Δευτέρα 28 Ιουνίου 2021

«Θέλω νά σ᾿ ἀκούω νά λές τήν εὐχή καί ὄχι νά ἀργολογῇς» (Ἅγιος Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής) Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr




Β΄ Μέρος

Ὁ Ἅγιος Γέροντας Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, σέ μία ἀφήγησή του μᾶς λέγει γιά τήν συνοδεία τοῦ Γέροντά του, ὅτι: «Ἐμεῖς εἴμαστε ραφτάδες στόν Ἅγιο Παῦλο, κι ἐγώ ὡς ἀρχάριος δέν εἶχα γνωρίσει ἀκόμη τόν Ἅγιο Γέροντα Ἰωσήφ.

Φεύγοντας ἀπό τό σπίτι πῆρα ἀπό τό Κελλί μου, τό κ ο μ π ο σ χ ο ί ν ι γιά νά πάω στόν Ἅγιο Παῦλο. Κατουνάκια – Ἅγιος Παῦλος εἶναι δυόμιση ὧρες. (3)

Πέρασα τήν Μικρή Ἁγία Ἄννα, πέρασα τήν Ἁγία Ἄννα, κατηφορίζω λοιπόν γιά τή Νέα Σκήτη. Ὅταν ἔφτασα κοντά στό μύλο, ἐκεῖ ἀπό πάνω ἀπό τόν Εὐαγγελισμό, ξύπνησα! Βρέ, λέω, πότε ἔφτασα ἐδῶ πέρα;

Εἶχα ἀφοσιωθεῖ τόσο πολύ στήν εὐχή πού δέν ἔβλεπα τό δρόμο!

Θά κάνεις ἐργόχειρο, κάνεις ἕνα διακόνημα, μήν ἀφήνεις τήν εὐχούλα, γιατί καί ἡ εὐχή σέ θεοποιεῖ. Τό πρῶτο-πρῶτο, Πατέρες, πού θά αἰσθανθεῖτε, θά εἶναι ἡ χαρά!

Τό πρῶτο στάδιο, τό πρῶτο σημεῖο, τό ὁποῖο θά αἰσθανθεῖτε λέγοντας τήν εὐχή, εἶναι ἡ χαρά.

Καί ἡ χαρά δέν εἶναι τίποτες ἄλλο, ἕνα πετραδάκι στήν ἀκροθαλασσιά, εἶναι τό πράγμα ὅτι μέσα ἀρχίζεις νά φωτίζεσαι!

Γι᾿ αὐτό λέγε τήν εὐχούλα, λέγε τήν εὐχούλα, λέγε τήν εὐχούλα καί αὐτό θά σέ φέρει σέ ἄλλη κατάσταση πολύ καλύτερη, τήν ὁποία ὅσο καί νά σκεφθεῖς, δέν μπορεῖς νά σκεφθεῖς.

Ὁ μαθητής τοῦ δημοτικοῦ σχολείου δέν μπορεῖ νά καταλάβει τά τοῦ γυμνασίου, οὔτε τοῦ γυμνασίου, τοῦ πανεπιστημίου. Ἀλλά ὅταν ἡ χάρις θέλει νά ἔρθει μέσα σου, θά τό καταλάβεις ὅτι εἶσαι τώρα μαθητής τοῦ γυμνασίου, εἶσαι μαθητής τοῦ πανεπιστημίου, ὁ ἴδιος θά τό καταλάβεις.

Μία ψυχή πῆγε στήν τουαλέτα, κι ἔλεγε τήν εὐχή. Ἄ, καί φανερώνεται ὁ διάβολος ἐκεῖ. Βρέ ῾σύ, λέει, βρώμικη εὐχή λές. Ἄ, μά, καί ὁ Καλόγηρος: Ἄκουσε ἀποστάτα τῆς Θείας Μεγαλειότητος, λέει, ἡ κένωσις τοῦ σώματος πηγαίνει κάτω, ἡ κένωσις τῆς ψυχῆς πηγαίνει ἀπάνω, δέν ἔχει καμιά ἕνωση.

Στό σπίτι μας παραπάνω καθόταν ἕνας καλόγηρος καί, κρίσις Θεοῦ, ἤτανε δαιμονισμένος. Οἱ γέροι (μοναχοί) δέν μποροῦσαν νά ἔρχονται κάτω στό σπίτι μας, νά μεταλάβουν, καί πήγαινα ἐγώ στό σπίτι τους ἀπάνω, πού εἶναι ὁ πάτερ-Γεδεών ἐκεῖ ἀπάνω, καί τούς μετελάμβανα.

Πήγαινα στό Ἱερό, ἔβγαζα τό Ἀρτοφόριο, ἐρχόντουσαν οἱ γέροι (μοναχοί) στήν Ὡραία Πύλη ἐκεῖ καί τούς μετελάμβανα.

Αὐτός μοῦ ῾λεγε: «Ὁ διάβολος ἐκεῖ κάθεται στήν ἄκρη, στή Λιτή».

-Τοῦ λέω: «Τόν βλέπεις;».

-«Τόν βλέπω», λέει.

Καί ὁ ἴδιος ἔλεγε ὅτι: «Ὅταν λέω τήν εὐχή ταράττεται ὁ διάβολος, ὅταν λέω δεύτερη φορά ἀφρίζει· τήν τρίτη εὐχή ἄφαντος γίνεται!».

Νά ἡ δύναμις τῆς εὐχῆς. Αὐτό πού λένε τά βιβλία μας ὅτι:

-Παιδί μου, λέει ὁ Γέροντας, πές τήν εὐχή.

-Μά λέω καί δέν καταλαμβάνω τίποτες.

-Δέν κ α τ α λ α μ β ά ν ε ι ς, λέει, ἐσύ, ἀλλά ὁ διάβολος καταλαμβάνει καί φεύγει.

Νά, σ᾿ αὐτόν τόν καλόγηρο.

Ἄ, νά ποῦμε καί τόν ἄλλο μέ τό καλάθι.

Ἕνας ὑποτακτικός, σάν ὁ Γέροντας τώρα, λέει τόν πάτερ-Ἀρσένιο:

Λέγε τήν εὐχή.

-Λέω τήν εὐχή, δέν καταλαμβάνω τίποτε.

-Ὁ διάβολος καταλαμβάνει καί φεύγει.

-Ἔ, καί ποῦ θά καταλάβω ἐγώ;

-Ἔ, καλά, παιδί μου, θέλεις νά δεῖς θαῦμα;

-Ναί, θαῦμα θέλω νά δῶ, Γέροντα.

-Καλά, τοῦ λέει, θά προσευχηθῶ στό Θεό νά σοῦ δείξει θαῦμα, νά καταλάβεις πόση δύναμη ἔχει ἡ εὐχή. (Τά γράφουν ὅλα αὐτά τά Πατερικά βιβλία).

-Καλά.

Ἔκανε προσευχή ὁ Γέροντας, ἔκανε καί νηστεία, τριήμερο νηστεία.

Ἔλα ἐδῶ, παιδί μου, τώρα, πάρε τό καλάθι, πήγαινε ἀπάνω στή βρύση νά τό γιομίσεις νερό.

-Γέροντα, μέ συγχωρεῖς, ἐγώ, λέει, τά μυαλά μου τά ῾χω, τό καλάθι θά γιομώσω νερό ἔξω;

-Καλά, παιδί μου, δέν εἶπες ὅτι θέλεις νά δεῖς θαῦμα; Νά δεῖς τί δύναμη ἔχει ἡ εὐχή; Δέν θέλεις;

-Ναί, λέει.

-Ἔ, κάνε αὐτό πού μοῦ λέω, ἀλλά θά λές τήν εὐχή, ὅλο τήν εὐχή θά λές.

-Νά ῾ναι εὐλογημένο. Πάει… «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με»

«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», βάζει τό καλάθι στή βρύση ἀπό κάτω.

Τό νερό γιομίζει τό καλάθι, δέν τρέχει τό καλάθι, ἀλλά λέει τήν εὐχή.

Ἐννοεῖται ὁ Ἅγιος Γέροντας στό δωμάτιο προσηύχετο νά τοῦ δείξει ὁ Θεός θαῦμα στόν παραγυιό του… ».

Ὁ Ἅγιος Γέροντας Ἐφραίμ Φιλοθεΐτης, λέγει: «Ἀλήθεια! Πολλές φορές οἱ προσευχές τοῦ Γέροντός μου Ἰωσήφ μέ βοήθησαν νά ἀποκτήσω πνευματική αἴσθησι τῆς Θείας Παρουσίας. Ἀλλά ἐμεῖς οἱ νεώτεροι ἦταν ἀδύνατον νά φθάσουμε τίς πνευματικές πτήσεις τοῦ ὑψιπέτου Γέροντος Ἰωσήφ. (4)

Τό πρῶτο πού ζητοῦσε ὁ Γέροντας, μόλις κάποιος ἀδελφός προσετίθετο στή συνοδεία μας, σάν πρώτη νουθεσία, σάν πρώτη βία ἦταν: «ἡ σιωπή καί ἡ εὐχή.

-Παιδί μου, τήν εὐχή.

Θέλω νά σ᾿ ἀκούω νά λές τήν εὐχή καί ὄχι νά ἀργολογῇς.

Ἤξερε αὐτός ὁ ἐμπειρότατος καθηγητής τῆς Νοερᾶς προσευχῆς, ὅτι ἐάν ὁ ἀρχάριος σιωπήσῃ καί ἀδολεσχήσῃ στήν εὐχή, θά βάλῃ καλή ἀρχή καί θά ἔχῃ πλούσιες τίς δωρεές τοῦ Θεοῦ στό μέλλον, διότι, τόνιζε:

«Ὀφείλει ὁ μοναχός εἴτε τρώει εἴτε πίνει εἴτε κάθεται εἴτε διακονεῖ εἴτε περπατεῖ εἴτε κάνει ὅ,τιδήποτε νά φωνάζῃ ἀδιαλείπτως τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».

Ἔτσι τό ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ κατερχόμενο στό βάθος τῆς καρδιᾶς, θά ταπεινώσῃ τόν δράκοντα, θά σώσῃ καί θά ζωοποιήσῃ τήν ψυχή.

Νά ἐπιμένῃς, λοιπόν, ἀδιάλειπτα στήν ἐπίκλησι τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, γιά νά καταπιῇ ἡ καρδιά τόν Κύριο καί ὁ Κύριος τήν καρδιά καί νά γίνουν τά δύο ἕνα».

Ἀμήν, γένοιτο!

«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου