ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΤΕΤΑΡΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
Ἔχει θέμα τὸ εὐαγγέλιο ποὺ ἀναγινώσκεται κατ’ αὐτὴν ὅπου γίνεται λόγος καὶ γιὰ τὴν ἐπιμέλεια τῶν ἐσωτερικῶν λογισμῶν
Ἔχει θέμα τὸ εὐαγγέλιο ποὺ ἀναγινώσκεται κατ’ αὐτὴν ὅπου γίνεται λόγος καὶ γιὰ τὴν ἐπιμέλεια τῶν ἐσωτερικῶν λογισμῶν
1.
Πολλές φορὲς ὡμίλησα πρὸς τὴν ἀγάπη σᾶς περὶ νηστείας καὶ προσευχῆς,
ἰδιαιτέρως μάλιστα αὐτὲς τὶς ἱερὲς ἡμέρες· ἐναπέθεσα ἀκόμη στὶς φιλοθέες
ἀκοὲς καὶ ψυχὲς σᾶς ποιὰ δῶρα προσφέρουν στοὺς ἐραστᾶς των καὶ πόσων
ἀγαθῶν πρόξενοι γίνονται σ’ αὐτοὺς ποὺ τὶς ἀσκοῦν, πράγμα ποὺ
ἐπιβεβαιώνεται γι’ αὐτὲς κυρίως ἀπὸ τὴν φωνὴ τοῦ Κυρίου ποὺ
ἀναγινώσκεται σήμερα στὸ εὐαγγέλιο.
Ποιὰ
δὲ εἶναι αὐτά; Εἶναι μεγάλα, τὰ μεγαλύτερα ὅλων θὰ ἐλέγαμε· διότι ἐκτὸς
ἀπὸ τὰ ἄλλα μποροῦν νὰ παράσχουν καὶ ἐξουσία κατὰ πονηρῶν πνευμάτων,
ὥστε νὰ τὰ ἐκβάλλσυν καὶ νὰ τὰ ἀπελαύνουν, καὶ τοὺς δαιμονισμένους νὰ
τοὺς ἐλευθερώνουν ἀπὸ τὴν ἐπήρειά τους. Ὅταν πραγματικὰ οἱ μαθηταὶ εἶπαν
πρὸς τὸν Κύριο περὶ τοῦ ἀλάλου καὶ κωφοῦ δαιμονίου, ὅτι «ἐμεῖς δὲν
μπορέσαμε νὰ τὸ ἐκβάλωμε», εἶπε πρὸς αὐτοὺς ὁ Κύριος· «τοῦτο τὸ γένος
δὲν ἐκδιώκεται, παρὰ μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία».
2.
Ίσως γι’ αὐτό, μετὰ τὴν προσευχὴ ἐπάνω στὸ ὅρος καὶ τὴν κατ’ αὐτὴν
ἐμφάνισι τῆς θεϊκῆς αὐγῆς, κατέβηκε ἀμέσως καὶ ἦλθε στὸν τόπο, ὅπου
εὑρισκόταν ὁ κατεχόμενος ἀπὸ τὸν δαίμονα ἐκεῖνον. Λέγει δηλαδὴ ὅτι, ἀφοῦ
παρέλαβε τοὺς ἐγκρίτους μαθητᾶς, ἀνέβηκε στὸ ὅρος νὰ προσευχηθῆ καὶ
ἔλαμψε σὰν ὁ ἥλιος, καὶ ἰδοὺ ἐφάνηκαν νὰ συνομιλοῦν μὲ αὐτὸν ὁ Μωυσῆς
καὶ ὁ Ἠλίας, οἱ ἄνδρες ποὺ περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον ἄσκησαν τὴν
προσευχὴ καὶ τὴ νηστεία, δεικνύοντας καὶ διὰ τῆς παρουσίας των στὴν
προσευχὴ τὴν συμφωνία καὶ ἐναρμόνισι μεταξὺ προσευχῆς καὶ νηστείας, ὥστε
κατὰ κάποιον τρόπο ἡ νηστεία νὰ συνομιλῆ μὲ τὴν προσευχὴ ὀμιλώντας πρὸς
τὸν Κύριο. Ἐὰν ἡ φωνὴ αἵματος τοῦ φονευθέντος Ἄβελ βοᾶ πρὸς τὸν Κύριο,
καθὼς λέγει αὐτὸς πρὸς τὸν Κάιν, ὅπως ἐμάθαμε ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Μωυσέως,
πάντως καὶ ὅλα τα μέρη καὶ μέλη τοῦ σώματος, κακοπαθούντα μὲ τὴν
νηστεία, θὰ βοήσουν πρὸς τὸν Κύριο καί, συνομιλώντας μὲ τὴν προσευχὴ τοῦ
νηστεύοντος καὶ περίπου συμπροσευχόμενα, δικαίως θὰ τὴν καταστήσουν
εὐπροσδεκτικώτερη καὶ θὰ δικαιώσουν αὐτὸν ποὺ ὑφίσταται ἑκουσίως τὸν
κόπο τῆς νηστείας. Μετὰ λοιπὸν τὴν προσευχὴ καὶ τὴν κατὰ θεῖο τρόπο
λάμψι, ἀφοῦ ὁ Κύριος κατέβηκε ἀπὸ τὸ ὅρος, ἔρχεται πρὸς τὸν ὄχλο καὶ
τοὺς μαθητᾶς, στοὺς ὁποίους ὠδηγήθηκε ἐκεῖνος ὁ κατειλημμένος ἀπὸ τὸ
δαιμόνιο, ὥστε, ὅπως ἔδειξε ἐπάνω στὸ ὅρος ὅτι ἐκεῖνο ἦταν βραβεῖο
νηστείας καὶ προσευχῆς, ὄχι μόνο μεγάλο ἀλλὰ καὶ ἐπάνω ἀπὸ τὸ μεγάλο
(πραγματικὰ ἔδειξε ὅτι ἡ θεία λαμπρότης ὑπῆρξε ἄθλον αὐτῶν), ἔτσι, ἀφοῦ
κατεβῆ, θὰ ἐπιδείξη ὅτι ἔπαθλο τούτων εἶναι καὶ ἡ ἰσχὺς κατὰ τῶν
δαιμόνων.
3.
Αλλά, ἐπειδὴ κατὰ τὴν παροῦσα Κυριακή των ἱερῶν νηστειῶν εἶναι συνήθεια
ν’ ἀναγινώσκεται στὴν ἐκκλησία ἡ διήγησις περὶ τοῦ θαύματος τούτου, ἃς
ἐξετάσωμε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὅλη τὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ τὸ περιγράφει.
Μόλις λοιπὸν ἦλθε ὁ Ἰησοῦς πρὸς τοὺς μαθητᾶς καὶ τοὺς παρευρισκομένους
μὲ αὐτοὺς κι’ ἐρώτησε, τί συζητεῖτε, κάποιος ἀπὸ τὸ πλῆθος εἶπε·
«διδάσκαλε, ἔφερα σὲ σένα τὸν υἱό μου ποὺ ἔχει πνεῦμα ἄλαλο καὶ ὅπου τὸν
καταλάβη, τὸν συγκλονίζει καὶ αὐτὸς ἀφρίζει καὶ τρίζει τὰ δόντια του
καὶ ξηραίνεται».