Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2018

Σεργκέι Μπουλγκάκοφ ο φιλόσοφος της θεολογίας του Καλού







Μία από τις πλέον εμβληματικές μορφές της ρωσικής πνευματικής αναγέννησης στο μεταίχμιο των δύο αιώνων, ο Σεργκέι Νικολάγιεβιτς Μπουλγκάκοφ, διέπρεψε ως φιλόσοφος, θεολόγος αλλά και ιερέας της ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Γόνος οικογένειας αγροτικού ιερέα, φοίτησε αρχικά στην εκκλησιαστική σχολή του Λιβέν και στη συνέχεια στο εκκλησιαστικό σεμινάριο του Ορλόβ, ενώ ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στο κλασικό γυμνάσιο του Γιελέτσκ.
Στα χρόνια της νιότης του, όπως και πολλοί άλλοι Ρώσοι δια-νοούμενοι είχε γοητευτεί από την μαρξιστική θεωρία και είχε αναπτύξει σχέσεις με τον Κάουτσκι, τον Μπέμπελ και τον Πλεχάνοφ.
Το 1894 αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Μόσχας και αφού έδωσε τις σχετικές εξετάσεις έγινε καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στην Αυτοκρατορική Τεχνική Σχολή της Μόσχας. Το 1901, αφού υποστήριξε τη διατριβή του για τον τίτλο του Μάγιστρου, διορίστηκε τακτικός καθηγητής στο Πολυτεχνείο του Κιέβου, στην έδρα της πολιτικής οικονομίας. Οι διαλέξεις και τα άρθρα του τον έκαναν σε σύντομο χρονικό διάστημα εξαιρετικά δημοφιλή σε μεγάλα τμήμα της ρωσικής διανόησης.
Είναι η περίοδος όπου ο στοχαστής βρίσκεται υπό την επήρεια της σκέψης του Βλαδίμηρου Σολοβιόφ και κάνει μια μεγάλη πνευματική τομή: επιστρέφει στον ιδεαλισμό και τη μελέτη του ιστορικού ρόλου των αξιών του καλού και του κάλλους. 
Στη συλλογή άρθρων «Από το μαρξισμό στον ιδεαλισμό» που κυκλοφορεί στην Αγία Πετρούπολη το 1903, περιγράφει ο ίδιος αυτή την πνευματική του διαδρομή.
Το 1904 γίνεται μέλος της Ένωσης Απελευθέρωσης, το 1906 αναλαμβάνει τη θέση του καθηγητή του Εμπορικού Ινστιτούτου της Μόσχας, θέση που κατέχει μέχρι το 1918. Την ίδια χρονιά εκλέγεται βουλευτής της Β’ Κρατικής Δούμας ως ανεξάρτητος χριστιανός σοσιαλιστής.
Μέχρι την αναγκαστική του υπερορία μετά την επικράτηση του κομμουνιστικού καθεστώτος, ο Σεργκέι Μπουλγκάκοφ συμμετέχει σε πολλές πρωτοβουλίες και κινήματα, τα οποία σηματοδότησαν το μεγαλειώδες κίνημα της θεολογικής και φιλοσοφικής αναγέννησης της Ρωσίας στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Άρθρα του δημοσιεύονται στα περιοδικά «Νέος δρόμος» (Νόβι πουτ), και «Ζητήματα ζωής» (Βοπρόσι ζίζν), στα συλλογικά έργα  «Ζητήματα θρησκείας»,  «Για τη θρησκεία του Λέοντα Τολστόι», «Σταθμοί»,  στον τόμο αφιερωμένο στον «Βλαδίμηρο Σολοβιόφ» καθώς επίσης συμμετείχε ενεργά στη κατάρτιση του εκδοτικού προγράμματος του εκδοτικού οίκου «Δρόμος», όπου το διάστημα από το 1911 μέχρι το 1917 εκδόθηκαν τα πιο σημαντικά έργα της ρωσικής θεολογικής σκέψης. Αυτή την περίοδο γράφει σειρά άρθρων και δίνει πολλές διαλέξεις σε θέματα πολιτισμού και θεολογίας, τα οποία και αποτελούν το υλικό του βιβλίου του «Οι δύο πόλεις» που εκδόθηκε το 1911.
Η διετία 1917 – 1918 με τα τραγικά γεγονότα που σημάδεψαν τη ρωσική ιστορία είναι τα χρόνια, στα οποία ολοκληρώνεται η επιστροφή του Μπουλγκάκοφ στην εκκλησιαστική ορθόδοξη κοσμοθεωρία, ενώ ο ίδιος χειροτονείται ιερέας. Ξεκινάει μια νέα περίοδος στη ζωή του, συμμετέχει ενεργά στην Πανρωσική Τοπική Σύνοδο της Ορθόδοξης Εκκλησίας και συνεργάζεται στενά με τον πατριάρχη Τίχωνα.
Ιδεολογικός αντίπαλος της λεγόμενης Οκτωβριανής επανάστασης των Μπολσεβίκων, ο Σεργκέι Μπουλγκάκοφ γράφει τους διάλογους «Στο συμπόσιο των θεών», οι οποίοι στη συνέχεια συμπεριλήφθηκαν στο συλλογικό έργο «Εκ βαθέων» (1918).
Τα χρόνια του Εμφυλίου πολέμου ο πατήρ Σεργκέι βρισκόταν στην Κριμαία, αποκομμένος τόσο από τα ιερατικά του καθήκοντα όσο και από την κοινωνική και εκδοτική δραστηριότητα. Αφιερώνει το χρόνο του στη φιλοσοφία και γράφει τα έργα: «Η φιλοσοφία του ονόματος» (1920) και «Η τραγωδία της φιλοσοφίας» (1920), όπου αναθεωρεί την άποψή του για τη σχέση της φιλοσοφίας και της δογματικής του χριστιανισμού, καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως η χριστιανική ενατένιση μπορεί να εκφραστεί χωρίς στρεβλώσεις μόνο στη μορφή της δογματικής θεολογίας.
Το 1922 ο πατήρ Σεργκέι με πρωτοβουλία και απόφαση του Β. Ι. Λένιν συμπεριλαμβάνεται στους καταλόγους με τα ονόματα παραγόντων της επιστήμης και του πολιτισμού, οι οποίοι απελάθηκαν. Στις 30 Δεκεμβρίου 1922 εγκαταλείπει την Κριμαία και εξορίζεται. Μένει για λίγο καιρό στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί πηγαίνει στην Πράγα, όπου τον Μάιο του 1923 γίνεται δεκτός στην έδρα του Εκκλησιαστικού Δικαίου και της Θεολογίας της Νομικής Σχολής του Ρωσικού Επιστημονικού Ινστιτούτου ως τακτικός καθηγητής.
Το 1925 μετακομίζει στο Παρίσι. Εκεί συμμετέχει ενεργά στο σχεδιασμό και την ίδρυση του Ορθόδοξου Θεολογικού Ινστιτούτου, στο οποίο υπηρέτησε ως επιθεωρητής μέχρι το τέλος της ζωής του, αλλά και ως καθηγητής της έδρας της Δογματικής Θεολογίας, διδάσκοντας τα μαθήματα «Παλαιά Διαθήκη» και «Δογματική Θεολογία». 
Ο πατήρ Σεργκέι Μπουλγκάκοφ ήταν ενεργό μέρος της Οικουμενικής κίνησης και εμπνευστής της Ρωσικής Φοιτητικής Χριστιανικής Κίνησης. Συγκαταλέγεται επίσης, μεταξύ των εμπνευστών και ιδρυτών της Συνεργασίας του Αγίου Αλμπάνιου και του Όσιου Σέργιου του Ραντονέζσκ.
Το 1939 οι γιατροί διέγνωσαν καρκίνο του φάρυγγα. Εγχειρίζεται, πράγμα που ενέχει τον κίνδυνο να χάσει την ομιλία του κι έτσι να μην μπορεί να λειτουργήσει, να μιλήσει ή να κάνει διαλέξεις. Ωστόσο, με πολύ κόπο έμαθε να μιλάει ξανά και έτσι μπορεί να  λειτουργεί τακτικά στο παρεκκλήσι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και να διδάσκει Δογματική Θεολογίας.
Η έναρξη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου τον οδηγεί στον περιορισμό των δραστηριοτήτων του. Μένει στο κατεχόμενο Παρίσι και συνεχίζει να δουλεύει γράφοντας νέα έργα και εκτελώντας τα ιερατικά του καθήκοντα. Λίγο πριν πεθάνει, ολοκληρώνει τη συγγραφή του έργου του «Η Αποκάλυψη του Ιωάννη».
Τη νύχτα της 5ης προς 6η Ιουνίου 1944 ο Σεργκέι Μπουλγκάκοφ παθαίνει εγκεφαλικό επεισόδιο και μένει σε κωματώδη κατάσταση για 40 ημέρες. Πέθανε στις 13 Ιουλίου 1944.
Δημοσιεύτηκε από τον χρήστη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου