Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2019

Ο διάλογος μοντέρνας λογοτεχνίας και θεολογίας στα διηγήματα «Ο Γάμος του Καραχμέτη» του Α. Παπαδιαμάντη και «Η θερμοκρασία μιας χαρτοπετσέτας» του Δημητρίου



Ρένος Κωνσταντίνου, θεολόγος

Το θέμα του παρόντος άρθρου αφορά το διάλογο και τη σχέση της μοντέρνας λογοτεχνίας και θεολογίας. Η όλη προσέγγιση του θέματος γίνεται με βάση δύο έργα της νεότερης, ελληνικής λογοτεχνίας: το διήγημα του Παπαδιαμάντη «Ο Γάμος του Καραχμέτη» και το διήγημα του Δημητρίου «Η θερμοκρασία μιας χαρτοπετσέτας». Στόχος μας είναι να καταδείξουμε τη θεολογική σημασία των δύο διηγημάτων. Άλλωστε τα ανωτέρω διηγήματα αποτελούν δύο έξοχα παραδείγματα μοντέρνων, λογοτεχνικών κειμένων, που ενώ δεν κάνουν σαφείς αναφορές στο Θεό, θίγουν ζητήματα, που συνιστούν τον πυρήνα της θεολογικής αναζήτησης. 

Η θεολογική σκέψη, που απορρέει από το διήγημα του Παπαδιαμάντη και από το διήγημα του Δημητρίου αποτελεί το θεμέλιο της συγγένειάς τους με τη θεολογία. Ειδικά στο έργο του Παπαδιαμάντη οι θεολογικές επιρροές είναι έντονες. Το διήγημά του βρίθει από θρησκευτικές εικόνες και θεολογικές ιδέες, που μαρτυρούν την αγνή πίστη  στο Θεό και την έντονη, λατρευτική ζωή του συγγραφέα από τη Σκιάθο, ο οποίος χαρακτηρίστηκε «κοσμοκαλόγερος». Ωστόσο πέρα από τα βιβλικά, εκκλησιαστικά και θρησκευτικά στοιχεία και τις θεολογικές επιρροές εκείνο που περισσότερο ακόμη προσδιορίζει τη συγγένεια των δύο διηγημάτων με τη θεολογία, είναι το ιδεολογικό τους πλαίσιο και το όραμά τους για το σύμπαν[1].

Τα δύο διηγήματα δεν είναι εγχειρίδια ορθόδοξης δογματικής και ηθικής. Ωστόσο δεν είναι και ουδέτερα από ηθική άποψη κείμενα. Αντιθέτως εκφράζουν στάσεις και τρόπους ζωής, προβάλλουν μία ιδεολογία και καταθέτουν μία ηθική πρόταση, η οποία ακολουθεί και εμπλουτίζει την εν Χριστώ ζωή[2].

Επίσης, τα δύο διηγήματα χαρακτηρίζονται από την αρχή της διαλογικότητας, είναι πολυφωνικά έργα, καθώς συνυπάρχουν διαλογικά πολλές φωνές και γλώσσες. Συγγενεύουν με τη θεολογία στο μέτρο, που η θεολογία ενθαρρύνει την ετερότητα του προσώπου και της φωνής του και επιδιώκει τη συμφωνία διαφορετικών λόγων και γλωσσών μεταξύ τους[3].

Ένας ακόμη συγγενικός δεσμός των δύο διηγημάτων με την εσχατολογική θεολογία, είναι η ταύτιση των ηρώων τους με τη χριστιανική σκέψη ότι ο άνθρωπος δεν καθορίζεται από αυτό που ήταν ή είναι αλλά από αυτό που θα γίνει στα έσχατα[4].

Προϋπόθεση για την εδραίωση της συγγενικής σχέσης ανάμεσα στα δύο διηγήματα και τη θεολογία και την απόδοση σε αυτά ενός θεολογικού νοήματος αποτελεί η ανάπτυξη ενός γόνιμου διαλόγου ανάμεσα στα έργα της μοντέρνας λογοτεχνίας και στη θεολογία. Το παραδοσιακό, κλασικό μυθιστόρημα αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη ενός τέτοιου διαλόγου. Εξαιτίας της ανθρωποκεντρικής προοπτικής του προβάλλει σαν ιδεώδες μία ολοκληρωμένη προσωπικότητα, η οποία αντλεί από το εσωτερικό της όλα εκείνα τα εφόδια, που χρειάζεται, ώστε να είναι αυτόνομη, αυτοτελής και αυτάρκης[5].


Με την άνθηση της νεότερης πεζογραφίας, στην οποία συγκαταλέγονται και τα διηγήματα του Παπαδιαμάντη και του Δημητρίου, τα πρόσωπα αλλάζουν μορφή, δεν εξαρτώνται πια από τη φύση και την ουσία τους και μετατρέπονται σε μεγέθη πιο ρευστά, ευμετάβλητα και ευκίνητα. Σε ορισμένες περιπτώσεις τα υποκείμενα παραιτούνται από τον ίδιο τους τον εαυτό[6].  Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Σεραϊνώ και η Νάντια στα διηγήματα «Ο Γάμος του Καραχμέτη» και «Η θερμοκρασία μιας χαρτοπετσέτας» αντίστοιχα.

Αυτή η ανθρωπολογία της νεότερης πεζογραφίας αποδεσμεύει τα πρόσωπα από την ουσία και από τον αμετάβλητο πυρήνα της ύπαρξης. Ταυτίζεται με την εσχατολογική θεολογία, η οποία αποβλέπει στον ερχομό της Βασιλείας του Θεού και ενθαρρύνει τον άνθρωπο να απαρνηθεί την ταυτότητά του και τον εαυτό του προκειμένου να συγκροτηθεί η νέα του ταυτότητα εσχατολογικά[7].

Σε αντίθεση λοιπόν με την κλασική λογοτεχνία, η οποία έχει έναν ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα και περιγράφει τη διεκδίκηση από τον άνθρωπο της προσωπικής του ταυτότητας, ώστε να ξεχωρίσει από τους άλλους, πολλά έργα της νεότερης, ελληνικής πεζογραφίας παρουσιάζουν τον άνθρωπο ως ανεξάρτητο από την ουσία και τη φύση του, ως πιο κοινωνικό  ον, πρόθυμο να συναναστραφεί με τους άλλους, να συμμετέχει σε μία κοινωνία αγάπης. Ουσιαστικά η αγάπη είναι το κοινό στοιχείο, που μοιράζονται πολλά από τα έργα της νεότερης, ελληνικής πεζογραφίας με τη θεολογική σκέψη.

Το διήγημα του Παπαδιαμάντη «Ο Γάμος του Καραχμέτη» και το διήγημα του Δημητρίου «Η θερμοκρασία μιας χαρτοπετσέτας» προβάλλουν την ιδεολογία και το όραμα της αγάπης. Οι ηρωίδες των δύο διηγημάτων – η Σεραϊνώ και η Νάντια – ξεπερνούν τις λογικές αναγκαιότητες και την αποκλειστικότητα της βιολογικής τους ύπαρξης και μετέχουν σε μία κοινωνία αγάπης, η οποία νοηματοδοτεί την προσωπική τους ζωή, τις απελευθερώνει από τον ατομισμό και το χωρισμό και τις αναγεννά σε όντως πρόσωπα.






[1]  Σπ. Αθανασοπούλου – Κυπρίου, «Θεολογία και Λογοτεχνία». Στο Σπ. Αθανασοπούλου – Κυπρίου και άλλοι, Ορθοδοξία και [Μετα - ] Νεωτερικότητα, τόμος  Γ’ , ΕΑΠ Πάτρα, σελ. 110 – 111.

[2] Σπ. Αθανασοπούλου – Κυπρίου, Στο ίδιο, σελ. 115 – 116.

[3] Σπ. Αθανασοπούλου – Κυπρίου, Ο.π., σελ. 116.

[4] Σπ. Αθανασοπούλου – Κυπρίου, Ο.π,. σελ. 105.

[5] Π. Καλαϊτζίδη, «Θεολογικές προϋποθέσεις του διαλόγου με τη μοντέρνα λογοτεχνία», Νέα Εστία, τεύχος 1765 (2004), σελ.349 .

[6] Π. Καλαϊτζίδη, Στο ίδιο, σελ. 350.

[7] Π. Καλαϊτζίδη, Ο.π., σελ. 350.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου