰ κατ' ἄλλο τρόπο ἀχειροποίητη Ἐκκλησία. Εἶναι ἱερὸ βῆμα, ἐπειδὴ περιέχει τὸν ἄνω κόσμο, ποὺ ἔχει παραδοθῆ στὶς ἄνω δυνάμεις• κι εἶναι ναός, ἐπειδὴ περιέχει τὸν κάτω, ποὺ ἔχει παραχωρηθῆ σ' ἐκείνους, ποὺ τοὺς ἔλαχε ἡ ζωὴ τῶν αἰσθήσεων.

Κι εἶναι πάλι ἕνας ἑνιαῖος κόσμος, ποὺ δὲν ὑφίσταται τὴ διαίρεση τῶν μερῶν του, ἀλλὰ ἀντίθετα καὶ τῶν ἴδιων τῶν μερῶν του τὴ διαφορά, σύμφωνα μὲ τὴν ἀτομική τους φύση, τὴν περιορίζει μὲ τὴν ἀναφορὰ του πρὸς τὴν ἴδια του τὴν ἑνότητα καὶ τὴν ἄρνηση τῆς διαιρετότητάς του. Μᾶς δείχνει ὅτι ταυτίζονται ἀμοιβαῖα μεταξύ τους καὶ μ' αὐτόν, χωρὶς σύγχυση κι ὅτι εἰσέρχονται ὁλόκληρο τὸ ἕνα μέσα σὲ ὁλόκληρο τὸ ἄλλο. Καὶ σὰν μέρη καὶ τὰ δύο μαζί, ὁλοκληρώνουν τὸ σύνολο τοῦ κόσμου καὶ σύμφωνα μὲ τὸν κόσμο αὐτὸν σὰν σύνολο, ὁλοκληρώνονται τὸ καθένα ἀπὸ τὰ δύο σὰν μέρη κατὰ ἑνότητα καὶ ὁλικότητα. Ὁλόκληρος δηλαδὴ ὁ νοητὸς κόσμος μέσα σὲ ὁλόκληρο τὸν αἰσθητὸ φαίνεται ὅτι ἀποτυπώνεται κατὰ τρόπο μυστικὸ μὲ συμβολικὲς μορφές, γιὰ ὅσους ἔχουν τὴ δύναμη νὰ βλέπουν. Καὶ ὁλόκληρος ὁ αἰσθητὸς κόσμος βρίσκεται μέσα σὲ ὁλόκληρο τὸ νοητὸ ἁπλοποιημένος σὲ λόγους κατὰ τὴ γνωστικὴ ἐνέργεια τοῦ νοῦ. Βρίσκεται ὁ αἰσθητὸς μέσα στὸ νοητὸ μὲ τοὺς λόγους κι ὁ νοητὸς μέσα στὸν αἰσθητὸ μὲ τοὺς τύπους. Καὶ εἶναι τὸ ἔργο τους ἕνα, σὰ νὰ ἤτανε ἕνας τροχὸς μέσα σὲ ἄλλον τροχό, λέει ὁ θαυμάσιος τῶν μεγάλων ὁραματιστὴς Ἰεζεκιήλ, μιλῶντας, νομίζω, γιὰ τοὺς δύο κόσμους. Ἀλλὰ κι ὁ θεῖος Ἀπόστολος λέει σχετικά: Οἱ ἀόρατες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου γίνονται ὁρατές, ὅταν νοηθοῦν μὲ βάση τὰ δημιουργήματά του. Κι ἂν γίνωνται ὁρατὰ ὅσα δὲ φαίνονται μὲ τὴ δύναμη ἐκείνων ποὺ φαίνονται, ὅπως ἔχει γραφῆ, πολὺ περισσότερο μὲ ὅσα δὲ φαίνονται θὰ γίνουν νοητὰ ὅσα φαίνονται ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ὑψώνουν τὸ πνεῦμα τους στὴν πνευματικὴ θεωρία. Γιατί ἡ συμβολικὴ θεώρηση τῶν νοητῶν μὲ βάση τὰ ὁρατὰ εἶναι ἡ πνευματικὴ γνώση καὶ νόηση τῶν ὁρατῶν μὲ βάση τὰ ἀόρατα. Ἐπειδὴ πρέπει ὅσα δηλώνουν τὸ ἕνα τὸ ἄλλο νὰ ἔχουν ἀληθινὲς ὁπωσδήποτε καί ὁλοφάνερες τὶς μεταξὺ τοὺς δηλώσεις καὶ ἄθικτη ὅποια σχέση θεμελιώνεται ἐπάνω τους.

Γ'. Ὅτι ἡ ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ εἶναι εἰκόνα καὶ μόνον τοῦ αἰσθητοῦ κόσμου

Ἔλεγε ἀκόμα, ὅτι ἡ ἁγία Ἐκκλησία εἶναι σύμβολο τοῦ αἰσθητοῦ μόνο κόσμου καθ' ἑαυτόν. Σὰν οὐρανό της ἔχει τὸ θεῖο καὶ ἱερὸ βῆμα καὶ σὰν γῆ διαθέτει τὴν ὡραιότητα τοῦ ναοῦ. Ὅμοια καὶ ὁ κόσμος εἶναι Ἐκκλησία• ὁ οὐρανὸς μοιάζει μὲ τὸ ἱερὸ βῆμα καὶ μὲ τὸ ναὸ ἡ διακοσμημένη γῆ.


Δ'. Πῶς καὶ μὲ ποιὸ τρόπο γίνεται ἡ συμβολικὴ ἀπεικόνιση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ εἰκονισμὸς τῆς Ἐκκλησίας σὰν ἀνθρώπου ἀπ' αὐτὸν

Καὶ πάλι μὲ ἄλλο τρόπο μυστικῆς θεωρίας, ἔλεγε, ὅτι ἡ ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ ἂνθρωπος• σὰν ψυχὴ ἔχει τὸ ἱερὸ βῆμα, νοῦ της τὸ ἱερὸ θυσιαστήριο, σῶμα τὸ ναό. Γιατί εἶναι εἰκόνα καὶ ὁμοίωση τοῦ ἀνθρώπου, γινωμένου κατὰ τὴν εἰκόνα καὶ τὴν ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι μὲ τὸ ναό, ὅπως μὲ σῶμα, προβάλλει τὴν ἠθικὴ φιλοσοφία• μὲ τὸ ἱερὸ βῆμα, ὅπως μὲ ψυχή, ἀναπτύσσει πνευματικὰ τὴ φυσικὴ θεωρία• μὲ τὸ ἱερὸ θυσιαστήριο, ὅπως μὲ νοῦ, φανερώνει τὴ μυστικὴ θεολογία.
Ἔλεγε ἀκόμα, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι, Ἐκκλησία μυστική, ποὺ μὲ τὸ σῶμα του, ὅπως μὲ ναό, λαμπρύνει τὴν πρακτικὴ ἱκανότητα τῆς ψυχῆς μὲ τὴν ἐνάρετη ἄσκηση τῶν ἐντολῶν σύμφωνα μὲ τὴν ἠθικὴ φιλοσοφία• μὲ τὴν ψυχή του, ὅπως μὲ ἱερὸ βῆμα, προσφέρει μὲ τὸ λόγο στὸ Θεό τοὺς ἀπὸ τὶς αἰσθήσεις προερχόμενους λόγους κατὰ τὴ διενέργεια τῆς φυσικῆς θεωρίας, ἀφοῦ δεχθοῦν τὴν καθαρὴ πνευματικὴ περιτομὴ τῆς ὕλης• καὶ μὲ τὸ νοῦ, ὅπως μὲ θυσιαστήριο, μὲ ἄλλη πολύλογη καὶ πολύφθογγη σιγή, προσκαλεῖ τὴν πολυύμνητη μέσα στὰ ἄδυτα τῆς σκοτεινῆς κι ἀκατανόητης μεγαλοφωνίας σιγὴ τῆς θεότητας. Καὶ ποὺ τὴν οἰκειώνεται, ὅσο γίνεται στοὺς ἀνθρώπους, μὲ τὴ μυστικὴ θεολογία καὶ γίνεται ὅπως πρέπει νὰ εἶναι αὐτός, ποὺ ἔγινε ἄξιος νὰ τὸν ἐπισκεφθῆ ὁ Θεὸς καὶ ποὺ σφραγίστηκε μὲ τὶς ὁλόφωτες λάμψεις του.


Ε'. Πῶς καὶ μὲ ποιὸ τρόπο πάλι ἡ ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ εἶναι εἰκόνα καὶ τύπος τῆς ψυχῆς καθ' ἑαυτὴ

Ἐδίδασκε ἀκόμα, ὅτι δὲν ἔχει μόνο τὴ δυνατότητα ἡ ἁγία Ἐκκλησία νὰ εἶναι εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου ὁλόκληρου, ποὺ ἀποτελεῖται κατὰ τὴ σύνθεσή του ἀπὸ σῶμα καὶ ψυχή. Εἶναι ἐπίσης εἰκόνα καὶ τῆς ψυχῆς τῆς ἴδιας, ὅταν τὴ θεωρήσωμε καθ' ἑαυτὴ μὲ τὸ λόγο.

Ἔλεγε, ὅτι ἡ ψυχὴ γενικὰ ἀποτελεῖται ἀπὸ νοερὴ καὶ ζωτικὴ δύναμη κι ὅτι ἡ νοερὴ δύναμη κινεῖται μὲ αὐτεξούσια θέληση, ἐνῷ ἡ ζωτικὴ μένει ἀκίνητη μέσα στὴ φύση της, χωρὶς τὴ δύναμη τῆς ἐκλογῆς. Συνεχίζοντας, ἔλεγε, ὅτι στὸ νοερὸ μέρος ἀνήκουν ἡ θεωρητικὴ μαζὶ καὶ ἡ πρακτικὴ δύναμη• ὅτι ἡ θεωρητικὴ δύναμη λέγεται νοῦς, ἐνῷ ἡ πρακτικὴ λόγος. Ὁ νοῦς εἶναι ποὺ κινεῖ τὴ νοερὴ δύναμη• γιὰ τὴ ζωτικὴ ἀσκεῖ πρόνοια ὁ λόγος. Ὁ ἕνας εἶναι καὶ καλεῖται σοφία, κι ἐννοῶ τὸ νοῦ, ὅταν φυλάγη ὁλότελα ἀπαράτρεπτες τὶς κινήσεις του πρὸς τὸ Θεό. Ὅμοια καὶ ὁ λόγος εἶναι καὶ λέγεται φρόνηση, ὅταν μὲ τὶς πράξεις ἑνώνοντας μὲ τὸ νοῦ φρόνιμα τὴ ζωτικὴ δύναμη, ποὺ κατευθύνει προνοητικά, τὴν παρουσιάζη σύμφωνη μαζί του, ἀφοῦ ἔχει τὴν ἴδια μ' αὐτὸν κι ὅμοια σφραγῖδα τοῦ Θεοῦ κερδισμένη μὲ τὴν ἀρετή. Ἔλεγε, ὅτι αὐτὴ μοιράζεται φυσικὰ καὶ στὸ νοῦ καὶ στὸ λόγο, ὥστε νὰ εἶναι μᾶλλον καὶ νὰ φαίνεται ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἡ ψυχὴ ὅτι ἀποτελεῖται ἀπὸ τὸ νοῦ καὶ τὸ λόγο, ἐπειδὴ εἶναι νοερὴ καὶ λογική. Εἶναι φανερὸ ὅτι ἡ ζωτικὴ δύναμη θεωρεῖται δύναμη καὶ τῶν δύο —τοῦ νοῦ ἐννοῶ καὶ τοῦ λόγου— κατὰ ἰσότητα. Οὔτε εἶναι ὀρθὸ νὰ ἐννοήσωμε ὅτι ἕν’ ἀπ' αὐτὰ εἶναι ἄμοιρο ἀπὸ ζωή, ἀλλὰ ὅτι αὐτὴ μοιράζεται καὶ στὰ δύο. Χάρη στὴ ζωὴ ὁ νοῦς, ποὺ εἴπαμε ὅτι λέγεται καὶ σοφία, προχωρῶντας στὴν ἁπλότητα μὲ τὴ θεωρητικὴ ἐνέργεια μέσα σὲ ἀπόρρητη σιωπὴ καὶ γνώση ὁδηγεῖται στὴν ἀλήθεια μὲ τὴν ἀλησμόνητη καὶ ἀδιάκοπη γνώση. Καὶ ὁ λόγος, ποὺ τὸν ἐκαλέσαμε φρόνηση, μὲ τὴ σύμφωνη μὲ τὴν ἀρετὴ πρακτικὴ ἐνέργεια τοῦ σώματος, καταλήγει, περνῶντας ἀπὸ τὴν πίστη, στὸ ἀγαθό. Ἀπὸ τὰ δύο αὐτὰ ἀπαρτίζεται ἡ ἀληθινὴ ἐπιστήμη τῶν θείων κι ἀνθρώπινων πραγμάτων, ἡ ἀληθινὰ ἄσφαλτη γνώση, ὅλης της θεϊκώτατης χριστιανικῆς φιλοσοφίας ἡ κατάληξη.

Εἶναι ἀνάγκη νὰ μιλήσωμε καθαρώτερα γι' αὐτά. Ἡ ψυχή, ἔλεγε, ἔχει δύο δυνάμεις, μία τὴ θεωρητική, ὅπως ἔχει εἰπωθῆ, καὶ μία τὴν πρακτική. Τὴ θεωρητικὴ τὴν ἔλεγε νοῦ, τὴν πρακτικὴ λόγο. Καὶ τὶς ἔλεγε ἔτσι, σὰν βασικὲς δυνάμεις τῆς ψυχῆς. Καὶ πάλι, ἔλεγε, τὸ νοῦ σοφία καὶ τὸ λόγο φρόνηση, σὰν βασικὲς ἐνέργειες. Λεπτομερέστερα πάλι, ἒλεγε, ὅτι στὴν ψυχὴ ἀνήκουν, κατὰ τὴ νοερὴ φύση της, ὁ νοῦς, ἡ σοφία, ἡ θεωρία, ἡ γνώση, ἡ ἀλησμόνητη γνώση• κατάληξή τους εἶναι ἡ ἀλήθεια. Κατὰ τὴ λογικὴ φύση της εἶναι λόγος, φρόνηση, πράξη, ἀρετή, πίστη• κατάληξη τούτων εἶναι τὸ ἀγαθό.

Ἡ ἀλήθεια καὶ τὸ ἀγαθό, ἔλεγε, δηλώνουν τὸ Θεό• ἀλλὰ ἡ ἀλήθεια τὸν δηλώνει, ὅταν εἶναι νὰ δηλωθῆ τὸ θεῖο κατὰ τὴν οὐσία του, γιατί ἡ ἀλήθεια εἶναι πρᾶγμα ἁπλό, μόνο, ἕνα, ἴδιο, ἀσύνθετο, ἀμετάβλητο, ἀνεπίδεχτο πάθους, ἀλάθευτο, ἐντελῶς χωρὶς διάσταση. Καὶ τὸ ἀγαθὸ τὸν δηλώνει, ὅταν τὸ θεῖο σημαίνεται ἀπὸ τὴν ἐνέργειά του• γιατί τὸ ἀγαθὸ εἶναι τέτοιο, ὥστε νὰ εὐεργετῆ, νὰ προνοῆ γιὰ ὅσα προέρχονται ἀπ' αὐτὸ καὶ νὰ τὰ παρακολουθῆ σὰν φρουρός. Κατὰ τὴ γνώμη τῶν γραμματικῶν, τὸ ἀγαθὸ προέρχεται ἀπὸ τὸ «ἄγαν» καὶ «εἶναι» ἢ «τεθεῖσθαι» ἢ «θέειν». Γι' αὐτὸ χαρίζει σὲ ὅλα τὰ ὄντα τὴν ὕπαρξη (εἶναι), τὴ διατήρηση (τεθεῖσθαι) καὶ τὴν κίνηση (θέειν).

Οἱ πέντε, λοιπόν, συζυγίες ποὺ στοχαζόμαστε σχετικὰ μὲ τὴν ψυχή, ἔλεγε, ὅτι στρέφονται γύρω ἀπὸ τὴ μία συζυγία, ποὺ φανερώνει τὸ Θεό. Μὲ τὴ λέξη τώρα συζυγία ἐννοῶ τὸ νοῦ καὶ τὸ λόγο, τὴ σοφία καὶ τὴ φρόνηση, τὴ θεωρία καὶ τὴν πράξη, τὴ γνώση καὶ τὴν ἀρετή, τὴν ἀλησμόνητη γνώση καὶ τὴν πίστη. Ἡ συζυγία ποὺ φανερώνει τὸ Θεὸ εἶναι ἡ ἀλήθεια καὶ τὸ ἀγαθό. Μὲ τὴ βοήθειά τους, ἡ ψυχὴ κινεῖται προοδευτικὰ κι ἑνώνεται μὲ τὸ Θεὸ τῶν ὅλων κι ἐπιτυχαίνει νὰ μιμηθῆ τὴ σταθερότητα κι εὐεργετικότητα τῆς οὐσίας καὶ τῆς ἐνέργειάς του μὲ τὴ σταθερὴ κι ἀμετακίνητη κατὰ τὴν προαίρεση ἕξη της πρὸς τὸ καλό.

Ἂς ἀναμείξω ἐδῶ μία μικρὴ ἀλλὰ πρόσφορη ἀπεικόνιση τούτων. Ἴσως αὐτὴ ἐδῶ νὰ εἶναι ἡ θεϊκὴ δεκάδα τῶν χορδῶν στὸ πνευματικὸ ψαλτήριο τῆς ψυχῆς. Ἡ δεκάδα ποὺ ὁ λόγος της δίνει ἦχο μὲ τὴν κρούση τοῦ πνεύματος διὰ μέσου τῆς ἄλλης μακάριας δεκάδας τῶν ἐντολῶν κι ἀπεργάζεται τοὺς τέλειους κι ἁρμονικοὺς φθόγγους μὲ τὴ νοητὴ μελωδία, μὲ τοὺς ὁποίους ὑμνοῦμε τὸ Θεό. Τοῦτο γιὰ νὰ μάθω ἐγώ, πρῶτο, ποιὸς ὁ λόγος τῆς δεκάδας ποὺ ψάλλει καὶ τῆς δεκάδας ποὺ ψάλλεται. Καὶ δεύτερο, πῶς ἡ μιὰ δεκάδα μυστικὰ ἑνωμένη μὲ τὴν ἄλλη δεκάδα κι ἁρμονισμένη ἐπαναφέρει τὸν Ἰησοῦ, τὸ δικό μου Θεὸ καὶ Σωτῆρα συμπληρωμένο ἀπὸ μένα, ποὺ σώζομαι ἀπ' αὐτόν, στὸν ἑαυτό του, ποὺ εἶναι πάντα σὲ τέλεια πληρότητα καὶ δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ σταθῆ ἔξω ἀπ’ τὸν ἑαυτὸ του• καὶ ποὺ ἀπ' τ' ἄλλο μέρος ἀποκαθιστᾶ μὲ τὸν ἑαυτό μου ἐμένα τὸν ἄνθρωπο, κατὰ θαυμαστὸ τρόπο, καὶ πιὸ πολὺ μ' ἐνώνει μὲ τὸ Θεό, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἔλαβα κι ἔχω τὸ εἶναι καὶ πρὸς τὸν ὁποῖο κατευθύνομαι βιαστικά, ποθῶντας ἀπὸ μακρυὰ νὰ προσλάβω τὸ ἀληθινὸ εἶναι.

Τοῦτο ὅποιος μπόρεσε νὰ ἐννοήση, ἐπειδὴ ἔζησε ὅσα λέμε, θὰ καταλάβη ὁπωσδήποτε τὸ ἀξίωμά του, ἀφοῦ τὸ ἐγνώρισε ἤδη μ' ἐνάργεια στὴ ζωή του, πῶς δηλαδὴ μπορεῖ ν' ἀποδοθῆ στὴν εἰκόνα τὸ κατ' εἰκόνα, πῶς μπορεῖ νὰ τιμηθῆ τὸ ἀρχέτυπο, ποιὰ δύναμη κρύβει τὸ μυστήριό τῆς σωτηρίας μας καὶ γιὰ ποιοῦ χάρη πέθανε ὁ Χριστός. Θὰ καταλάβη ἀκόμα πῶς μποροῦμε νὰ μείνωμε ἐμεῖς μέσα σ' ἐκεῖνον κι ἐκεῖνος μέσα σέ μᾶς, ὅπως εἶπε, καὶ πῶς εἶναι ἴσιος ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ἀληθινὰ ὅλα τὰ ἔργα του. Ἂς ἐπαναφέρωμε ὅμως τὴ σειρὰ τῶν σκέψεών μας στὸ θέμα κι ἂς περιοριστοῦμε σχετικὰ σ' αὐτὰ τὰ λίγα.

Ἐδίδασκε, ὅτι ὁ νοῦς, περνῶντας ἀπὸ τὴ σοφία, ἔρχεται στὴ θεωρία, ἀπὸ τὴ θεωρία στὴ γνώση, ἀπὸ τὴ γνώση στὴν ἀλησμόνητη γνώση κι ἀπὸ τὴν ἀλησμόνητη γνώση στὴν ἀλήθεια. Γύρω ἀπὸ τὴν ἀλήθεια βρίσκει ὁ νοῦς τὸ ὅριο τῆς πορείας του καὶ προσδιορίζονται ἡ οὐσία, ἡ δύναμη, ἡ ἕξη καὶ ἡ ἐνέργειά του.

Ἔλεγε, ὅτι ἡ δύναμη τοῦ νοῦ εἶναι, ἡ σοφία κι ὅτι αὐτὸς εἶναι σοφία δυνάμει• ἡ θεωρία ὅτι εἶναι ἕξη καὶ ἡ γνώση ἐνέργεια• ἡ ἀλησμόνητη γνώση ὅτι εἶναι τῆς σοφίας, τῆς θεωρίας καὶ τῆς γνώσης —δηλαδὴ τῆς δύναμης, τῆς ἕξης καὶ τῆς ἐνέργειας— ἡ ἀσταμάτητη καὶ σύμφωνη μὲ τὴν ἕξη ἀεικινησία γύρω ἀπὸ τὸ ἄξιο νὰ γίνη γνωστὸ καὶ ποὺ ὑπερβαίνει κάθε γνώση. Τέλος τῆς ἀεικινησίας εἶναι ἡ ἀλήθεια, ἐπειδὴ εἶναι κάτι ποὺ γνωρίζεται ἀλησμόνητα. Καὶ τοῦτο εἶναι ἄξιο γιὰ θαυμασμό, πῶς δηλαδὴ τὸ ἀλησμόνητο παύει, ἀφοῦ καθοριστῆ ἢ ἀφοῦ περατώση τὴν κίνησή του στὴν ἀλήθεια, ἐπειδὴ αὐτὴ εἶναι ὁ Θεός. Εἶναι πραγματικὰ ἡ ἀλήθεια ὁ Θεὸς καὶ γύρω του ἀδιάκοπα κι ἀλησμόνητα κινεῖται ὁ νοῦς, χωρὶς νὰ μπορῆ νὰ σταματήση ποτέ, ἀφοῦ δὲ βρίσκει τέλος στὴν κίνησή του ἐκεῖ, ὅπου δὲν ὑπάρχει καθόλου διάσταση. Γιατί τὸ ἐκπληκτικὸ μέγεθος τῆς θείας ἀπεραντοσύνης εἶναι κάτι ποὺ δὲν ἔχει ποσό, δὲν ἔχει μέρη, εἶναι ὁλότελα χωρὶς διάσταση καὶ δὲν ἔχει ὁποιαδήποτε ἀντίστοιχη κατανόηση ποὺ νὰ φτάνη τὸ Θεό, γιὰ νὰ γνωρίσωμε, ὅ,τι κι ἂν εἶναι αὐτὸς στὴν οὐσία του. Κι ὅ,τι δὲν ἔχει διαστάσεις καὶ δὲ γίνεται κατανοητὸ μὲ κάποιο τρόπο, κανένας δὲν μπορεῖ νὰ τὸ προσπελάση.

Ὅμοια, ἔλεγε, κι ὁ λόγος περνώντας ἀπὸ τὴ φρόνηση φτάνει στὴ πράξη κι ἀπὸ τὴν πράξη στὴν ἀρετὴ κι ἀπὸ τὴν ἀρετὴ στὴν πίστη, τὴν ἀληθινὰ σταθερὴ κι ἀσκόνταφτη πληροφορία τῶν θείων. Αὐτὴν τὴν ἔχει πρῶτα δυνάμει ὁ λόγος χάρη στὴ φρόνηση καὶ τὴ φανερώνει ἔπειτα μὲ τὴν ἀρετὴ ἐνεργητικά, μὲ τὴν ἐκδήλωση πάνω στὰ ἔργα. Γιατὶ ἡ πίστη χωρὶς ἔργο εἶναι κάτι νεκρό, ὅπως ἔχει γραφῆ, καὶ κάθε νεκρὸ καὶ ἄπραχτο ποτὲ κανένας φρόνιμος δὲ θὰ τολμήση νὰ πῆ πὼς συγκαταλέγεται μὲ τὰ καλά. Κι ἀπὸ τὴν πίστη φτάνει στὸ ἀγαθό, ὅπου τελειώνει τὴν πορεία του ὁ λόγος. Μπαίνει ἔτσι τέλος στὶς ἀνάλογες μὲ τὴ φύση του ἐνέργειες, γιατί προσδιορίζεται ἡ δύναμη, ἡ ἕξη καὶ ἡ ἐνέργεια.

Γιατί, ἔλεγε, δύναμη τοῦ λόγου εἶναι ἡ φρόνηση, κι ὁ ἴδιος ὁ λόγος εἶναι φρόνηση δυνάμει. Ἔλεγε ὅτι ἡ πράξη εἶναι ἕξη κι ἡ ἀρετὴ ἐνέργεια. Κι ἡ πίστη ὅτι εἶναι τῆς φρόνησης καὶ τῆς πράξης καὶ τῆς ἀρετῆς —δηλαδὴ τῆς δύναμης, τῆς ἕξης καὶ τῆς ἐνέργειας— μιὰ ἐσωτερικὴ κι ἀναλλοίωτη σταθερότητα. Αὐτῆς τὸ ἔσχατο ὅριο εἶναι τὸ ἀγαθό, ὅπου ὁ λόγος βάζει τέλος στὴν κίνησή του καὶ σταματᾶ.


Γιατί τὸ ἀγαθὸ εἶναι ὁ Θεὸς κι εἶναι φυσικὸ νὰ περατώνεται σ' αὐτὸν κάθε δύναμη ὁποιουδήποτε λόγου.

Πῶς τώρα καὶ μὲ ποιὸ τρόπο κατορθώνεται καθένα ἀπ' αὐτὰ καὶ πραγματοποιεῖται, καὶ ποιὲς δυνάμεις ἐναντιώνονται σὲ καθένα ἀπ’ αὐτὰ ἢ ἐναρμονίζονται μαζί τους καὶ γιὰ πόσο χρόνο, τόσο ὁ προσδιορισμὸς ὅσο κι ἡ ἔκθεσή τους, δὲν εἶναι θέμα ποὺ μπορεῖ νὰ ἀπασχολήση τὴν ἀνάλυση αὐτή.

Κατὰ τὴ γνώμη μου σχετικὸ μ' αὐτὴ εἶναι τοῦτο. Κάθε ψυχή, ὅταν μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὴ δική της φιλοπονία καὶ προθυμία μπορέση νὰ τὰ ἑνώση καὶ νὰ τὰ συνυφάνη αὐτὰ μεταξὺ τους —τὸ λόγο δηλαδὴ μὲ τὸ νοῦ, τὴ φρόνηση μὲ τὴ σοφία, τὴν πράξη μὲ τὴ θεωρία, τὴν ἀρετὴ μὲ τὴ γνώση καὶ τὴν πίστη μὲ τὴν ἀλησμόνητη γνώση— χωρίς νὰ μειώνεται ἢ νὰ ὑπερβάλλεται κανένα ἔναντι τοῦ ἄλλου, ἀλλὰ ν' ἀποκλείεται μᾶλλον κάθε ὑπερβολὴ καὶ κάθε μείωση, καὶ μ' ἕνα λόγο, ὅταν μπορέση νὰ μεταβάλη σὲ μονάδα τὴ δεκάδα της, τότε κι αὐτὴ θὰ ἑνωθῆ μὲ τὸν ἀγαθὸ καὶ ἀληθινὸ Θεό, τὸν ἕνα καὶ μόνο. Θὰ ἔχη γίνει ὡραία καὶ μεγαλόπρεπη καὶ παρόμοια μ' Ἐκεῖνον κατὰ τὸ δυνατὸ μὲ τὴν ὁλοκλήρωση τῶν τεσσάρων γενικῶν ἀρετῶν, ποὺ δηλώνουν τὴν πνευματικὴ θεία δεκάδα καὶ περιέχουν καὶ τὴν ἄλλη μακάρια δεκάδα τῶν ἐντολῶν.

Γιατί ἡ τετράδα εἶναι δυνάμει δεκάδα, ἐπειδὴ ἀπὸ τὴ μονάδα ἀπαρτίζεται προοδευτικὰ μὲ σειρά. Καὶ ἡ ἴδια εἶναι πάλι μονάδα, γιατί περιέχει τὸ ἀγαθὸ σὲ συνολικὴ ἑνότητα καὶ δείχνει ἐπάνω στὸν ἑαυτό της ἀχώριστα μοιρασμένη τὴν ἁπλῆ κι ἀσύνθετη θεία ἐνέργεια. Μὲ τὶς ἀρετὲς αὐτές, ὅ,τι ἦταν δικό της ἡ ψυχὴ τὸ ἐκράτησε σταθερὰ ἀπαραβίαστο, πέταξε ὅμως ἀνδρικὰ τὸ ξένο σὰν πονηρό. Γιατί ἔχει νοῦ στοχαστικό, σοφία γνωστική, θεωρία ἔμπραχτη κι ἐνάρετη γνώση, καὶ τὴ γνώση τὴν ἀλησμόνητη ποὺ τὶς ἀκολουθεῖ, ἀσφαλισμένη μαζὶ κι ἀμετάβλητη καὶ γιατί ἔκαμε προσφορὰ στὸ Θεὸ ταιριασμένα μὲ φρόνηση, τὰ αἴτια μὲ τὰ αἰτιατά, τὶς ἐνέργειες μὲ τὶς δυνάμεις. Ἄντιδωρήθηκε γι' αὐτὸ μὲ τὴ θέωση, ποὺ προξενεῖ τὴν ἁπλότητα.

Ἡ ἐνέργεια εἶναι καὶ ἐκδήλωση. Τοῦ νοῦ ἐκδήλωση εἶναι ὁ λόγος σὰν ἀποτέλεσμα αἰτίας, τῆς σοφίας ἡ φρόνηση, τῆς θεωρίας ἡ πράξη, τῆς γνώσης ἡ ἀρετή, τῆς ἀλησμόνητης γνώσης ἡ πίστη. Ἀπὸ αὐτὰ δημιουργεῖται ἡ ἐνδιάθετη σχέση μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ ἀγαθό, δηλαδὴ τὸ Θεό. Τὴν ὠνόμαζε τὴ σχέση αὐτὴ θεϊκὴ ἐπιστήμη κι ἄσφαλτη γνώση, ἀγάπη καὶ εἰρήνη. Σ' αὐτὲς βρίσκεται καὶ μ' αὐτὲς ἐπιτυχαίνεται ἡ θέωση. Εἶναι ἐπιστήμη, ἐπειδὴ ἀποτελεῖ ὁλοκλήρωση τῆς γνώσης γιὰ τὸ Θεὸ καὶ τὰ θεῖα, ὅση μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ πραγματοποιήση, κι ἀσφαλισμένο περιτείχισμα τῶν ἀρετῶν. Εἶναι γνώση, ἐπειδὴ ἔχει ἐπιτύχει γνήσια τὴν ἀλήθεια καὶ μᾶς δίνει ἀδιάκοπη ἐμπειρία γιὰ τὴ θεότητα. Ἀγάπη, γιατί μετέχει ὁλόκληρη ἀπὸ διάθεση σ' ὁλόκληρη τὴν εὐφροσύνη, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸ Θεό. Εἰρήνη τέλος, ἐπειδὴ μετέχει στὰ ἴδια συναισθήματα μὲ τὸ Θεὸ καὶ προετοιμάζει στὰ αἰσθήματα αὐτὰ ὅποιους ἀξιώθηκαν νὰ τὴ δεχθοῦν.

Ἂν δηλαδὴ τὸ θεῖο εἶναι ὁλότελα ἀκίνητο, ἀφοῦ δὲν ἔχει τίποτ' ἀπὸ πουθενὰ γιὰ νὰ τὸ ἐνόχληση —ποιὸ εἶναι ποὺ θὰ φτάση τὸ δικό του ὕψος;— καὶ ἡ εἰρήνη εἶναι ἀκλόνητη κι ἀμετακίνητη σταθερότητα καί, κοντὰ σ' αὐτή, καὶ ἀδιατάραχτη χαρά, δὲ συμμερίζεται τάχα τὴ θεϊκὴ κατάσταση καὶ κάθε ψυχή, ποὺ ἀξιώθηκε νὰ δοκιμάση τὴ θεϊκὴ εἰρήνη; Γιατί δὲν ἔχει ξεπεράσει μόνο τὰ μειονεκτήματα τῆς κακίας καὶ τῆς ἀγνωσίας, τοῦ ψεύδους καὶ τῆς πονηρίας, ποὺ εἶναι ἀντίθετες στὴν ἀρετὴ καὶ τὴ γνώση, στὴν ἀλήθεια καὶ τὸ ἀγαθό, κακίες ποὺ παρακολουθοῦν τὶς κινήσεις τῆς ψυχῆς τὶς ἀντίθετες μὲ τὴ φύση της. Ξεπερνᾶ τώρα —ἂν μπορῶ νὰ πῶ— τὰ ὅρια τῆς ἴδιας τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς γνώσης, τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς ἀγαθότητας, ποὺ ἐμεῖς διακρίναμε, καὶ ἀναπαύεται, μὲ τρόπο ἀνείπωτο καὶ ἄγνωστο, στὴν παραπάνω ἀπὸ ἀληθινὴ καὶ παραπάνω ἀπὸ ἀγαθὴ κλίνη τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὴν ἀδιάψευστη ὑπόσχεσή του. Γιατί κανένα, ἀπὸ ὅσα εἶναι στὴ φύση τους νὰ τὴν ἐνοχλοῦν, δὲν μπορεῖ νὰ τὴ φτάση στὸ κρυφὸ καταφύγιό της κοντὰ στὸ Θεό. Σ' αὐτὴ τὴ μακάρια καὶ πανάγια κλίνη πραγματοποιεῖται τὸ φρικτὸ ἐκεῖνο, πάνω ἀπὸ νοῦ καὶ λόγο, μυστήριο τῆς ἑνότητας, τὸ μυστήριο μὲ τὸ ὁποῖο θὰ γίνη μιὰ σάρκα κι ἕνα πνεῦμα ὁ Θεὸς μὲ τὴν Ἐκκλησία, δηλαδὴ τὴν ψυχή, κι ἡ ψυχὴ μὲ τὸ Θεό. Πῶς νὰ ἐκδηλώσω τὸ θαυμασμό μου γιὰ τὴν ἀγαθότητά σου! Δὲ θὰ τολμήσω νὰ πῶ ὅτι θὰ ὑμνήσω αὐτό, πού μοῦ λείπει ἡ ἀπαραίτητη δύναμη ἀκόμα καὶ νὰ τὸ θαυμάσω σιωπηλά. Θὰ γίνουν οἱ δυὸ μία σάρκα. Καὶ τὸ μυστήριο τοῦτο εἶναι μεγάλο, ἐγὼ ἐννοῶ σχετικὰ μὲ τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία, λέει ὁ θεῖος Ἀπόστολος. Ἄλλου λέει: Ὁποιος προσκολλᾶται στὸν Κύριο, ἀποτελεῖ ἕνα πνεῦμα.

Ἀφοῦ ἀποχτήση, λοιπόν, ἡ ψυχὴ τὴν ἑνότητά της κι ἀφοῦ συναχθῆ στὸν ἑαυτό της καὶ στὸ Θεό, δὲ θὰ ἔχη θέση πιὰ ὁ λόγος, ποὺ τὴ χωρίζει σὲ πολλὰ μὲ τοὺς συλλογισμούς του, ἀφοῦ ἔχει σὰν στέμμα στὴν κεφαλὴ τὸν πρῶτο καὶ μοναδικὸ κι ἕνα Λόγο καὶ Θεό. Ἐκεῖνον ποὺ μέσα του, ἀφοῦ εἶναι δημιουργὸς καὶ ποιητής τους, ζοῦνε καὶ ὑπάρχουν κατὰ μιὰν ἀφάνταστην ἁπλότητα, ὅλοι οἱ λόγοι τῶν ὄντων σὲ ἑνότητα. Ἐκείνη ἀτενίζοντας αὐτόν, ποὺ δὲν εἶναι ὡστόσο ἔξω ἀπ’ αὐτὴν ἀλλὰ εἶναι, ὁλόκληρος μέσα της, μ' ἕνα ἁπλὸ μονάχα ἀντίκρυσμα θὰ μάθη κι αὺτὴ τοὺς λόγους καὶ τὶς αἰτίες τῶν ὄντων. Προτοῦ νυμφευθῆ τὸ Λόγο καὶ Θεὸ ἀκολουθοῦσε γιὰ τὴν κατανόησή τους τὸ δρόμο τῆς διαιρετικῆς μεθόδου κι ὡδηγήθηκε μὲ τὴ βοήθειά της κατὰ τρόπο σωτήριο καὶ χωρὶς ἀντιφάσεις κοντὰ σ’ Ἐκεῖνον, ποὺ κάθε λόγο καὶ κάθε αἰτία περιέχει καὶ δημιουργεῖ.

Αὐτά, ὅπως εἴπαμε, συμβαίνουν στὴν ψυχή. Μέσα στὸ νοῦ κλείνει δυνάμει τὴ σοφία κι ἀπὸ τὴ σοφία ἔχει τὴ θεωρία, ἀπὸ τὴ θεωρία τὴ γνώση, ἀπὸ τὴ γνώση τὴν ἀλησμόνητη γνώση, ποὺ μὲ τὴ δύναμή της ὁδηγεῖται πρὸς τὴν ἀλήθεια, ποὺ εἶναι κορυφὴ καὶ τέλος τῶν ἀγαθῶν ὅσα σχετίζονται μὲ τὸ νοῦ. Ἐξαιτίας πάλι τοῦ λόγου ἔχει τὴ φρόνηση, κι ἀπὸ τὴ φρόνηση τὴν πράξη, κι ἀπὸ τὴν πράξη τὴν ἀρετή, κι ἀπὸ αὐτὴν ἔχει τὴν πίστη, ποὺ μὲ τὴ βοήθειά της καταλήγει στὸ ἀγαθό, ὅπως σὲ μακάριο τέρμα τῶν λογικῶν ἐνεργειῶν. Αὐτὲς γίνονται τὸ μέσο ν' ἀπαρτισθῆ ἡ ἐπιστήμη τῶν θείων ἀπὸ τὴν ἐπίτευξη τῆς ἑνότητάς τους μεταξύ τους.

Συμφωνεῖ τέλεια μὲ ὅλ' αὐτὰ νὰ παρομοιάζεται ἀπὸ τὸ θεωρητικὸ λόγο ἡ ἅγια Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ψυχή. Σημαίνει μὲ τὸ ἱερὸ βῆμα, ὅσα ἐδείξαμε παραπάνω, ὅτι πραγματοποιοῦνται μέσα στὸ νοῦ καὶ προοδευτικὰ προέρχονται ἀπ' αὐτόν. Ὅσα πάλι φανερώσαμε ὅτι ἀνήκουν στὴν περιοχὴ τοῦ λόγου καὶ προέρχονται ἀπ' αὐτὸν μὲ τὴ διαίρεση, τὰ διαφωτίζει μὲ τὸ ναό. Τὰ συναιρεῖ ὅλα σὲ ἕνα μὲ τὸ μυστήριο, ποὺ τελεῖται ἐπάνω στὸ θεῖο θυσιαστήριο. Στὸ μυστήριο αὐτό, ὅποιος σὰν μύστης μπόρεσε μὲ φρόνηση καὶ σοφία νὰ εἰσέλθη, ἔκαμε ἀληθινὰ Ἐκκλησία Θεοῦ καὶ θεϊκὴ τὴν ψυχή του. Γιὰ δική της ἴσως χάρη, κι ἀποτελῶντας δικό της σύμβολο καὶ παράδειγμα μὲ τὴν μέσα σ' αὐτὴ ποικιλία τῶν θείων ἀκολουθιῶν, μᾶς ἐδόθηκε, χειραγωγία σοφὴ πρὸς τὸ καλύτερο, αὐτὴ ἡ ἀνθρωπόχτιστη Ἐκκλησία.


Στ'. Πῶς καὶ μὲ ποιὸ τρόπο λέγεται ἄνθρωπος καὶ ἡ ἁγία Γραφὴ

Κι ὅπως, κατὰ τὴν ἀναγωγικὴ θεωρία, ἔλεγε, ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἄνθρωπος πνευματικὸς κι ὁ ἄνθρωπος μυστικὴ Ἐκκλησία, ἔτσι κι ὁλόκληρη ἡ ἁγία Γραφὴ σὲ συναίρεση, ἔλεγε, ὅτι εἶναι ἂνθρωπος• σῶμα της ὅτι εἶναι ἡ Παλαιὰ Διαθήκη, ψυχή της καὶ πνεῦμα καὶ νοῦς ἡ Καινή. Ὁλόκληρης πάλι τῆς ἁγίας Γραφῆς, τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Νέας, σῶμα ἦταν τὸ γράψιμο τῆς ἐποχῆς, καὶ ἡ σημασία τῶν συμβόλων κι ὁ σκοπός, στὸν ὁποῖο ἀποβλέπει ἡ σημασία, ἔλεγε ὅτι εἶναι ἡ ψυχή.

Ὅταν τὸ ἄκουσα αὐτό, ἐθαύμασα ὑπερβολικὰ τὴν ἀκρίβεια τοῦ εἰκονισμοῦ. Κι ὅπως πρέπει, μ' ὅλη μου τὴ δύναμη, ὕμνησα αὐτὸν ποὺ μοιράζει χαρίσματα στὸν καθένα κατὰ τὴν ἀξία του. Ὅπως δηλαδὴ ὁ πλασμένος ἀπὸ ἀνθρώπινη ὕλη εἶναι θνητὸς κατὰ τὸ φαινόμενο καὶ κατὰ τὸ μὴ φαινόμενο ἀθάνατος, ὅμοια κι ἡ ἁγία Γραφὴ μὲ τὸ νὰ ἔχη παροδικὰ τὰ φαινόμενα γραφτὰ σημεῖα, ἐνῷ τὸ πνεῦμα ποὺ κρύβουν τὰ γράμματα δὲν ἔχει ποτὲ διακοπὴ στὴ ζωή του, παρουσιάζει ἀληθινὸ τὸ λόγο τῆς θεωρίας. Κι ὅπως αὐτὸς ὁ ὅμοιός μας ἄνθρωπος συγκρατεῖ μὲ τὴ φιλοσοφία τὴν ἐπιθυμία καὶ τὸ ἔνστικτό τῆς ἡδονῆς καὶ μαραίνει τὴ σάρκα, ἔτσι κι ἡ Γραφὴ στὸ πνευματικὸ νόημά της ἐνεργεῖ περιτομὴ στὰ γραφτὰ σημεῖα της. Μᾶς λέει ὁ θεῖος Ἀπόστολος: ὅσο ὁ ἐξωτερικὸς ἄνθρωπος φθείρεται, τόσο ὁ ἐσωτερικὸς ξαναγίνεται νέος μέρα τὴ μέρα. Τὸ ἴδιο νὰ σκεφτώμαστε καὶ νὰ λέμε καὶ γιὰ τὴν ἁγία Γραφή, ἐκλαμβάνοντάς την σὰν ἄνθρωπο. Ὅσο δηλαδὴ ὑποχωρεῖ τὸ γράμμα της, τόσο ὑπερισχύει τὸ πνεῦμα της. Κι ὅσο περνοῦνε οἱ σκιὲς τῆς πρόσκαιρης λατρείας, τόσο παίρνει τὴ θέση τους ἡ ἀλήθεια τῆς πίστης ἡ ὁλοφώτεινη κι ὁλόλαμπρη κι ἀνήσκιωτη. Σύμφωνα μ' αὐτὴ καὶ ἐξαιτίας της γιὰ λόγο ὑπεροχῆς ὑπάρχει καὶ ἔχει γραφῆ καὶ λέγεται Γραφή, γραμμένη στὸ νοῦ μὲ τὴ χάρη τοῦ πνεύματος. Ὅπως ἀκριβῶς κι ὁ ὅμοιός μας ἄνθρωπος γιὰ τὴν ὑπεροχὴ του ἐξαιτίας τῆς λογικῆς καὶ νοερῆς ψυχῆς, εἶναι καὶ λέγεται σταθερὰ ἄνθρωπος. Σύμφωνα μ' αὐτὴ καὶ ἐξαιτίας της εἶναι εἰκόνα κι ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ, ποὺ τὸν ἔπλασε. Κατὰ φυσικὸ λόγο ἔχει ἀποχωρισθῆ ἀπὸ τὰ ἄλλα ζωντανὰ ὄντα καὶ δὲν ἔχει ὁποιοδήποτε σημάδι συγγενικῆς μ' αὐτὰ λειτουργίας.


Ζ'. Πῶς ὁ κόσμος λέγεται ἄνθρωπος καὶ πῶς ὁ ἄνθρωπος κόσμος

Σύμφωνα πάλι μὲ τὴν εἰκόνα αὐτή, μ' ἐπιτυχημένη ἀπομίμηση, ὁλόκληρος ὁ κόσμος, ποὺ ἀποτελεῖται, ἀπὸ ὁρατὰ κι ἀόρατα, ἐπρόσθετε, ὅτι εἶναι ἄνθρωπος. Καὶ πάλι, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι κόσμος, ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ ψυχὴ καὶ σῶμα. Ἔλεγε, ὅτι τὰ νοητὰ ἀναλογοῦν πρὸς τὴν ψυχή, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἡ ψυχὴ πρὸς τὰ νοητά. Τὰ αἰσθητὰ πάλι ἀντιστοιχοῦν πρὸς τὸ σῶμα, καθὼς ἀκριβῶς καὶ τὸ σῶμα ἀντιστοιχεῖ πρὸς τὰ αἰσθητά. Κι ὅτι ψυχὴ τῶν αἰσθητῶν εἶναι τὰ νοητὰ καὶ τῶν νοητῶν τὸ σῶμα εἶναι τὰ αἰσθητά. Κι ὅπως ἡ ψυχὴ ζῆ μέσα στὸ σῶμα, ἔτσι κι ὁ νοητὸς κόσμος βρίσκεται μέσα στὸν αἰσθητό. Καὶ ὁ αἰσθητὸς κόσμος ὅτι ὁλοκληρώνεται μὲ τὸ νοητό, ὅπως ἀκριβῶς τὸ σῶμα μὲ τὴν ψυχή. Καὶ γίνεται ἕνας κόσμος ἀπὸ τοὺς δύο, ὅπως ἕνας ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχὴ μαζί, χωρὶς τὸ καθένα ἀπὸ τὰ δύο αὐτά, ποὺ εἶναι δεμένα μ' ἕνωση μεταξύ τους, ν' ἀποκρούη τὸ ἄλλο καὶ νὰ τὸ ἀποδιώχνη, ἐξαιτίας τοῦ νόμου, ποὺ ἔβαλε ἐκεῖνος ποὺ τὰ ἔδεσε μαζί. Κι ἀπὸ τὸ νόμο αὐτὸ ἐσπάρθηκε μέσα τους ὁ λόγος τῆς ἑνοποιητικῆς δύναμης, ποὺ δὲν ἐπιτρέπει ν' ἀγνοηθῆ, ἐξαιτίας τῆς φυσικῆς τους διαφορᾶς, ἡ ὑποστατικὴ ταυτότητά τους, ποὺ δημιουργήθηκε ἀπὸ τὴν ἕνωσή τους. Μήτε νὰ γίνη δυνατὸ νὰ φανῆ ἰσχυρότερη στὸ χωρισμὸ καὶ στὴ διαίρεση ἡ ἰδιότητα, ποὺ καθορίζει τὴ φύση τοῦ καθενὸς ἀπὸ τὴ συγγένεια ποὺ τὰ σπρώχνει στὴ φιλία καὶ ποὺ ρίχτηκε μυστικὰ μέσα τους κατὰ τὴν ἕνωσή τους. Καὶ κατὰ τὴ συγγένεια αὐτή, μὲ διαφορετικὴ μορφὴ σὲ κάθε ὄν, ὁ καθολικὸς καὶ μόνος τρόπος τῆς ἀόρατης κι ἀδιανόητης παρουσίας τῆς αἰτίας ποὺ συγκρατεῖ τὰ πάντα μέσα σὲ ὅλα, τὰ διατηρεῖ καὶ μόνα τους καὶ μεταξὺ τους ἀσύγχυτα καὶ ἀδιαίρετα καὶ δείχνει ὅτι ἀνήκουν, κατὰ τὸν ἑνοποιητικὸ σύνδεσμό τους, πιὸ πολὺ τὸ ἕνα στὸ ἄλλο παρὰ στὸν ἑαυτό του. Ὥσπου νὰ σκεφθῆ νὰ τὰ διάλυση Ἐκεῖνος, ποὺ τὰ ἔδεσε μαζί, γιὰ χάρη κάποιας ἀνώτερης κι ἀπόκρυφης οἰκονομίας, κατὰ τὴν ὥρα τῆς συντέλειας τῶν ὅλων ποὺ περιμένομε. Τότε καὶ ὁ κόσμος τῶν φαινομένων, ὅπως ὁ ἄνθρωπος, θὰ πεθάνη καὶ πάλι θ' ἀναστηθῆ νέος ἀπὸ τὸ γερασμένο, κατὰ τὴν ἀνάσταση ποὺ προσδοκοῦμε σύντομα. Τότε κι ὁ ὅμοιός μας ἄνθρωπος, μέρος μαζὶ μὲ ὁλόκληρο, μικρὸς μαζὶ μὲ τὸ μεγάλο κόσμο, θὰ συναναστηθῆ, ἀφοῦ λάβη τὴ δύναμη ν' ἀποφύγη πιὰ τὴ μοῖρα τῆς φθορᾶς. Καὶ τοῦτο ὅταν τὸ σῶμα πλησιάση τὴν ψυχὴ καὶ τὰ αἰσθητὰ πλησιάσουν τὰ νοητὰ κατὰ τὴν ὀμορφιὰ καὶ τὴ λάμψη, ἐνῷ μέσα σὲ ὅλα μὲ ἰδιαίτερη ἀναλογία θὰ ἐκδηλώνεται ἡ ἲδια θεϊκὴ δύναμη, σὰν παρουσία λαμπρὴ κι ἐνεργητική, ποὺ συντηρεῖ μόνη της ἀδιάλυτο στοὺς ἄπειρους αἰῶνες τὸ σύνδεσμο τῆς ἑνότητας.

Ἂν θέλη κάποιος, λοιπόν, νὰ ἔχη καὶ βίο καὶ λόγο θεάρεστο, ἂς προσέξη πολὺ τὰ ἀνώτερα καὶ πολυτιμότερα στοιχεῖα αὐτῶν τῶν τριῶν ἀνθρώπων, ἐννοῶ τὸν κόσμο, τὴν ἁγία Γραφὴ κι ἐμᾶς. Ἂς φροντίζη μ' ὅλη τὴ δύναμή του γιὰ τὴν ψυχή, τὴν ἀθάνατη καὶ θεία, ποὺ θὰ θεωθῆ μὲ τὶς ἀρετές. Ἂς περιφρονῆ ὅμως τὴ σάρκα, ποὺ τὴν ἐξουσιάζει ἡ φθορὰ κι ὁ θάνατος καὶ ποὺ μπορεῖ νὰ σπιλώση τὴν ἀξία τῆς ψυχῆς, ἂν τὴν παραμελήσωμε. Βαραίνει τὴν ψυχή, μᾶς λέει, τὸ φθαρτὸ σῶμα καὶ τὸ χωματένιο σκήνωμα συνθλίβει τὸ νοῦ τὸν πλεγμένο σὲ πολλὲς φροντίδες. Μᾶς λέει ξανά• Ἡ σάρκα ἐπιθυμεῖ κατὰ τοῦ πνεύματος καὶ τὸ πνεῦμα, κατὰ τῆς σάρκας. Καὶ πάλι• Ὅποιος ρίχνει τοὺς σπόρους τῆς προκοπῆς του στὴ σάρκα του, θὰ θερίση ἀπὸ τὴ σάρκα φθορά. Ἂς στρέψη τὴν ἅμιλλά του μὲ ἔλλογη νοητικὴ ἐνέργεια πρὸς τὶς ἀσώματες καὶ νοερὲς δυνάμεις κι ἂς ἀφήση τὰ τωρινὰ καὶ ὀρατά• τὰ ὁρατὰ εἶναι προσκαιρα, μᾶς λέει, τὰ ἀόρατα αἰώνια• στὶς δυνάμεις αὐτὲς βρίσκει ἀνάπαυση ὁ Θεὸς ποὺ εἶναι συνηθισμένος σὲ μακρὰ εἰρήνη. Ἂς ἀναφέρεται ἀκόμα μὲ φρόνηση στὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ξεπερνῶντας τὸ γράμμα μὲ τὴ στοχαστικὴ μελέτη τῆς ἁγίας Γραφῆς. Σ' αὐτὸ ὑπάρχει τὸ πλήρωμα τῶν ἀγαθῶν κι οἱ θησαυροὶ τῆς γνώσης καὶ τῆς σοφίας κρυμμένοι. Κι ἂν κάποιος φανῆ ἄξιος στὴ διαχείριση τῶν θησαυρῶν αὐτῶν, θὰ βρῆ τὸν ἲδιο τὸ Θεὸ χαραγμένο στὶς πλάκες τῆς καρδιᾶς του μὲ τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος• μὲ ἀκάλυπτο πρόσωπο θὰ δῆ, ὅπως σὲ καθρέφτη, τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ἀφαιρέση τὸ κάλυμμα τῶν γραμμάτων.


Η'. Τί συμβολίζει ἡ πρώτη εἴσοδος τῆς ἁγίας σύναξης καὶ τί ὅσα τελοῦνται ἐπειτ' ἀπ' αὐτὴ

Ἒπειτ' ἀπὸ τὴ σύντομη ἔκθεση, ποὺ κάναμε τῶν ἀπόψεων ποὺ διατυπώθηκαν γιὰ τὴν ἁγία Ἐκκλησία ἀπὸ τὸ μακαριστὸ γέροντα, ἔρχεται ὁ λόγος νὰ κάμη ἀκόμα πιὸ σύντομη, ὅσο γίνεται, τὴν ἔκθεση γιὰ τὴν ἁγία σύναξη τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ πρώτη, λοιπόν, κατὰ τὴν ἱερὴ σύναξη εἴσοδος στὴν ἁγία Ἐκκλησία τοῦ ἀρχιερέα, ἐδίδασκε, ὅτι εἶναι εἰκόνα καὶ τύπος τῆς πρώτης μέσα ἀπ' τὴ σάρκα παρουσίας στὸν κόσμο τοῦτο, τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ Σωτῆρα μας Χριστοῦ. Μὲ τὴν παρουσία του αὺτὴ ἐλευθέρωσε κι ἐλύτρωσε τὴ φύση τῶν ἀνθρώπων, ποὺ εἶχε ὑποδουλωθῆ στὴ φθορὰ καὶ παραδοθῆ ἀπὸ μόνη της στὸ θάνατο μὲ τὴν ἁμαρτία της καὶ ποὺ ὁ διάβολος κυβερνᾶ τυραννικά. Ἐπλήρωσε τὸ χρέος γι' αὐτήν, σὰν ὑπεύθυνος, αὐτὸς ὁ ἀνεύθυνος καὶ ἀναμάρτητος, καὶ τὴν ξαναέφερε στὴ χάρη τῆς ἀρχικῆς βασιλείας, ἀφοῦ ἔδωσε τὸν ἑαυτό του γιὰ μᾶς ἀντάλλαγμα καὶ λύτρο. Πρόσφερε σὰν ἀντίδοτο στὰ δικά μας θανάσιμα πάθη τὸ ζωοποιὸ πάθος του, φάρμακο θεραπευτικὸ καὶ σωτήριο ὅλου τοῦ κόσμου. Κι ἔπειτ' ἀπὸ τὴν παρουσία του αὐτή, ἡ ἄνοδός του στὸν οὐρανὸ καὶ ἡ ἀποκατάστασή του στὸν ὑπερουράνιο θρόνο του συμβολίζεται μὲ τὴν εἴσοδο τοῦ ἀρχιερέα στὸ ἱερὸ βῆμα καὶ τὴν ἀνάβασή του στὸν ἱερατικὸ θρόνο.


Θ'. Τί φανερώνει καὶ ἡ εἴσοδος τοῦ λαοῦ μέσα στὴν ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ

Καὶ ἡ εἴσοδος τοῦ λαοῦ, ποὺ γίνεται μαζὶ μὲ τὸν ἱεράρχη μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἔλεγε ὁ μακάριος γέροντας, ὅτι φανερώνει τὴν ἐπιστροφὴ τῶν ἀπίστων ἀπὸ τὴν ἄγνοια καὶ τὴν πλάνη τους στὴν ἐπίγνωση τοῦ Θεοῦ, καθὼς καὶ τὴ μετατόπιση τῶν πιστῶν ἀπὸ τὴν κακία καὶ τὴν ἀγνωσία στὴν ἀρετὴ καὶ τὴ γνώση. Γιατί ἡ εἴσοδος στὴν Ἐκκλησία δὲ φανερώνει μόνο τὴν ἐπιστροφὴ τῶν ἀπίστων στὸν ἀληθινὸ Θεό. Ὑποδηλώνει καὶ τοῦ καθενὸς ἀπό μᾶς, ποὺ πιστεύομε ἀλλὰ παραβαίνομε τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου μὲ τὴν ἀκόλαστη διαγωγὴ καὶ τὸν αἰσχρὸ βίο μας, τὴ διόρθωση μὲ τὴ μετάνοια. Κάθε ἄνθρωπος, δηλαδή, φονιάς, μοιχός, κλέφτης, ὑπερήφανος, φαντασμένος, ἀναίσχυντος, πλεονέκτης, φιλάργυρος, φιλοκατήγορος, μνησίκακος, ποὺ ρέπει στὸ θυμὸ καὶ στὴν ὀργή, περιγελαστής, συκοφάντης, ψιθυριστής, τοῦ φθόνου θήραμα, μέθυσος, καὶ μὲ μιὰ λέξη —γιὰ νὰ μὴ μακρύνω τὸ λόγο μου ἀπαριθμῶντας ὅλα τὰ εἴδη τῆς κακίας— ὅποιος κατέχεται ἀπὸ ὁποιαδήποτε κακία, ἀφοῦ παύση θεληματικὰ κι ἐνσυνείδητα νὰ κατέχεται ἀπ' αὐτὴ καὶ νὰ ἐνεργῆ ἐμπρόθετα κι ἀφοῦ μεταβάλη τὴ ζωή του πρὸς τὸ καλύτερο, προτιμῶντας ἀπὸ τὴν κακία τὴν ἀρετή, αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο κατεξοχὴν κι ἀληθινὰ πρέπει νὰ θεωροῦμε καὶ νὰ λέμε ὅτι μπαίνει μαζὶ μὲ τὸ Χριστὸ τὸ Θεὸ στὸ χῶρο τῆς ἀρετῆς ταυτισμένης στὸ νοῦ μας κατὰ κάποιο τρόπο μὲ τὴν Ἐκκλησία.


Ι'. Τί συμβολίζουν τὰ θεῖα ἀναγνώσματα

Οἱ θεῖες ἀναγνώσεις τῶν πανίερων βιβλίων, ἔλεγε ὁ δάσκαλος, ὅτι ὑποδηλώνουν τὶς θεῖες καὶ μακάριες θελήσεις καὶ βουλὲς τοῦ πανάγιου Θεοῦ. Αὐτές μᾶς δίνουν τὰ θεμέλια τῆς πράξης μας, ἀνάλογα στὸν καθένα μας πρὸς τὴ δύναμή του, καὶ μᾶς μαθαίνουν τοὺς κανόνες τῶν θείων καὶ μακάριων ἀγώνων μας. Καὶ στοὺς ἀγῶνες αὐτοὺς μὲ τὴ νόμιμη ἄθλησή μας ἀξιωνόμαστε τὰ ποθητὰ στεφάνια τῆς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ.


ΙΑ'. Τί συμβολίζουν τὰ θεῖα ψάλματα

Ἡ πνευματικὴ πάλι χάρη τῶν θείων ψαλμάτων, ἔλεγε ὅτι φανερώνει τὴ γλυκύτητα τῶν θείων ἀγαθῶν. Αὐτὴν ποὺ φτερώνει τὴν ψυχὴ πρὸς τὸν τέλειο κι εὐτυχισμένον ἔρωτα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἐρεθίζει πιὸ πολὺ νὰ μισῆ τὴν ἁμαρτία.


ΙΒ'. Ποιὰ σημασία ἔχουν οἱ ἀναφωνήσεις πρὸς τὴν εἰρήνη

Μὲ τὶς ἀναφωνήσεις πρὸς τὴν εἰρήνη, ποὺ γίνονται μέσα ἀπὸ τὸ ἱερὸ βῆμα μὲ ὁρισμὸ τοῦ ἀρχιερέα ἐπειτ' ἀπὸ κάθε ἀνάγνωσμα, καθώριζε ὁ σοφὸς γέροντας, ὅτι φανερώνονται οἱ θεϊκὲς εὐαρεστήσεις, ποὺ μεταφέρουν οἱ ἅγιοι ἄγγελοι. Μ' αὐτὲς ὁρίζει ὁ Θεὸς τ' ἀγωνίσματα ἐκείνων, ποὺ ἀντιμετωπίζουν μὲ νόμιμη ἄθληση γιὰ χάρη τῆς ἀλήθειας τὶς ἀντίθετες δυνάμεις καὶ διαλύει τὶς ἀόρατες συμπλοκές, παρέχοντας εἰρήνη μὲ τὴν κατάργηση τοῦ σώματος τῆς ἁμαρτίας κι ἀντιπροσφέροντας στοὺς ἁγίους ἐξαιτίας τῶν ἀγώνων τους γιὰ τὴν ἀρετὴ τὴ χάρη τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὰ πάθη. Ἔτσι, ἐλεύθεροι ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ πολέμου αὐτοῦ, νὰ κατευθύνουν τὶς δυνάμεις τῆς ψυχῆς τους στὴν πνευματικὴ καλλιέργεια, στὴν ἄσκηση δηλαδὴ τῶν ἀρετῶν. Μ' αὐτὲς ἐσκόρπισαν τὶς ὀρδὲς τῶν πονηρῶν πνευμάτων κι εἶχαν ἀρχηγὸ τοὺς τὸ Θεὸ καὶ Λόγο, ποὺ ἀχρήστεψε τὰ ὀδυνηρὰ καὶ δυσαπόκρουστα τεχνάσματα τοῦ διαβόλου.

ΙΓ'. Τίνος καθενὸς χωριστὰ εἶναι σύμβολο ἡ ἀνάγνωση τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου καὶ οἱ μυστικὲς εὐχὲς ἔπειτ' ἀπ' αὐτὴ

Γι' αὐτό, ἔπειτ' ἀπὸ τὶς ἀναφωνήσεις αὐτές, ἐθέσπισε ἡ ἱερὴ διάταξη τῆς Ἐκκλησίας νὰ γίνεται ἀμέσως ἡ ἀνάγνωση τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Σκοπὸς της εἰδικὸς εἶναι νὰ προβάλη στοὺς φιλόπονους τὴν ταλαιπωρία γιὰ χάρη τοῦ θείου λόγου, ποὺ ἐπειτ' ἀπ' αὐτὴν ὁ Λόγος τῆς γνωστικῆς θεωρίας φτάνοντας κοντά τους, σὰν Μέγας Ἀρχιερέας, ἀπὸ τὸν οὐρανὸ περιορίζει τὸ σαρκικὸ φρόνημα, σὰν μέρος τοῦ αἰσθητοῦ κόσμου ποὺ εἶναι.

Τοὺς λογισμοὺς ποὺ σκύβουν ἀκόμα στὴ γῆ τοὺς παραμερίζει καὶ τοὺς φέρνει ἀπὸ δῶ στὴ θέαση τῶν νοητῶν λόγων καὶ πραγμάτων μὲ τὸ κλείσιμο τῶν θυρῶν καὶ τὴν εἴσοδο τῶν ἁγίων μυστηρίων, καθὼς ἒχουν σφαλίσει πιὰ τὶς πύλες τῶν αἰσθήσεων. Κι ἀφοῦ τοὺς ἔχει ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴ σάρκα καὶ τὸν κόσμο τοὺς μαθαίνει τὰ ἄρρητα, ἐνῷ ἔχουν μὲ τὸν ἀσπασμὸ συνδεθῆ μεταξύ τους καὶ μαζὶ του καὶ τοῦ ἀντιπροσφέρουν μονάχα μ' εὐγνωμοσύνη μπροστὰ στὴν ἀπέραντη πρὸς αὐτοὺς εὐεργεσία του τὴν εὐχαριστήρια ὁμολογία γιὰ τὴ σωτηρία τους. Αὐτῆς ὑπαινιγμὸ ἀποτελεῖ τὸ θεῖο σύμβολο τῆς πίστεως.
Ἀφοῦ ἔπειτα μὲ τὸ Τρισάγιό τους κάμη νὰ συναριθμοῦνται μὲ τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς χαρίση τὴν ἴδια μ' αὐτοὺς γνώση τῆς ἐξαγιαστικῆς θεολογίας, τοὺς ὁδηγεῖ κοντὰ στὸ Θεὸ καὶ Πατέρα, γινωμένους γιούς του χάρη στὸ
Πνεῦμα μὲ τὴν προσευχή, ποὺ μ' αὐτὴν ἀξιώθηκαν νὰ καλοῦν πατέρα τὸ Θεό. Κι ἀπὸ δῶ πάλι, καθὼς ἔχουνε πιὰ περάσει μὲ ἐπιστήμη ἀπὸ ὅλους τοὺς λόγους τῶν ὄντων, τοὺς φέρνει μ' ἀκατανόητο τρόπο στὴν ἀκατανόητη Μονάδα μὲ τὸ «Εἷς Ἅγιος. . .» καὶ τὰ παρακάτω. Ἔχουν ἑνωθῆ μαζί Της μὲ τὴ χάρη κι ἔχουν γίνει ὅμοιοί Της ἐπικοινωνῶντας μ’ Αὐτὴ σὲ μιὰ ὅσο μπορεῖ νὰ γίνη ἀδιαίρετη ταυτότητα.


ΙΔ'. Τίνος σύμβολο εἶναι καὶ στὴ γενικὴ σημασία της ἡ θεία ἀνάγνωση τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου

Στὴ γενικὴ ἐκδοχὴ της ὑποδηλώνει τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου τούτου. Ἔπειτα δηλαδὴ ἀπὸ τὴ θεία ἀνάγνωση τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου, κατεβαίνει καὶ ὁ ἀρχιερέας ἀπὸ τὸ θρόνο καὶ γίνεται ἀπὸ τοὺς λειτουργοὺς ἡ ἀπόλυση καὶ ἡ ἀπομάκρυνση τῶν κατηχουμένων καὶ ὅσων εἶναι ἀνάξιοι γιὰ τὸ θεῖο ἀντίκρυσμα τῶν μυστηρίων, ποὺ μέλλουν νὰ παρουσιασθοῦν. Δείχνει ἡ ἴδια καὶ προτυπώνει τὴν ἀλήθεια, ποὺ αὐτῆς εἶναι εἰκόνα κι ἀποτύπωση, κι εἶναι σὰν νὰ φωνάζη μὲ ὅλα αὐτὰ ὅτι, ἀφοῦ κηρυχθῆ σ' ὅλη τὴν οἰκουμένη, ὅπως ἔχει γραφῆ, τὸ Εὐαγγέλιο τῆς Βασιλείας, μαρτυρία γιὰ ὅλα τὰ ἔθνη, τότε θὰ φτάση τὸ τέλος. Θὰ φτάση τότε, κατὰ τὴ δεύτερη παρουσία του, θέλω νὰ πῶ ἀπὸ τὸν οὐρανό, μὲ ἀνείπωτη δόξα ὁ μεγάλος Θεὸς καὶ Σωτῆρας μας Ἰησοῦς Χριστός. ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μὲ ἐξαγγελτικὴ φωνὴ ἀρχαγγέλου καὶ μὲ τὸν ἦχο τῆς σάλπιγγας τοῦ Θεοῦ θὰ κατεβῆ ἀπὸ τὸν οὐρανό, γράφει ὁ θεῖος Ἀπόστολος. Θὰ τιμωρήση ὅσους τοῦ ἐναντιώθηκαν καὶ θὰ βάλη τοὺς ἁγίους ἀγγέλους του νὰ χωρίσουν τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τοὺς ἄπιστους, τοὺς δίκαιους ἀπὸ τοὺς ἄδικους, τοὺς ἁγίους ἀπὸ τοὺς ἁμαρτωλούς. Μ’ ἕνα λόγο, ὅσους ἀκολούθησαν τὴν προσταγὴ τῆς σάρκας ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἐστοίχισαν τὰ βήματά τους σύμφωνα μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Καὶ θ' ἀποδώση στὸν καθένα, ὅπως βεβαιώνει ἡ ἀλήθεια τῆς θεϊκῆς ὑπόσχεσης, στοὺς ἄπειρους καὶ ἀτελεύτητους αἰῶνες δίκαιη ἀμοιβή, ἀντάξια της ζωῆς ποὺ ἒχουνε ζήσει.

ΙΕ'. Τίνος σύμβολο εἶναι τὸ κλείσιμο τῶν θυρῶν τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας, ποὺ γίνεται μετὰ τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο

Τὸ κλείσιμο τώρα τῶν θυρῶν τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ, ποὺ γίνεται μετὰ τὴν ἀνάγνωση τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου καὶ τὴν ἀπομάκρυνση τῶν κατηχουμένων, φανερώνει τὴν παροδικότητα τῶν ὑλικῶν καὶ τὴν εἴσοδο τῶν ἄξιων στὸ νοητὸ κόσμο, δηλαδὴ τὸ νυφικὸ θάλαμο τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θὰ γίνη ἒπειτ' ἀπὸ τὸ φοβερὸν ἐκεῖνο χωρισμὸ καὶ τὴ φοβερότερη ἀπόφαση. Φανερώνει ἀκόμα τὴ ριζικὴν ἀπόρριψη τῆς ἀπάτης ποὺ γίνεται μὲ τὶς αἰσθήσεις.


ΙΣτ'. Τί σημαίνει ἡ εἴσοδος τῶν Ἁγίων Μυστηρίων

Ἡ εἴσοδος πάλι τῶν ἁγίων καὶ σεβαστῶν Μυστηρίων εἶναι ἡ ἀρχὴ κι ὁ πρόλογος, ὅπως ἔλεγε ὁ μεγάλος ἐκεῖνος γέροντας, τῆς καινούργιας διδαχῆς, ποὺ θὰ γίνη στοὺς οὐρανούς, σχετικὰ μὲ τὴν οἰκονομία τοῦ Θεοῦ γιὰ μᾶς καὶ ἡ ἀποκάλυψη τοῦ μυστηρίου τῆς σωτηρίας μας, ποὺ εἶναι κρυμμένο στ' ἄδυτα τῆς θεϊκῆς μυστικότητας. «Δὲ θὰ πιῶ, λέει ὁ Θεὸς Λόγος στοὺς μαθητές του, στὸ ἑξῆς ἀπὸ τὸν καρπὸ τοῦ ἀμπελιοῦ ὥς τὴ μέρα ἐκείνη, ὁπότε θὰ τὸ πίνω καινούργιο μαζί σας μέσα στὴ Βασιλεία τοῦ Πατέρα μου».


ΙΖ'. Τίνος σύμβολο εἶναι ὁ θεῖος ἀσπασμὸς

Κι ὁ πνευματικὸς ἀσπασμός, ποὺ ἀπευθύνεται σ' ὅλους, εἶναι πρότυπο καὶ προδιαγραφὴ τῆς ὁμόνοιας, τῆς ὁμοφροσύνης ὅλων μεταξύ τους καὶ τῆς λογικῆς ταυτότητας, ποὺ θὰ πραγματοποιηθῆ τὸν καιρὸ τῆς ἀποκάλυψης τῶν μελλοντικῶν ἀνείπωτων ἀγαθῶν, ποὺ ἀποτελεῖ προσδοκία πίστης κι ἀγάπης. Ἐξαιτίας τῆς ἀποκάλυψης αὐτῆς οἰκειώνονται οἱ ἄξιοι τὸ Λόγο καὶ Θεό. Γιατί τὸ στόμα εἶναι τοῦ λόγου σύμβολο καὶ γιὰ τοῦτο ἀκριβῶς ὅλοι ὅσοι ἔχουν κοινωνήσει τὸ λόγο, σὰν λογικοί, μετέχουν σ' ὅλα καθὼς καὶ στὸν πρῶτο καὶ μοναδικὸ Λόγο, τὸν αἴτιο κάθε λόγου.

ΙΗ'. Τί σημαίνει τὸ θεῖο σύμβολο τῆς πίστεως

Ἡ ὁμολογία πάλι τοῦ θείου συμβόλου τῆς πίστεως, ποὺ γίνεται ἀπὸ ὅλους, προδηλώνει τὴ μυστικὴ εὐχαριστία, ποὺ θὰ κάνωμε στὴν ἄλλη ζωή, γιὰ τοὺς θαυμαστοὺς λόγους καὶ τρόπους τῆς πάνσοφης Πρόνοιας τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς. Μὲ τὴν Εὐχαριστία αὐτὴ οἱ ἄξιοι παρουσιάζουν τὸν ἑαυτό τους νὰ εὐγνωμονῆ γιὰ τὴ θεία εὐεργεσία. Κι ἔξω ἀπ' αὐτὴ δὲν ἔχουν τίποτ' ἄλλο ν' ἀντιπροσφέρουν γιὰ κάθε ἕνα ἀπὸ τὰ ἄπειρα θεῖα ἀγαθὰ ποὺ ἔχουν δεχθῆ.


ΙΘ'. Τί σημαίνει ἡ δοξολογία τοῦ Θεοΰ μὲ τὸν Τρισάγιο ὕμνο

Ἡ τριπλῆ τώρα ἀναφώνηση τοῦ «Ἅγιος», ποὺ περιέχει ἡ ἱερὴ ὑμνολογία, ἀπὸ μέρους ὅλου τοῦ πιστοῦ λαοῦ, δείχνει τὴν ἕνωση καὶ ἰσοτιμία μας μὲ τὶς ἀσώματες καὶ νοερὲς δυνάμεις, ποὺ θὰ φανῆ στὸ μέλλον. Μὲ αὐτήν, σὲ συμφωνία μὲ τὶς ἄνω δυνάμεις ἐξαιτίας τῆς ταυτότητας τῆς σταθερῆς γύρω ἀπὸ τὸ Θεὸ ἀεικινησίας, θὰ μάθη ἡ ἀνθρώπινη φύση νὰ ὑμνῆ καὶ ν' ἁγιάζη μὲ τρεῖς ἁγιαστικὲς ἀναφωνήσεις τὴν τρισυπόστατη καὶ ὅμως μία θεότητα.


Κ'. Τίνος σύμβολο εἶναι ἡ ἁγία Προσευχὴ τοῦ «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς»

Ἡ πανάγια καὶ σεβαστὴ ἐπίκληση τοῦ μεγάλου καὶ μακάριου Θεοῦ καὶ Πατέρα ἀποτελεῖ σύμβολο τῆς υἱοθεσίας, ποὺ εἶναι ἐνυπόστατη καὶ ζῆ καὶ ποὺ θὰ μᾶς παραχωρηθῆ, δωρεὰ καί χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Σύμφωνα μ'αὐτὴ θὰ ὑπερνικηθῆ καὶ θὰ κρυφτῆ κάθε ἀνθρώπινη ἰδιότητα μὲ τὸν ἐρχομὸ τῆς χάρης καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοι θὰ μεταβληθοῦν καὶ θὰ γίνουν γιοὶ τοῦ Θεοῦ, ὅσοι ἀπὸ δῶ κιόλας ἐστόλισαν μὲ τὶς ἀρετὲς τὸν ἑαυτὸ τους λαμπρὰ καὶ τιμημένα μὲ τὴ θεϊκὴ ὀμορφιὰ τῆς καλωσύνης.


ΚΑ'. Τί σημαίνει τὸ τέλος τῶν ὕμνων τῆς μυστικῆς λατρείας «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος» καὶ τὰ λοιπὰ

Καὶ ἡ ὁμολογία ποὺ γίνεται ἀπὸ ὅλο τὸ λαὸ στὸ τέλος τῆς μυστικῆς λατρείας, μὲ τὸ «Εἷς Ἅγιος» καὶ τὰ λοιπά, φανερώνει τὴν κρυφὴ συγκέντρωση κι ἕνωση πάνω ἀπὸ κάθε λογισμὸ καὶ κάθε νόημα, ὅσων μὲ τρόπο μυστικὸ καὶ σοφὸ ἔχουν τελεσθῆ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, πρὸς τὸ ἕνα τῆς θείας ἁπλότητας, στὴν ἄφθαρτη αἰωνιότητα τῶν νοητῶν. Ἐκεῖ, τῆς ἄφαντης καὶ πανανείπωτης δόξας τὸ φῶς ἀντικρύζοντας, δέχονται κι αὐτοὶ μαζὶ μὲ τὶς οὐράνιες δυνάμεις τὴ μακάρια καθαρότητα. Κι ἒπειτα, τελικὸς σκοπὸς ὅλων γίνεται ἡ μετάδοση τοῦ μυστηρίου, ποὺ μετασχηματίζει κατὰ τὸν ἑαυτό του καὶ δείχνει ὅσους κοινωνοῦν ἄξια, ὅμοιους κατὰ χάρη καὶ μετοχὴ μ' ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἀπὸ μόνος του ἀγαθός, χωρὶς νὰ ὑστεροῦν σὲ τίποτ' ἀπ’ αὐτόν, ὅσο μποροῦν νὰ φτάσουν καὶ νὰ δεχθοῦν οἱ ἄνθρωποι. Ὥστε νὰ μποροῦνε κι αὐτοὶ νὰ εἶναι καὶ νὰ καλοῦνται ὄχι ἀπὸ τὴ φύση τους ἀλλὰ κατὰ χάρη Θεοί, ἐξαιτίας τοῦ ὁλάκερου Θεοῦ, ποὺ ὁλάκερους τοὺς ἐγέμισε καὶ κανένα σημεῖο τους δὲν ἄφησε ἄδειο ἀπὸ τὴν παρουσία του.

ΚΒ'. Πῶς καὶ μὲ ποιὸ τρόπο καὶ ἡ ψυχὴ καθ’ ἑαυτὴ θεωρεῖται μὲ ὅσα εἰπώθηκαν ὅτι θεοποιεῖ καὶ τελειοποιεῖ τὸν καθένα χωριστὰ

Ἐλᾶτε, λοιπόν, περνῶντας ἀπὸ τὰ ἴδια πράγματα προχωρητικὰ καὶ μὲ τάξη, ἂς στοχαστοῦμε τὰ ἴδια καὶ σχετικὰ μὲ τὴν ψυχὴ ποὺ ἐπιδιώκει τὴ γνώση. Κι ἀκολουθῶντας τὸ λόγο, ἂς ἀνεβοῦμε λίγο μαζί του, ὅσο μποροῦμε, μ' εὐλάβεια σὲ ψηλότερη σκοπιά, γιὰ νὰ ἐξετάσωμε καὶ ν' ἀντιληφθοῦμε πῶς οἱ θεῖοι κανόνες τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας ὁδηγοῦν τὴν ψυχὴ στὴν τελειότητά της μὲ τὴ γνήσια κι εὐεργετικὴ γνώση. Ἂς μὴν ἐμποδίζωμε, ἂν νομίζετε, τὸ νοῦ μας ποὺ ποθεῖ καὶ θέλει.


ΚΓ'. Ἡ πρώτη εἴσοδος τῆς ἁγίας σύναξης εἶναι σύμβολο τῶν ψυχικῶν ἀρετῶν

Σὺ λοιπὸν ποὺ ἔγινες γνήσιος της μακαριστῆς σοφίας, τοῦ Χριστοῦ ἐραστής, πρόσεξε, μὲ τὰ μάτια τοῦ νοῦ, κατὰ τὴν πρώτη εἴσοδο τῆς ἁγίας σύναξης καὶ τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὴν ἐξωτερικὴ πλάνη καὶ τὴν ταραχὴ τῆς ὕλης σύμφωνα μ' αὐτὸ ποὺ ἒχει γραφῆ. Γυναῖκες ποὺ ἔρχεστε ἀπὸ τὸ κοίταγμα, προσέξετε. Ἐννοῶ ἀπὸ τὴν παραπλάνηση στὰ σχήματα καὶ τὶς μορφές, ποὺ προκαλεῖ ἡ προσατένιση τῶν αἰσθητῶν. Γιατί δὲν εἶναι ἀληθινὸ νὰ τὴν ὀνομάσωμε θεωρία, ὅπως τὴ λένε οἱ ἄσοφοι ἀπὸ ὅσους οἱ Ἕλληνες ἀποκαλοῦν σοφούς. (Γιατί βέβαια δὲ θὰ ποῦμε ἐμεῖς σοφοὺς αὐτοὺς ποὺ δὲν μπόρεσαν εἴτε δὲ θέλησαν νὰ κατανοήσουν τὸ Θεὸ ἀπὸ τὰ δημιουργήματά του.) Δὲ θὰ ποῦμε λοιπὸν θεωρία τὸ φανέρωμα τῶν αἰσθητῶν, ποὺ ἐπάνω του στήθηκε ὁ ἀτελείωτος πόλεμος τῶν αἰσθητῶν μεταξύ τους καὶ προκαλεῖ σ' ὅλα τὴν καταστροφὴ τοῦ ἑνὸς ἀπὸ τὸ ἄλλο, καθὼς ὅλα καταστρέφουν τὸ ἕνα τὸ ἄλλο καὶ καταστρέφονται ἀναμεταξύ τους. Ἕνα μόνο σταθερὸ γνώρισμα ἔχουν, ὅτι εἶναι ἄστατα καὶ καταστρέφονται καὶ ποτὲ δὲν μποροῦν νὰ συμφωνήσουν μεταξύ τους σὲ μιὰ διατήρηση ἀπόλεμη καὶ ἀστασίαστη. Ἔρχεται στὴν προσατένιση αὐτὴ ἡ ψυχὴ καὶ πάλι φεύγει ἀμέσως ἀπ' αὐτὴν κι ὅπως σ' Ἐκκλησία καὶ σὲ ἀπαραβίαστο ἀνάκτορο τῆς εἰρήνης, καταφεύγει στὴν πνευματικὴ φυσικὴ θεωρία τὴν εἰρηνικὴ κι ἐλεύθερη ἀπὸ κάθε ταραχή, ποὺ τὴν ἀσκεῖ μὲ λόγο κι ὁδηγεῖται σ' αὐτὴν ἀπὸ τὸ Λόγο, τὸ μεγάλο κι ἀληθινὸ Θεό μας κι ἀρχιερέα. Ἐκεῖ διδάσκεται τοὺς λόγους τῶν ὄντων. Σὰν σύμβολά της γι' αὐτοὺς ἔχει τὰ θεῖα ἀναγνώσματα ποὺ διαβάζονται, καὶ τὸ θαυμαστὸ καὶ μέγα μυστήριο τῆς θεϊκῆς Πρόνοιας, ποὺ φανερώνεται στὸ νόμο καὶ τοὺς προφῆτες. Καὶ δέχεται πάλι γιὰ καθέναν ἀπ' αὐτοὺς ἀπὸ Θεοῦ, γιὰ χάρη τῆς καλῆς σ' αὐτοὺς μαθητείας της, μὲ τὴ βοήθεια τῶν θείων δυνάμεων, ποὺ διαλέγονται μαζί της νοερά, τὶς ὑποδηλώσεις, ποὺ χαρίζουν τὴν εἰρήνη, μαζὶ μὲ τὸ θέλγητρο τὸ συντηρητικὸ καὶ τονωτικό, τὸ θεῖο καὶ φλογερὸ πόθο τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ὑποκρούεται σ' αὐτὴ μυστικὰ ἡ πνευματικὴ γλυκύτητα τῶν θείων ὕμνων.

Ἔπειτ' ἀπὸ τὰ διάφορα ἀναγνώσματα ἡ ψυχὴ μεταβαίνει καὶ συγκεντρώνεται στὴ μία καὶ μόνη κορυφή, ποὺ συλλαμβάνει ὅλους αὐτοὺς σ' ἑνότητα τοὺς λόγους. Ἐννοῶ τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο, ὅπου ὅλοι οἱ λόγοι καὶ τῆς θείας Πρόνοιας καὶ τῶν ὄντων ὑπάρχουν ἀπὸ πρῶτα σ' ἑνότητα μὲ μία μόνη δύναμη περιεκτικότητας. Ἔπειτα γίνεται στοὺς φιλόθεους ἡ παραχώρηση νὰ δοῦνε τὸν ἴδιο τὸ Λόγο καὶ Θεό, μὲ μία θεϊκὴ βέβαια ὅραση, μὲ τ' ἀδείλιαστα μάτια τῆς ψυχῆς, νὰ φτάνη σ' αὐτὴν ἀπὸ τὸν οὐρανό, ὅπως θέλει νὰ δηλώση ἡ κάθοδος τοῦ ἀρχιερέα ἀπὸ τὸν ἱερατικὸ θρόνο καὶ νὰ ξεχωρίζη ἐντελῶς ἀπ' αὐτήν, σὰν νἄταν κατηχούμενοι, τοὺς λογισμοὺς ποὺ ἐντρυφοῦν ἀκόμα στὴν αἴσθηση καὶ τὴ διάσπαση ποὺ σ' αὐτὴ κυριαρχεῖ.

Κι ἀπὸ δῶ πάλι, ἀφοῦ βγῆ ἔξω ἀπὸ τὰ αἰσθητά, ὅπως ἀφήνει νὰ σκεφθοῦμε τὸ κλείσιμο τῶν θυρῶν τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ, μποροῦν νὰ δοῦνε τὸ Λόγο νὰ τὴν ὁδηγῆ στὴν ἄυλη κι ἁπλῆ, κι ἀναλλοίωτη καὶ θεϊκὴ κι ἐλεύθερη ἀπὸ κάθε μορφὴ καὶ σχῆμα ἐπιστήμη τῶν νοητῶν. Κατ' αὐτὴ μαζεύει τὶς δυνάμεις της στὸν ἑαυτό της καὶ φέρνει τὸν ἑαυτό της μπροστὰ στὸ Λόγο ποὺ τὴ διδάσκει, ἀφοῦ μὲ τὸν πνευματικὸ ἀσπασμὸ ἑνώση τοὺς ἄρρητους λόγους καὶ τρόπους τῆς σωτηρίας της, νὰ κάνη μὲ χαρὰ τὴν ὁμολογία της μὲ τὸ σύμβολο τῆς πίστεως.

Κι ἔπειτ' ἀπ’ αὐτὰ πάλι, καθὼς ἔχει πιὰ μὲ δύναμη ἁπλῆ κι ἀδιαίρετη, ἔπειτ' ἀπὸ μάθηση, περιλάβει μὲ γνώση τοὺς λόγους καὶ τῶν αἰσθητῶν καὶ τῶν νοητῶν, τὴν ὁδηγεῖ στὴ γνώση τῆς ἀποκαλυπτικῆς θεολογίας, ἀφοῦ τὰ ἔχει ὅλα περάσει, καὶ τῆς δίνει τὴ νόηση, ποὺ πλησιάζει τὴν ἀγγελικὴ στὸ μέτρο ποὺ μπορεῖ ἡ ἴδια νὰ φτάση. Τὴ διδάσκει μὲ φρόνηση τόσο, ὅσο νὰ γνωρίση ἕνα Θεό, μιὰν οὐσία, τρεῖς ὑποστάσεις• μονάδα οὐσίας τρισυπόστατη, τριάδα ὑποστάσεων ὁμοούσια• μονάδα σὲ τριάδα καὶ τριάδα σὲ μονάδα. Ὄχι ἄλλη καὶ ἂλλη• οὔτε ἄλλη σὲ ἀντίθεση μὲ ἄλλη• οὔτε ἄλλη διαμέσου ἄλλης• οὔτε ἄλλη μέσα σὲ ἄλλη• οὔτε ἄλλη μεσ' ἀπὸ ἄλλη. Ἀλλὰ τὴν ἴδια μέσα στὸν ἑαυτό της καὶ σύμφωνη μὲ τὸν ἑαυτό της, σὲ σύμπτωση μὲ τὸν ἑαυτό της καὶ ἴδια μὲ τὸν ἑαυτό της. Καὶ μονάδα καὶ τριάδα, οὔτε σύνθετη ἀπὸ μέρη καὶ μὲ ἕνωση ἀσύγχυτη καὶ ποὺ δὲ γίνεται διάκρισή της μὲ διαίρεση ἢ μερισμό. Μονάδα σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τῆς οὐσίας της, δηλαδὴ τοῦ εἶναι της, ὄχι ὅμως καὶ σύμφωνὰ μὲ τὴ σύνθεσή της ἢ τὴ συγχώνευσή της ἢ τὴν ὁποιαδήποτε ἀνάμειξη. Ἀλλὰ καὶ τριάδα σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τοῦ τέτοιου τρόπου τῆς ὕπαρξης καὶ τῆς ὑπόστασής της, ὄχι ὅμως καὶ σύμφωνα μὲ τὴ διαίρεση ἢ διαφοροποίηση ἢ τὸν ὁποιονδήποτε μερισμό. Γιατί δὲν ἔχει μερισθῆ ἡ μονάδα στὶς ὑποστάσεις, οὔτε ἀπὸ οἰκειότητα ὑπάρχει μέσα σ' αὐτές, οὔτε προκύπτει ἀπ' αὐτές. Οὔτε ἔχουν συντεθῆ οἱ ὑποστάσεις σὲ Μονάδα οὔτε τὴν ἀπαρτίζουν μὲ συγχώνευσή τους. Ἡ ἴδια εἶναι τὸ ἴδιο μὲ τὸν ἑαυτό της, μόνο ποὺ εἶναι μ’ ἐκεῖνον καὶ μ' ἐκεῖνον τὸν τρόπο. Γιατί ἡ ἁγία Τριάδα τῶν ὑποστάσεων εἶναι μονάδα ἀσύγχυτη στὴν οὐσία καὶ στὸν ἁπλό της λόγο. Καὶ ἡ ἁγία Μονάδα εἶναι τριάδα κατὰ τὶς ὑποστάσεις καὶ τὸν τρόπο τῆς ὕπαρξης. Κατὰ διάφορο τρόπο εἶναι ἀκέρια ἡ ἴδιὰ καὶ τοῦτο καὶ κεῖνο, νοημένη, ὅπως ἔχει εἴπωθη, ἀπὸ τέτοια κι ἄλλη ἄποψη. Μία καὶ μόνη καὶ ἀδιαίρετη κι ἀσύγχυτη κι ἁπλῆ κι ἀκέρια κι ἀμετάβλητη θεότητα. Εἶναι ὅλη μονάδα κατὰ τὴν οὐσία καὶ ἡ ἴδια ὅλη τριὰδα κατὰ τὶς ὑποστάσεις κι ἀκτινοβολεῖ μία τρίλαμπη ἀκτινοβολία, μονολαμπῆς.

Γι' αὐτὸ κι ἡ ψυχή, μὲ τὴν ἴδια τιμὴ τῶν ἀγγέλων, ἀφοῦ ἐδέχθηκε τοὺς ὁλόφεγγους καὶ στὰ δημιουργήματα προσιτοὺς λόγους τῆς θεότητας κι ἀφοῦ ἔμαθε σύμφωνα μ' αὐτοὺς νὰ ὑμνῆ ἀσίγητα, τριαδικά, τὴ μία θεότητα, ὡδηγήθηκε στὴ χαρισμένη υἱοθεσία, μὲ τὴ δύναμη τῆς ὁμοιότητας ποὺ τὴ σφραγίζει. Ἐξαιτίας της ἔπειτ' ἀπὸ προσευχές, παίρνοντας τὸ Θεὸ Πατέρα κατὰ χάρη, μυστικὸ καὶ μόνο, θὰ συναχθῆ στὸ ἕνα της μυστικότητάς του, ἀποχωρῶντας ἀπὸ ὅλα τὰ πράγματα. Καὶ τόσο θὰ τὰ ζήση μᾶλλον παρὰ ποὺ θὰ γνωρίση τὰ θεῖα, ὅσο ποὺ δὲ θὰ θέλη πιὰ ν' ἀνήκη στὸν ἑαυτό της, μήτε ποὺ θὰ μπορῆ ἐξ ἰδίων της νὰ γίνη γνωστὴ ἀπὸ τὸν ἑαυτό της, ἢ ἀπὸ κάποιον ἄλλο, παρὰ μόνο ἀπὸ τὸ Θεὸ ἀκέραιο, ποὺ τὴν ἔχει πάρει ἀκέραια, ὅπως πρέπει στὸν ἀγαθὸ καὶ πού, ὅπως πρέπει στὸ Θεό, ὅλο τὸν ἑαυτό του χωρὶς μεταβολὴ ἔβαλε μέσα σ' αὐτὴν ὁλόκληρη καὶ τὴν ἐθεοποίησε ὁλοκληρωτικὰ ὁλόκληρη, ὥστε νὰ εἶναι, ὅπως λέει ὁ πανάγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, εἰκόνα καὶ φανέρωση τοῦ ἄφαντου φωτός, καθρέφτης ἀληθινός, ὁλοκάθαρος, χωρὶς σημάδι, ἁγνός, χωρὶς λεκέ, ποὺ δέχεται ὅλη -ἂν ἐπιτρέπεται νὰ πῶ- τὴν ὡραιότητα τοῦ ἀγαθοῦ προτύπου, ποὺ αὐγάζει μέσα του θεϊκὰ κι ἀμείωτα, ὅπως εἶναι σὲ θέση, τὴν καλωσύνη τῆς σιγῆς τῶν ἀδύτων.


ΚΔ'. Ποιὰ μυστήρια ἐνεργεῖ κι ἀποτελειώνει μὲ ὅσα τελοῦνται κατὰ τὴν ἁγία σύναξη ἀνάμεσα στοὺς πιστούς, ποὺ μὲ πίστη συναθροίζονται, ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ παραμένει

Ἐνόμιζε λοιπὸν ὁ μακαριστὸς γέροντας, καὶ δὲ σταματοῦσε νὰ προτρέπη κάθε Χριστιανό, ὅτι πρέπει νὰ περνάη τὸν καιρὸ του μέσα στὴν ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μὴ λείπη ποτὲ ἀπὸ τὴν ἁγία σύναξη, ποὺ γίνεται μέσα σ' αὐτή. Γιατί σ' αὐτὴ μέσα παραμένουν ἅγιοι ἄγγελοι, ποὺ γράφουν ὅσους κάθε φορὰ μπαίνουν, τοὺς παρουσιάζουν στὸ Θεὸ καὶ κάνουν τὶς παρακλήσεις τους γι' αὐτούς. Εἶναι ἀκόμα καὶ ἡ ἀόρατη χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πάντα βέβαια παροῦσα, μὲ ἰδιαίτερον ὅμως τρόπο κατὰ τὴν ὥρα τῆς ἁγίας σύναξης, ποὺ καθέναν ἀπὸ τοὺς παρόντες, τὸν μεταβάλλει καὶ τὸν μεταμορφώνει καὶ ποὺ ἀληθινὰ τὸν ξαναπλάθει πρὸς τὸ θεϊκώτερο, ἀνάλογα μὲ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του, καὶ τὸν ὀδηγεῖ σὲ ὅ,τι συμβολίζουν τὰ μυστήρια ποὺ τελοῦνται. Κι ἂς μὴν αἰσθάνεται ἐκεῖνος —ἂν τύχη ν' ἀνήκη στοὺς νήπιους κατὰ τὴν πίστη πρὸς τὸ Χριστὸ— κι ἂς ἀδυνατῆ ν' ἀτενίση στὸ βάθος αὐτῶν ποὺ γίνονται• κι ἂς μὴν αἰσθάνεται ὅτι ἡ χάρη, ποὺ καθένα ἀπὸ τὰ θεῖα σύμβολα τῆς σωτηρίας δηλώνει, ἐνεργεῖ μέσα του καὶ κατὰ μία σειρὰ καὶ τάξη βαδίζει ἀπὸ τ' αὐριανὰ ὡς τὸ τέλος ὅλων.

Κατὰ τὴν πρώτη εἴσοδο δηλώνεται ἡ ἀποβολὴ τῆς ἀπιστίας, ἡ αὔξηση τῆς πίστης, ἡ ἐλάττωση τῆς κακίας, ἡ πρόοδος τῆς ἀρετῆς, ἡ ἐξαφάνιση τῆς ἄγνοιας, ἡ προσθήκη τῆς γνώσης. Μὲ τὴν ἀκρόαση τῶν θείων λόγων δηλώνονται οἱ μόνιμες κι ἀμετάθετες ἕξεις καὶ διαθέσεις τῆς πίστης, ποὺ εἴπαμε, καὶ τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς γνώσης, ἐνῶ μὲ τοὺς θείους ὕμνους ποὺ ἀκολουθοῦν, ἡ θεληματικὴ συγκατάθεση τῆς ψυχῆς πρὸς τὶς ἀρετές, καὶ ἡ πνευματικὴ γλυκύτητα κι εὐχαρίστηση ποὺ δοκιμάζει ἀπ' αὐτές. Μὲ τὴν ἱερὴ ἔπειτα ἀνάγνωση τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου δηλώνεται ἡ συντέλεια τοῦ γήινου φρονήματος, σὰν νὰ ἦταν ἡ συντέλεια τοῦ αἰσθητοῦ κόσμου. Μὲ τὸ κλείσιμο τῶν θυρῶν δείχνεται ἡ ἐπιθυμητὴ μετάβαση καὶ μετατόπιση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ φθαρτὸ κόσμο τοῦτο στὸ νοητό. Κλείνοντας τὶς αἰσθήσεις, σὰν νὰ ἦσαν πόρτες, τὶς καθαρίζει ἀπὸ τὰ εἴδωλα τῆς ἁμαρτίας. Μὲ τὴν εἴσοδο τῶν ἁγίων μυστηρίων, δηλώνεται ἡ τελειότερη καὶ πνευματικώτερη καὶ νέα διδασκαλία καὶ γνώση, σχετικὰ μὲ τὴν οἰκονομία τοῦ Θεοῦ γιὰ χάρη μας. Μὲ τὸ θεῖο ἀσπασμό, ἡ ταυτὸτητα ὅλων μὲ ὅλους καὶ πρῶτα τοῦ καθενὸς μὲ τὸν ἑαυτό του καὶ τὸ Θεό, ταυτότητα κατωχυρωμένη μὲ ὁμόνοια, μὲ ὁμοφροσύνη καὶ ἀγάπη. Μὲ τὴν ὁμολογία τοῦ συμβόλου τῆς πίστεως, ἡ κατάλληλη εὐχαριστία μας γιὰ τοὺς ἀνέλπιστους τρόπους τῆς σωτηρίας μας. Μὲ τὸ Τρισάγιο, ἡ ἕνωση καὶ ἰσοτιμία μας μὲ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους καὶ ἡ ἀκατάπαυστη, ἁρμονικὴ μελωδικότητα τῆς δοξολογίας τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὴν προσευχή, κατὰ τὴν ὁποία γινόμαστε ἄξιοι νὰ καλοῦμε Πατέρα τὸ Θεό, ἡ γνησιώτατη υἱοθεσία μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μὲ τὸ «Εἷς Ἅγιος» καὶ τὰ ὑπόλοιπα, ἡ χάρη καὶ ἡ οἰκειότητα, πού μας ἑνοποιεῖ μὲ τὸ Θεό. Μὲ τὴν ἁγία μετάληψη τῶν ἀχράντων καὶ ζωοποιῶν μυστηρίων, ἡ δυνατὴ νὰ πραγματοποιηθῆ ἑνότητα καὶ ταυτότητα μ' ἐκεῖνον κατὰ συμμετοχὴ ἀπὸ ὁμοιότητα• ἐξαιτίας της ἀξιώνεται ὁ ἄνθρωπος, νὰ γίνη ἀπὸ ἄνθρωπος θεός.

Γιατὶ ὅσες δωρεὲς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πιστεύομε ὅτι ἔχουμε λάβει ἐδῶ μὲ τὴ χάρη ποὺ δίνει ἡ πίστη, αὐτὲς πιστεύομε ὅτι θὰ λάβωμε στὴ μέλλουσα ζωὴ ἀληθινά, στὴν ἴδια τὴν πραγματική τους ὑπόσταση, ἐπειδὴ φυλάξαμε κατὰ τὴ δύναμή μας τὶς ἐντολές, σύμφωνα μὲ τὴ στέρεη ἐλπίδα τῆς πίστης μας καὶ τὴ σταθερὴ καὶ ἀδιάψευστη ὑπόσχεση Ἐκείνου πού μᾶς ὑποσχέθηκε. Καὶ θὰ βρεθοῦμε ἀπὸ τὴ χάρη τῆς πίστης στὴ χάρη τῆς μορφῆς• θὰ μᾶς μεταμορφώση δηλαδὴ ὁ Θεὸς καὶ Σωτῆρας μας Ἰησοῦς Χριστὸς κατὰ τὸν ἑαυτό του, ἀφοῦ ἀφαιρέση ἀπὸ μᾶς τὰ γνωρίσματα τῆς φθορᾶς καὶ μᾶς χαρίση τὰ ἀρχικὰ μυστήρια, ποὺ ὑποδηλώθηκαν μὲ τὰ ἐδῶ αἰσθητὰ σύμβολα.

Ἀνακεφαλαίωση

Γιὰ τὴν εὔκολη μνημόνευση, ἂν νομίζετε, μὲ σύντομη ἀναδρομὴ στὴν οὐσία ὅσων εἴπαμε, ἂς τ' ἀνακεφαλαιώσουμε μ'αὐτὸν τὸν τρόπο. Εἶναι ἡ ἁγία Ἐκκλησία, ὅπως ἔχει λεχθῆ, τύπος καὶ εἰκόνα πρῶτα τοῦ Θεοῦ. Ἐπειδή, ὅπως ἐκεῖνος τὴν ἀσύγχυτη ἕνωση σχετικὰ μὲ τὶς ποικίλες οὐσίες τῶν ὄντων, ποὺ πραγματοποιεῖ μὲ τὴν ἄπειρη δύναμη καὶ σοφία του, τὴ συνδέει ἀπὸ τὴν ἄκρη της μὲ τὸν ἑαυτό του σὰν δημιουργός, ἔτσι κι ἡ Ἐκκλησία συνδέει τοὺς πιστοὺς σ' ἑνότητα μεταξὺ τους μὲ τῆς πίστης τὴ μία χάρη καὶ τὴ μία κλήση• τοὺς πρακτικοὺς κι ἐνάρετους, μὲ τὴν ταυτότητα τῆς μιᾶς γνώμης• ὅσους ἔχουν δοθῆ στὴ θεωρία καὶ τὴ γνώση, κοντὰ σ' αὐτά, καὶ μὲ ὁμόνοια ἀράγιστη κι ἀδιάσπαστη.

Ἔπειτα εἶναι τύπος καὶ τοῦ νοητοῦ καὶ τοῦ αἰσθητοῦ κόσμου• σύμβολο τοῦ νοητοῦ κόσμου ἔχει τὸ ἱερὸ βῆμα, τοῦ αἰσθητοῦ τὸ ναό.

Εἶναι ἀκόμα εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου, γιατί μὲ τὸ ἱερὸ βῆμα μιμεῖται τὴν ψυχὴ καὶ μὲ τὸ ναὸ προβάλλει τὸ σῶμα. Ἀλλὰ καὶ τῆς ψυχῆς, ὅταν νοηθῆ καθ' ἑαυτή, εἶναι τύπος κι εἰκόνα, γιατί μὲ τὸ ἱερὸ βῆμα παρουσιάζει τὴ λαμπρότητα τῆς θεωρίας καὶ μὲ τὸ ναὸ τὴ σεμνότητα τῆς πράξης.

Τῆς ἁγίας πάλι σύναξης, ποὺ γίνεται σ' αὐτήν, ἡ πρώτη εἴσοδος σημαίνει γενικὰ τὴν πρώτη παρουσία τοῦ Θεοῦ μας καὶ εἰδικὰ τὴν ἐπιστροφὴ ὅλων ἐκείνων πού, ἐξαιτίας του καὶ μὲ τὴ βοήθειά του, περνοῦν ἀπὸ τὴν ἀπιστία στὴν πίστη, ἀπὸ τὴν κακία στὴν ἀρετή, ἀπὸ τὴν ἀγνωσία στὴ γνώση.

Τὰ ἀναγνώσματα, ποὺ γίνονται ἔπειτ' ἀπ' αὐτή, γενικὰ φανερώνουν τὰ θελήματα καὶ τὶς βουλὲς τοῦ Θεοῦ, ποὺ σύμφωνα μ' αὐτὰ εἶναι ἀνάγκη ὅλοι νὰ παιδαγωγοῦνται καὶ νὰ ζοῦν. Καὶ εἰδικά, τὴ διδασκαλία καὶ προκοπὴ στὴν πίστη ὅσων ἐπίστεψαν, τὴ μόνιμη διάθεση στὴν ἀρετὴ ὅσων ἐδόθηκαν στὴν πράξη, πρᾶγμα ποὺ τοὺς κάνει, στοιχημένοι στὸ θεῖο νόμο τῶν ἐντολῶν, νὰ στέκονται ἀνδρικὰ καὶ ἀκλόνητα μπροστὰ στὶς παγίδες τοῦ διαβόλου καὶ νὰ ξεφεύγουν τὶς ἀντίθετες ἐπιβουλές• ὅσων ζητοῦν τὴ γνώση, φανερώνουν τὴν ἕξη τῆς θεωρίας, ποὺ κατ' αὐτή, συγκεντρώνοντας ὅσο μποροῦν τοὺς πνευματικοὺς λόγους τῶν αἰσθητῶν καὶ τῆς πρόνοιας, ποὺ τοὺς διέπει, κατευθύνονται σταθερὰ πρὸς τὴν ἀλήθεια.

Οἱ θεῖες μελωδίες τῶν ὕμνων δηλώνουν τὴ θεία ἡδονὴ κι εὐχαρίστηση,
ποὺ δημιουργεῖται στὶς ψυχὲς ὅλων. Μυστικὰ τονωμένες ἀπ' αὐτὸν λησμονοῦν τοὺς περασμένους μόχθους τῆς ἀρετῆς καὶ ρίχνονται μὲ νεανικὴ ὁρμὴ στὴν ἄκαμπτη ἐπιδίωξη τῶν θείων καὶ ἄφθαρτων ἀγαθῶν ποὺ μένουν νάρθοῦν.

Τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο πάλι συμβολίζει γενικὰ τὴ συντέλεια τῆς ζωῆς αὐτῆς καὶ εἰδικὰ φανερώνει τὸν ὁλοκληρωτικὸ ἀφανισμὸ τῆς παλιᾶς πλάνης ὅσων ἐπίστεψαν. Δηλώνει ἀκόμα τὴ νέκρωση καὶ τὴ συντέλεια τοῦ σαρκικοῦ νόμου καὶ φρονήματος ὅσων ἔχουν δοθῆ στὴν πράξη. Σ' ὅσους ἐπιδιώκουν τὴ μυστικὴ γνώση δείχνει τὴ συγκέντρωση καὶ τὴν ἀναφορὰ τῶν πολλῶν καὶ διάφορων λόγων στὸν κοινὸ λόγο ὅλων, ἀφοῦ ἔχη τελειώσει γι' αὐτοὺς καὶ τερματισθῆ ἡ λεπτομερειακὴ φυσικὴ θεωρία ποὺ ἐκτείνεται σὲ πολλά.

Ἡ κάθοδος τοῦ ἀρχιερέα ἀπὸ τὸ θρόνο καὶ ἡ ἀπομάκρυνση τῶν κατηχουμένων, σημαίνει γενικὰ τὴ δεύτερη παρουσία τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ τὸ ξεχώρισμα τῶν ἁμαρτωλῶν ἀπὸ τοὺς Ἁγίους, καθὼς ἐπίσης καὶ τὴ δίκαιη ἀμοιβὴ καθενὸς κατὰ τὴν ἀξία του. Ἰδιαίτερα σημαίνει: ὅσων ἐπίστεψαν, τὴν τέλεια μὲ τὴ δύναμη τῆς πίστης πληροφορία, ποὺ δίνει ὁ Θεὸς καὶ Λόγος μὲ τὴν ἀόρατη παρουσία του —μὲ τὴν πληροφορία αὐτὴ ἀπομακρύνεται, ὅπως ὁ κατηχούμενος, κάθε λογισμός, ποὺ σ' ἕνα ὁποιοδήποτε σημεῖο χωλαίνει ἀκόμα στὴν πίστη— ὅσων ἐδόθηκαν στὴν πράξη, (δηλώνει) τὴν τέλεια ἀλήθεια, ποὺ μὲ τὴ δύναμή της ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν ψυχὴ κάθε παθητικὴ κι ἁμαρτωλὴ σκέψη• ὅσων ἐπιδιώκουν τὴ γνώση, (σημαίνει) τὴν ἐπιστήμη ποὺ συγκρατεῖ ὅσα ἔγιναν γνωστὰ καὶ ποὺ μὲ τὸ φῶς της διώχνονται ἀπὸ τὴν ψυχὴ ὅλες οἱ εἰκόνες τῶν ὑλικῶν πραγμάτων.

Τὸ κλείσιμο τῶν θυρῶν, ἡ εἴσοδος τῶν ἁγίων μυστηρίων, ὁ θεῖος ἀσπασμὸς καὶ ἡ ἀπαγγελία τοῦ συμβόλου τῆς πίστεως συμβολίζουν γενικὰ τὴν παροδικότητα τῶν αἰσθητῶν καὶ τὴ φανέρωση τῶν νοητῶν, τὴν καινούργια διδασκαλία τοῦ θεϊκοῦ μυστηρίου σχετικὰ μ' ἐμᾶς, τὴν ταυτότητα ποὺ θὰ ἐπιτευχθῆ ὅλων μὲ ὅλους, μὲ τοὺς ἑαυτούς μας καὶ μὲ τὸ Θεό, ταυτότητα ὁμόνοιας, ὁμοφροσύνης καὶ ἀγάπης, τὴν Εὐχαριστία τέλος γιὰ τοὺς τρόπους τῆς σωτηρίας μας. Ἰδιαίτερα φανερώνουν τῶν πιστῶν, τὴν προκοπὴ ἀπὸ τὴν ἁπλῆ πίστη ὥς τὴ στηριγμένη πάνω στὰ δόγματα διδαχὴ καὶ μύηση καὶ συμφωνία κι εὐσέβεια• τὸ κλείσιμο τῶν θυρῶν φανερώνει τὸ πρῶτο, ἡ εἴσοδος τῶν ἁγίων τὸ δεύτερο, ὁ ἀσπασμὸς τὸ τρίτο καὶ ἡ ἀπαγγελία τοῦ συμβόλου τὸ τέταρτο. Ὅσων ἔχουν δοθῆ στὴν πράξη φανερώνουν τὴ μετάθεση ἀπὸ τὴν ἁπλὴ πράξη στὴ θεωρία μετὰ τὸ σφάλισμα τῶν αἰσθήσεων καὶ τὴν ἀπομάκρυνσή τους ἀπὸ τὴ σάρκα καὶ τὸν κόσμο μὲ τὴν ἀπάρνηση τῶν ἐνεργειῶν ποὺ προκαλοῦν καὶ τὴν ἀνάβασή τους ἀπὸ τὸν τρόπο στὸ λόγο τῶν ἐντολῶν. Ἐπίσης τὴν οἰκειότητα τὴ συγγενικὴ πρὸς τὶς ψυχικὲς δυνάμεις καὶ τὴ συνένωση τῶν ἴδιων τῶν ἐντολῶν κατὰ τὸ λόγο καθεμιᾶς καὶ τὴ διάθεση τὴν ἐπιτήδεια γιὰ θεολογημένη Εὐχαριστία. Ὅσων ἐπιδιώκουν τὴ γνώση, φανερώνουν τὴ μετάβαση ἀπὸ τὴ φυσικὴ θεωρία στὴν ἁπλῆ (ἄμεση) κατανόηση τῶν νοητῶν. Ὅπου καθόλου πιὰ δὲν ἐπιδιώκουν, μὲ κάποια αἴσθηση, εἴτε μὲ κάποιο ἄλλο ὁρατὸ ὄργανο, τὸ θεϊκὸ κι ἀνέκφραστο λόγο. Φανερώνουν ἀκόμα καὶ τὴν ἑνότητα μὲ τὴν ψυχὴ τῶν δυνάμεών της καὶ τὴν ἁπλότητα ποὺ μέσα στὸ νοῦ συλλαμβάνει ἑνιαῖα τὸ λόγο τῆς Πρόνοιας.

Ἡ ἀσταμάτητη ἁγιαστικὴ δοξολογία τοῦ Τρισαγίου ἀπὸ μέρους τῶν ἁγίων ἀγγέλων γενικὰ σημαίνει τὴν ἰσότιμη συμβίωση καὶ ἀναστροφὴ καὶ συμφωνία στὴ θεία δοξολογία τῶν δυνάμεων τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ποὺ θὰ πραγματοποιηθῆ στὴ μελλοντικὴ ζωὴ μὲ μιὰ καὶ στὸν ἴδιο χρόνο, ἀφοῦ μὲ τὴν ἀνάσταση λάβουν ἀθάνατο οἱ ἄνθρωποι τὸ σῶμα τους, ποὺ δὲ θὰ βαραίνη πιὰ τὴν ψυχὴ μὲ τὴ φθορά του οὔτε τὸ ἴδιο θὰ βαραίνεται ἀπ' αὐτή. Μὲ τὸ πέρασμά του στὴν ἀφθαρσία θὰ ἔχη λάβει δύναμη κι ἱκανότητα νὰ βαστάξη τὸν ἐρχομὸ τοῦ Θεοῦ. Ἰδιαίτερα σημαίνει τὴ θεολογικὴ ἅμιλλα τῶν πιστῶν μὲ τοὺς ἀγγέλους, στὴν πίστη. Ὅσων ἔχουν δοθῆ στὴν πράξη, σημαίνει τὴν ἰσάγγελη -ὅσο γίνεται στοὺς ἀνθρώπους- λαμπρότητα τῆς ζωῆς καὶ τὴ γλυκειὰ δύναμη τῆς θεολογικῆς ὑμνολογίας. Ὅσων ἐπιδιώκουν τὴ γνώση σημαίνει τοὺς ἰσάγγελους -ὅσο μποροῦν οἱ ἄνθρωποι- στοχασμοὺς γιὰ τὴ θεότητα καὶ τοὺς ὕμνους καὶ τὴν ἀεικίνητη ὑπηρεσία.

Ἡ μακάρια ἐπίκληση τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Πατέρα καὶ ἡ ἐκφώνηση τοῦ «Εἷς Ἅγιος...» καὶ τὰ λοιπά, καθὼς ἐπίσης καὶ ἡ μετάληψη τῶν ἁγίων καὶ ζωοποιῶν μυστηρίων, δηλώνουν τὴν υἱοθεσία, ποὺ ἀπὸ καλωσύνη τοῦ Θεοῦ μας θ' ἁπλωθῆ ἔπειτ' ἀπ’ ὅλ’ αὐτὰ σὲ ὅλους τοὺς ἄξιους, τὴν ἕνωση καὶ συνάφεια, τὴ θεϊκὴ ὁμοιότητα καὶ θέωσή μας. Μ' αὐτῆς τὴ δύναμη, θὰ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς τὸ πᾶν ἐξίσου σὲ ὅλους ποὺ σώζονται. Καθὼς ἀρχέτυπη ὀμορφιά, ἀστράφτοντας αὐτοδύναμα μέσα σ' αὐτούς, ποὺ μὲ ζωὴ ἀρετῆς καὶ γνώσης ἀστράφτουν ὅμοια μ' ἐκεῖνον κατὰ δικό του χάρισμα.

Πιστοὺς κι ἐνάρετους καὶ γνωστικοὺς ὠνόμαζε ἐκείνους ποὺ πρωτοέμπαιναν στὴν πίστη, ἐκείνους ποὺ προχωροῦσαν καὶ τοὺς τέλειους• μ' ἄλλες λέξεις τοὺς δούλους, τοὺς μισθωτοὺς καὶ τοὺς γιούς, τὶς τρεῖς τάξεις ἐκείνων ποὺ σώζονται. Δοῦλοι εἶναι οἱ πιστοί, ποὺ ἀπὸ φόβο τῶν ἀπειλῶν ἐκτελοῦν τὶς προσταγὲς τοῦ Κυρίου καὶ παιδεύονται καλοδιάθετα σ' ὅ,τι τοὺς ἔχει ὁ κύριος ἐμπιστευθῆ. Μισθωτοί, ὅσοι ἀπὸ τὸν πόθο τῶν ὑποσχεμένων ἀγαθῶν σηκώνουν μ' ὑπομονὴ τὸ βάρος καὶ τὴν κάψα τῆς μέρας, (δηλαδὴ τὴ θλίψη τὴν ἔμφυτη καὶ στὸν ἴδιο ζυγὸ δεμένη μὲ τὴ ζωὴ αὐτὴ ἐξαιτίας τῆς προπατορικῆς καταδίκης) καὶ τοὺς πειρασμούς της γιὰ χάρη τῆς ἀρετῆς• εἶναι ἀκόμη ὅσοι μὲ δική τους σοφὴ γνώμη ἀλλάζουν ζωὴ μὲ ζωή, τὴν τωρινὴ μὲ τὴ μελλοντική. Καὶ εἶναι γιοί, ἐκεῖνοι πού, μήτε ἀπὸ τὸ φόβο τῶν ἀπειλῶν, μήτε ἀπὸ τὸν πόθο τῶν ὑποσχεμένων, ἀλλὰ μὲ τὸν τρόπο καὶ τὴν ἕξη τῆς αὐτόγνωμης ψυχικῆς ροπῆς καὶ διάθεσης πρὸς τὸ ἀγαθό, δὲ χωρίζονται ἀπὸ τὸ Θεὸ ποτέ. Εἶναι ἡ περίπτωση τοῦ γιοῦ ἐκείνου, ποὺ ἄκουσε τὸ λόγο: Παιδί μου, σὺ εἶσαι πάντα μαζί μου καὶ τὰ δικά μου ὅλα εἶναι δικά σου. Αὐτὸ τὸ ἀποχτοῦμε ἐμεῖς ἐνδεχόμενα, κατὰ τὴ θέση μας μέσα στὴ χάρη• ὁ Θεὸς τὸ ἔχει καὶ τὸ πιστεύομε ἀπὸ τὴ φύση του καὶ κατὰ λογικὴ συνέπεια.

Ἄς μὴ λείψωμε λοιπὸν ἀπὸ τὴν ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ παρέχει τόσο πλῆθος μυστηρίων γιὰ τὴ σωτηρία μας κατὰ τὴν τάξη τῶν θεϊκῶν συμβόλων ποὺ ζωντανεύονται σ' αὐτή. Μ' αὐτὰ καθέναν ἀπό μᾶς, ὅταν μάλιστα ζῆ σωστά, τὸν ὁλοκληρώνει ἀνάλογα μὲ τὸ χαρακτῆρα του σύμφωνα μὲ τὸ πρότυπο τοῦ Χριστοῦ καὶ -ἀποτέλεσμα ζωῆς χριστιανικῆς- ὁδηγεῖ στὴ φανέρωση τὸ δῶρο τῆς υἱοθεσίας, ποὺ δόθηκε μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα καὶ μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄς παρουσιάσωμε λοιπὸν τοὺς ἑαυτούς μας μὲ ὅλη τὴ δύναμη καὶ τὴν προθυμία μας ἄξιους τῶν θεϊκῶν δωρεῶν κι ἂς εὐχαριστήσωμε τὸ Θεὸ μὲ τὰ καλά μας ἔργα. Ἂς μὴ ζοῦμε ὅμοια μὲ τοὺς ἐθνικούς, πού, μέσα στὴν ἀρρώστια τῆς ἐπιθυμίας, δὲ γνωρίζουν τὸ Θεό. Ἀλλά, καθὼς λέει ὁ θεῖος Ἀπόστολος, ἂς νεκρώσωμε τὰ σαρκικὰ μέλη μας, τὴν πορνεία, τὴν ἀκαθαρσία, τὸ πάθος, τὴν κακὴ ἐπιθυμία καὶ τὴν πλεονεξία, ποὺ εἶναι εἰδωλολατρεία —γι' αὐτὰ ξεσπᾶ ἡ ὀργὴ ἐπάνω στοὺς γιοὺς τῆς ἀνυπακοῆς— ἂς νεκρώσωμε ἀκόμα κάθε πάθος καὶ θυμὸ κι αἰσχρολογία καὶ ψευτιά. Μ' ἕνα λόγο, ἂς ἀποθέσωμε ὁλόκληρο τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, ποὺ καταστρέφεται παρασυρμένος ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία τῆς ἀπάτης, μαζὶ μὲ τὰ ἔργα του καὶ τὶς ἐπιθυμίες του κι ἂς περπατήσωμε ἄξια στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς ἐκάλεσε στὴ βασιλεία καὶ στὴ δόξα του. Ἂς φορέσωμε τὴν εὐσπλαχνία, τὴν καλωσὺνη, τὴν ταπεινοφροσύνη, τὴν πραότητα, τὴν ὑπομονή. Ἂς ἀνεχώμαστε τοὺς ἄλλους μὲ ἀγάπη, κι ἂς χαριζώμαστε σ' αὐτούς, ἂν ἒχωμε κάποια ἀφορμὴ ἐναντίον τους, ὅπως κι ὁ Κύριος χαρίστηκε σ’ ἐμᾶς. Ἂς διατηροῦμε πάν' ἀπ' ὅλα τὸ δεσμὸ τῆς τελειότητας, τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εἰρήνη, στὴν ὁποία ἔχομε κληθῆ, γιὰ ν' ἀποτελέσωμε ἕνα σῶμα. Ἂς φορέσωμε, γιὰ νὰ μὴν πολυλογῶ, τὸ νέο ἄνθρωπο, ποὺ ἀνανεώνεται στὴν ἐπίγνωση, σύμφωνα μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ Κτίστη του.

Μὲ τέτοιο τρόπο ζωῆς θὰ μπορέσωμε νὰ φτάσωμε στὸ τέρμα τῶν θεϊκῶν ὑποσχέσεων, μὲ τὴν ἀγαθὴ ἐλπίδα νὰ ὁλοκληρωθῆ ἡ ἐπίγνωση τοῦ θελήματός του, δίνοντας καρποφορία μὲ κάθε σοφία καὶ φρόνηση πνευματικὴ καὶ προοδεύοντας στὴν ἐπίγνωση τοῦ Κυρίου. Ἐνισχυμένοι μὲ κάθε ἰσχὺ κατὰ τὴ δύναμη τῆς δόξας του γιὰ κάθε κατάρτιση καὶ χαρούμενη ὑπομονὴ θὰ εὐχαριστοῦμε τὸν Πατέρα, πού μᾶς ἔκαμε ἱκανοὺς νὰ μοιραστοῦμε μέσα στὸ φῶς τὴ μερίδα ποὺ κληρώθηκε στοὺς Ἁγίους.(83)

Τῆς χάρης αὐτῆς φανερὴ ἀπόδειξη εἶναι ἡ αὐθόρμητη διάθεση ἀγάπης πρὸς ἐκείνους ποὺ μοιραζόμαστε μαζί τους τὴν ἴδια καταγωγή. Ἔργο της εἶναι νὰ οἰκειωνώμαστε, ὅσο μποροῦμε, ὅπως τὸ Θεό, ὅποιον συνάνθρωπό μας ἔχει σ' ὁτιδήποτε τὴν ἀνάγκη μας• νὰ μὴν τὸν ἀφήνωμε ἀμελημένο κι ἀφρόντιστο• μὲ τὴν προθυμία ποὺ πρέπει, νὰ δείχνουμε ἔμπρακτα τὴν ἐσωτερική μας διάθεση ζωντανὴ πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τὸν ἀδελφό μας. Γιατί ἀπόδειξη τῆς διάθεσης εἶναι ἡ πράξη. Τίποτα δὲν κάνει τόσο εὔκολο τὸ δρόμο πρὸς τὴ δικαιοσύνη, τίποτα δὲν εἶναι τόσο ἐπιτήδειο γιὰ τὴ θέωση -νὰ πῶ ἔτσι- καὶ γιὰ τὴν προσέγγιση τοῦ Θεοῦ, ὅσο τὸ ἔλεoς ποὺ προσφέρεται ἀπὸ τὸ βάθος τῆς ψυχῆς μὲ ἱκανοποίηση καὶ χαρὰ σὲ ὅσους τὸ ἒχουν ἀνάγκη. Ὁ Λόγος ἔδειξε ὅτι εἶναι Θεὸς αὐτὸς ποὺ ἔχει ἀνάγκη νὰ εὐεργετηθῆ. Μὴ δὲν εἶπε• Ὅσο ἐπράξατε σ' ἕναν ἀπ' αὐτοὺς τοὺς ἀσήμαντους ἀδελφούς μου, τὸ ἐπραξατε σ' ἐμένα; Ὁ Θεὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ τὸ εἶπε. Ἑπομένως πολὺ περισσότερο, κι αὐτὸν ποὺ μπορεῖ νὰ εὐεργετήση κι εὐεργετεῖ θὰ τὸν παρουσιάση ἀληθινὰ πὼς εἶναι Θεὸς κατὰ χάρη καὶ συμμετοχή, ἐπειδὴ τῆς δικῆς του εὐεργετικότητας ἀνέλαβε τὴν ἄσκηση καὶ δέχθηκε τὴν ἰδιότητα σὰν καλὸς μιμητής. Κι ἂν εἶναι Θεὸς ὁ φτωχὸς ἀπὸ συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔγινε φτωχὸς γιὰ μᾶς καὶ δέχεται μὲ ἀγάπη ἐπάνω στὸν ἑαυτὸ του τὰ πάθη τοῦ καθενὸς κι ὥς τὸ τέλος τῆς ζωῆς αὐτῆς ἀνάλογα πρὸς τὸ πάθος καθενὸς πάντα θὰ ὑποφέρη μυστικὰ ἀπὸ ἀγάπη, εἶναι φανερὸ κατὰ φυσικὸ λόγο ὅτι περισσότερο θεὸς θὰ εἶναι αὐτός, ποὺ μιμητὴς τοῦ Θεοῦ, θεραπεύει ὅπως ὁ Θεὸς τῶν ἄλλων τὰ πάθη ἀπὸ φιλανθρωπία μὲ δικό του πάθος καὶ δείχνει πὼς ἔχει μέσα του κατ' ἀναλογία τὴν ἴδια μὲ τὸ Θεὸ δύναμη σωστικῆς πρόνοιας.

Ποιὸς λοιπὸν εἶναι τάχα τόσο ἀδιάφορος κι ἀργοκίνητος, ὥστε νὰ μὴν ἐπιθυμῆ τὴ θεότητα, ἐνῶ ἡ ἀπόκτησή της εἶναι τόσο λιγοέξοδη, εὔκολη καὶ ξεκούραστη; Ὑπάρχει γι'αὐτὴν ἀσφαλισμένο κι ἀπαραβίαστο φυλακτήριο κι εὐρύχωρος διάδρομος γιὰ τὴ σωτηρία. Χωρὶς αὐτή, νομίζω, καμμιὰ στ' ἀλήθεια ἀρετὴ δὲ θὰ διατηρηθῆ ἀλώβητη, γιὰ ὅποιον τὴν ἔχει ἐπιτύχει. Εἶναι ἡ αὐτοπραγία ἢ ἰδιοπραγία, ποὺ μαθαίνοντας μ' αὐτὴν νὰ ἐξετάζωμε καὶ νὰ συλλογιζώμαστε μόνοι μας τὰ προβλήματά μας, ἐξασφαλιζόμαστε ἀπὸ τὸ νὰ πάθωμε ἄδικα ἀπὸ τοὺς ἄλλους κάποια ζημία. Ἂν δηλαδὴ συνηθίσωμε νὰ παρατηροῦμε καὶ νὰ ἐξετάζωμε τὸν ἑαυτό μας μόνο, ποτὲ δὲ θὰ ἐνοχληθοῦμε μὲ ὅσα ἀνήκουν στοὺς ἄλλους, πῶς τάχα τὰ ἔχουν ἀποχτήσει. Θ' ἀναγνωρίζωμε ἕνα μονάχα κριτὴ καὶ σοφὸ καὶ δίκαιο, τὸ Θεό, ποὺ κρίνει μὲ σοφία καὶ δικαιοσύνη ὅλα ὅσα γίνονται καὶ μάλιστα γιὰ ποιὸ λόγο ἔχουν γίνει κι ὄχι μὲ ποιὸ τρόπο μόνο ἐκδηλώνονται. Γιὰ τὸν τρόπο μποροῦν ἴσως νὰ κρίνουν κι οἱ ἄνθρωποι παρατηρῶντας ἀμυδρὰ τὰ φαινόμενα• ἀλλὰ βέβαια οὔτε ἡ ἀλήθεια οὔτε ἡ αἰτία ὅσων γίνονται βρίσκονται σ' αὐτά. Ὁ Θεὸς ὅμως βλέπει τὴ μυστικὴ τῆς ψυχῆς κίνηση, τὸ ἀόρατο σάλεμα, τὸν ἴδιο τὸ λόγο ποὺ ἔγινε κίνητρο τῆς ψυχῆς καὶ τὸ σκοπὸ καὶ τὸ στόχο τοῦ λόγου, δηλαδὴ τὸ προστοχασμένο τέλος κάθε πράξης. Καὶ κρίνει δίκαια, ὅπως εἶπα, ὅλα ὅσα πράττουν οἱ ἄνθρωποι. Τοῦτο ἂν ἐπιδιώξωμε νὰ ἐπιτύχωμε κι ἂν αὐτοπεριορίσωμε τὸν ἑαυτό μας κόβοντας ὁλότελα, ἂν μποροῦμε, τὴν προσκόλλησή μας στὰ ἐξωτερικὰ κι ἂν δὲν ἀφήνωμε οὔτε τὸ μάτι νὰ βλέπη οὔτε τὸ αὐτὶ ν' ἀκούη οὔτε τὴ γλῶσσα νὰ μιλάη γιὰ τὰ ξένα πράγματα, ἔχει καλά. Ἀλλιῶς, ἂς τὰ χρησιμοποιοῦμε περισσότερο μὲ συμπάθεια παρὰ μὲ ἐμπάθεια καὶ νὰ τ' ἀφήνωμε νὰ βλέπουν πρὸς ὠφέλειά μας, ν' ἀκοῦνε καὶ νὰ μιλοῦν. Καὶ πάλι τόσο μονάχα, ὅσο κρίνει ὁ θεῖος λόγος, ποὺ ἡνιοχεῖ. Γιατί δὲν γλιστρᾶ στὴν ἁμαρτία τίποτ' ἄλλο περισσότερο ἀπὸ τὰ ὄργανα αὐτά, ἂν δὲν τὰ παιδαγωγῆ ὁ λόγος καὶ τίποτα πάλι δὲν εἶναι προθυμότερο ἀπ' αὐτὰ γιὰ τὴ σωτηρία, ὅταν ὁ λόγος τὰ βάζη σὲ τάξη καὶ σειρὰ καὶ τὰ ὁδηγῆ ὅπου πρέπει καὶ θέλει.

Ἂς μὴ δείξωμε λοιπόν, κατὰ τὴ δύναμή μας, ἀμέλεια στὸ θέμα τῆς ὑπακοῆς μας στὸ Θεό, ποὺ μᾶς καλεῖ σὲ ζωὴ αἰώνια καὶ μακάριο τέλος μὲ τὴν ἐκτέλεση τῶν θεϊκῶν καὶ σωστικῶν ἐντολῶν του. Γιὰ νὰ δεχθοῦμε τὴν εὐσπλαχνία του καὶ νὰ βροῦμε χάρη γιὰ μιὰ βοήθεια στὴν κατάλληλη στιγμή. Γιατί, λέει ὁ θεῖος Ἀπόστολος, ἡ χάρη, ἂς ἀγκαλιάζη ὅλους ὅσοι ἀγαποῦν τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ ἀπαραποίητα, θέλει νὰ πῆ ὅσοι ἀγαποῦν τὸν Κύριο χωρὶς παραχάραξη τῶν ἀρετῶν, μὲ τὴν καθαρὴ κι ἀνυπόκριτη σεμνότητα τῆς ζωῆς τους κατὰ τὴν ἐκτέλεση τῶν θελήσεών του καὶ χωρὶς νὰ παραποιοῦμε στὸ παραμικρὸ τὰ θεϊκὰ προστάγματά του.
Αὐτὰ εἶχα κατὰ τὴ μπόρεσή μου νὰ σᾶς ἐκθέσω σχετικὰ μὲ τὸ θέμα μου, ὅπως διδάχθηκα, γιὰ τὸ μισθὸ τῆς ὑπακοῆς. Δὲν ἐτόλμησα ν' ἀγγίξω σημεῖα μυστικώτερα καὶ πιὸ ὑψηλά. Ἂν κάποιος ἀπὸ τοὺς φιλομαθεῖς ἐπιθυμῆ νὰ τὰ γνωρίση κι αὐτά, ἂς καταφύγη στὰ ἔνθεα πονήματα τὰ σχετικὰ τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτη. Ἐκεῖ θὰ βρῆ ἀληθινὴ ἀποκάλυψη ἀνείπωτων μυστηρίων χαρισμένη στὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, ἀπὸ τὴ θεία αὐτὴ διάνοια καὶ γλῶσσα, γιὰ ὅσους εἶναι νὰ κληρονομήσουν τὴ σωτηρία. Ἂν οἱ σκέψεις μου δὲν ἔχουν σταματήσει σὲ μεγαλύτερη ἀπὸ ὅση ἀπόσταση ποθούσατε, εὐχαριστῶ τὸ Χριστό, χορηγὸ τῶν καλῶν, καί σᾶς, ποὺ ἀσκήσατε βία γιὰ τὴ διατύπωσή τους. Ἂν ὅμως τὶς χωρίζη μεγάλη ἀπόσταση ἀπὸ τὸ σημεῖο τῆς ἐλπίδας σας, τί πρέπει νὰ πάθω ἢ τί νὰ κάμω, ἒπειτ' ἀπὸ τὴν ἀδυναμία μου στὸ λόγο; Εἶναι ἄξια συγγνώμης ἡ ἀδυναμία ὄχι τιμωρίας. Κι εἶναι πιὸ πολὺ εὐπρόσδεκτο ἀπὸ ὅλους παρὰ ἀξιοκατηγόρητο ὅ,τι συμβαίνει στὰ μέτρα καὶ στὶς δυνατότητές μας καὶ πιὸ πολὺ ἀπὸ μέρους σας, ποὺ ἔχετε στόχο σας τὴν ἀγάπη γιὰ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ καὶ στὸ Θεὸ εἶναι ἀγαπητὸ ὅ,τι ἀποτελεῖ γνήσια προσφορὰ κατὰ δύναμη, μέσα ἀπὸ τὴν ψυχὴ κι ἂς φαίνεται μικρὴ σὲ σύγκριση μὲ ἄλλες μεγάλες. Δὲν ἀπομάκρυνε μήτε τὴ χήρα ποὺ πρόσφερε τὰ δύο λεπτά της. Ὅποια κι ἂν ἦταν ἡ χήρα αὐτή. Μπορεῖ μ' αὐτὴ νὰ ὑποδηλώνεται ἡ ψυχὴ ποὺ χηρεύει ἀπὸ τὴν κακία καὶ ποὺ ἔχει χάσει, σὰν νὰ ἦταν σύζυγός της, τὸν παλαιὸ νόμο, δὲν εἶναι ὅμως ἄξια γιὰ τὴν τέλεια σχέση μὲ τὸ Λόγο καὶ Θεό. Τοῦ προσφέρει ὡστόσο σὰν ἀρραβῶνα τὸ δίλεπτο τὸν ὣς τότε δηλαδὴ μετρημένο στὴ φρόνηση λόγο καὶ βίο• ἢ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγαθὴ συνείδηση• ἢ τὴ διάθεση γιὰ τὰ καλὰ καὶ τὴν ἄσκησή τους• ἢ τὴν κατάλληλη γι' αὐτὰ θεωρία καὶ πράξη• ἢ τὴν ἀνάλογή τους γνώση κι ἀρετή. Ἢ τοῦ προσφέρει τοὺς λίγο ἀνώτερους ἀπ' αὐτὰ λόγους, ἐννοῶ ἐκείνους ποὺ περικλείονται στὸ φυσικὸ καὶ γραπτὸ νόμο. Αὐτοὺς ὅταν τοὺς ἀποχτήση ἡ ψυχὴ τοὺς προσφέρει, σὲ ἔκσταση ἀπὸ ὅλα τοῦτα καὶ σάμπως μ' ἐγκατάλειψη ὅλης τῆς ζωῆς καὶ τῆς ὕπαρξης, ἐπιθυμῶντας νὰ ἑνωθῆ μὲ τὸ Λόγο καὶ μόνο Θεό. Καὶ δέχεται, σὰν ἀπὸ συζύγους, νὰ χηρεύση ἀπὸ ὅλες τὶς βίαιες ἐκδηλώσεις κι ἀντιλήψεις κι ἔθιμα ποὺ πηγάζουν εἴτε ἀπὸ τὴ φύση εἴτε ἀπὸ τὸ νόμο. Εἴτε ὁ θεῖος λόγος κάνει ὑπαινιγμό, μὲ τὸ γράμμα του ποὺ βρῆκε τὴν ἱστορική του πλήρωση, γιὰ κάτι ἀκόμα πνευματικώτερο ἀπ' ὅλ’ αὐτά, ποὺ μόνο οἱ καθαροὶ στὸ νοῦ ἀντικρύζουν. Ὅταν συγκριθοῦν μὲ τὸν ἐποπτικὸ θεολογικὸ λόγο, ὅλα ποὺ νομίζουν οἱ ἄνθρωποι ὅτι ἔχουν μέγεθος ἀρετῆς, φαίνονται μικρά. Κι ἂν ὅμως εἶναι μικρὰ κι ἀπὸ ὑλικὸ φτηνὸ κι ὄχι πολὺ ἀκριβό, ἔχουν ὡστόσο ἐξίσου μὲ τὰ νομίσματα ἀπὸ χρυσάφι, ποὺ εἶναι τὸ πολυτιμότερο στοιχεῖο καὶ τὸ προσφέρουν οἱ πιὸ πλούσιοι, ἔχουνε τὴ βασιλικὴ σφραγῖδα, ἔχουν ἲσως κάτι περισσότερο, τὴν ὁλόψυχη προαίρεση ἐκείνης ποὺ τὰ προσφέρει.

Τῆς χήρας αὐτῆς κι ἐγὼ μιμητής, ἐπρόσφερα στὸ Θεὸ καὶ σ' ἐσᾶς, ἀγαπημένοι μου, ἀπὸ μηδαμινὴ καὶ φτωχικὴ διάνοια καὶ γλῶσσα τοὺς ἀσήμαντους καὶ μηδαμινοὺς αὐτοὺς στοχασμοὺς καὶ λόγους, καθὼς λεπτά, ὅπως μου ἐζητήσατε. Παρακαλῶ τὴν εὐλογημένη κι ἅγια ψυχή σας γιὰ τίποτα πιὰ ἀπὸ ὅσα λέγω νὰ μή μοῦ ζητήσετε γραφτὴ διατύπωση γιὰ δύο λόγους: ἕνα, γιατί δὲν ἀπόχτησα ἀκόμα τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ, τὸν ἁγνὸ καὶ μόνιμο, οὔτε τῆς ἀρετῆς τὴ στερεὴ διάθεση, οὔτε τῆς ἀληθινῆς δικαιοσύνης τὴ σταθερὴ κι ἀσάλευτη παγίωση, ποὺ ἀποτελοῦν ἰσχυρὴ μαρτυρία γιὰ τὴ βεβαιότητα τῶν λόγων. Κι ἄλλον, γιατί δαρμένος ἀκόμα ἀπὸ τὴν τρικυμία τῶν παθῶν, σὰν ἀπὸ θάλασσα ἄγρια, μακρυὰ ἀκόμα πολὺ ἀπὸ τὸ θεϊκὸ λιμάνι τῆς γαλήνης, μὲ τὸ τέλος τῆς ζωῆς ἀδιευκρίνιστο, δὲ θέλω ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἔργα μου νὰ ἔχω κατήγορο καὶ τὸ γραφτὸ λόγο. Παρακαλῶ, δεύτερο, γιὰ χάρη πρόθυμης ὑπακοῆς, ἂν εἶναι σωστό, νὰ ἀκούσετε καὶ νὰ μ' ἐμπιστευθῆτε στὸ Χριστὸ μὲ τὴν προσευχή σας, στὸ μεγάλο καὶ μοναδικὸ Θεὸ καὶ Σωτῆρα τῶν ψυχῶν μας.

Σ' αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.
--------------------------------------
Μετάφραση: Ἰγνάτιος Σακαλὴς.
ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 1997.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου