“Ο Παπαδιαμάντης είναι ένας παγκόσμιος
συγγραφέας”. Αυτό δεν το είπε κάποιος “γραφικός οπαδός
θρησκευτικοεθνικιστικού φανατισμού”, αλλά η Γερμανίδα υπεύθυνος του
Ινστιντούτου Γκαίτε για τις πολιτιστικές εκδηλώσεις στην Ελλάδα κ.
Αντρέα Σέλιγκερ. Σχετικό άρθρο της εφημερίδας Καθημερινή (13-2-2000) μας
πληροφορεί, ότι η κ. Σέλιγκερ έχει κάνει μια υποδειγματική μετάφραση
της “Φόνισσας” του Παπαδιαμάντη στα Γερμανικά, η οποία απέσπασε
επαινετικά σχόλια από αυστηρούς Γερμανούς κριτικούς. Γνώρισε μάλιστα και
σημαντική εκδοτική επιτυχία, αφού μέσα σε λίγα χρόνια ξεπέρασε τα
10.000 αντίτυπα σε πωλήσεις.
Ένα σημαντικό στοιχείο της τοποθετήσεως
της κ. Σέλιγκερ απέναντι στην Ελλάδα και τον πολιτισμό της είναι ότι δεν
διακατέχεται από το σύνδρομο της ρομαντικής αρχαιοπληξίας, ούτε από τις
προκαταλήψεις των Φράγκων για την παράδοση της ανατολικής ορθόδοξης
Ρωμηοσύνης. Αγάπησε την σύγρονη Ελλάδα, με όλες τις παραμέτρους της,
γνωρίζοντας τον καθημερινό τρόπο ζωής των συγχρόνων Ελλήνων, που
διαφέρει σημαντικά από εκείνον των Γερμανών. Την “τράβηξε”, όπως λέει,
“ο διαφορετικός τρόπος οργάνωσης του χρόνου, το ότι όλα ήταν στις
διαστάσεις του ανθρώπου, φτιαγμένα για τον άνθρωπο”. Επισημαίνει,
μάλιστα, κριτικά την διαφορά του κέντρου βάρους του ελληνικού τρόπου
ζωής από τον αντίστοιχο των δυτικών προηγμένων κοινωνιών. “Στις
προηγμένες δυτικές κοινωνίες, λέει, έχει βαρύτητα το σύστημα αυτό
καθαυτό. Η προτεραιότητα δίνεται στη λειτουργία του συστήματος. Στην
Ελλάδα συμβαίνει το αντίθετο”.
Ο Παπαδιαμάντης την βοήθησε να συνδεθή
βαθύτερα με τον πνευματικό πλούτο που κληρονόμησε η σύγχρονη Ελλάδα,
είτε αυτός προέρχεται από την Ανατολή είτε τα Βαλκάνια είτε την ελληνική
διασπορά είτε είναι αυτόχθων. Από την σύντομη αναφορά που κάνει το
άρθρο της Καθημερινής στις απόψεις της κ. Σέλιγκερ, φαίνεται ότι στη
συνείδησή της ο Παπαδιαμάντης είναι “παγκόσμιος συγγραφέας”, λόγω του
ότι εκφράζει αυθεντικά την οικουμενικότητα του ελληνικού πολιτισμού,
στην διαχρονική του πορεία και εξέλιξη.
Είναι γεγονός, βέβαια, ότι ο καθένας
βλέπει τον συγγραφέα που μελετάει από την δική του μερική οπτική γωνία.
Αυτό δεν το λέω για την κ. Σέλιγκερ, για την οποία γνωρίζω μόνον όσα
γράφει η Καθημερινή. Το λέω γιατί στη συνέχεια θα υποστηρίξω μια άποψη,
σχετικά με την “παγκοσμιότητα” του Παπαδιαμάντη, η οποία μπορεί να μην
είναι αποδεκτή από ορισμένους. Αυτά βέβαια που θα αναφέρω έχουν
διατυπωθεί από πολλούς, αλλά σε διαφορετική προοπτική και συνάφεια.
Παλαιότερα δεν είχαμε έντονο τον πειρασμό της παγκοσμιοποίησης.
Πιστεύω ότι η “παγκοσμιότητα” του
Παπαδιαμάντη οφείλεται στην “φιλοκαλική” κληρονομιά που προσέλαβε στη
Σκιάθο, κατ’ αρχήν από τον Πατέρα του οικονόμο παπα-Αδαμάντιο και μέσω
αυτού από τους συγγενείς του ηγουμένους της Ιεράς Μονής Κουνιστρίας, οι
οποίοι ήταν “κολλυβάδες”, δηλαδή συνεχιστές της παραδόσεως του
ησυχασμού. Ο Παπαδιαμάντης στα κείμενά του φαίνεται ότι γνωρίζει την
ανθρώπινη ψυχή μέσα από την ανάλυση περί λογισμών και παθών που κάνουν
οι νηπτικοί Πατέρες της Φιλοκαλίας. Γνωρίζει, δηλαδή, με ορθόδοξες
προϋποθέσεις και κριτήρια, την παθολογία της ανθρώπινης ψυχής, την
αιτιολογία της διαστροφής της, το ιάσιμο ή το “παρ’ ανθρώποις ανίατον”
της ασθένειάς της. Αυτό του δίνει την δυνατότητα να βλέπη καθαρά τα
πρωταρχικά πάθη του ανθρώπου, που δεν γνωρίζουν σύνορα και φυλετικές ή
άλλες διακρίσεις, κι αυτό όχι αφηρημένα, αλλά μέσα από τις αληθινές
ιστορίες συγκεκριμένων καθημερινών ανθρώπων. Και το σημαντικότερο, του
δίνει την ελευθερια να στέκεται απέναντι στα πρόσωπα των διηγημάτων του
φιλάνθρωπα. Η κριτική του δεν απορρίπτει τα πρόσωπα· εντοπίζει τις
πληγές και κατακρίνει την ασθένεια. Με μια φυσικότητα, που αιχμαλωτίζει
την προσοχή του αναγνώστη, εκφράζει με ειλικρίνεια τις κρίσεις του για
πρόσωπα και καταστάσεις, χωρίς να προκαλή. Είναι ορθόδοξος και η οπτική
του φωτίζεται από την διδασκαλία της Φιλοκαλίας.
Θέλω στη συνέχεια να αναφέρω ορισμένα
αποσπάσματα από την “ιστορική παρέκβαση” που κάνει στην “Γυφτοπούλα”,
στην οποία, μέσα από ιστορικά δεδομένα, μιλάει για τον Γεώργιο Γεμιστό
και τον καρδινάλιο Βησσαρίωνα. Δύο ανθρώπους που ανήκουν στο “δαιμονιακό
πάνθεο” του Παπαδιαμάντη, με απόψεις και στάσεις ζωής στους αντίποδες
των δικών του.
Αναφερόμενος στα ειδωλολατρικά μυστήρια
που τελούσε ο Γεμιστός στο άντρο του, γράφει: “Τα μυστήρια ταύτα ήσαν
κατά μίμησιν των αρχαίων μυστηρίων, ήσαν αλλόκοτοι τελεταί αίτινες
ευλόγως ενεποίουν κακήν εντύπωσιν εις τους χωρικούς των περιχώρων. Και
δεν ήσαν μεν πολλοί θεαταί των τελετών τούτων, αλλ’ η φήμη αυτών
παρείχεν απαισιωτέραν φήμην, και καθίστα αυτά φοβερώτερα ή όσον πράγματι
ήσαν. Δικαίως άρα ο Γεώργιος Γεμιστός εφημίζετο ως μάγος εις τα
περίχωρα. Και όμως ο ανήρ ούτος είχεν ευεργετήσει όλην την Πελοπόννησον.
Τους υπ’ αυτού συνταχθέντας νόμους πάντες οι νεώτεροι ιστορικοί
ευδοκούσι να μνημονεύωσιν ως ωφελίμους και χρηστούς. Είχεν ευεργετήσει
τον λαόν της Πελοποννήσου, και όμως είχε κακήν φήμην. Ας φαντασθή τις
πόσον χείρονα φήμην θα είχεν αν είχε πράξει κακόν, ή αν ουδενός
ωφελήματος είχε γίνει αίτιος εις τους συμπολίτας του”. Ο Παπαδιαμάντης
δεν μνημονεύει τον Γεμιστό μόνον ως “μάγο”, αλλά και ως ευεργέτη της
Πελοποννήσου, κρατώντας στάση απορίας απέναντι στην κακή γνώμη που είχε ο
πελοποννησιακός λαός γι αυτόν.
Στην περιγραφή της εσωτερικής πάλης του
“εξωμότου” Βησσαρίωνος είναι καταπληκτικός: “Η φιλοπατρία του
καρδιναλίου Βησσαρίωνος και οι συνεχείς αυτού και καρτερικοί αγώνες, ούς
ηγωνίσθη όπως πείση τους εν τη Εσπερία να έλθωσιν επίκουροι ημών κατά
το βαθύν εκείνον και σκοτεινόν μεσαίωνα, η παιδεία και η πολυμάθεια
αυτού, η εγκράτεια και σωφροσύνη του βίου, το μακρόν μαρτύριον όπερ
υφίστατο έξωθεν μεν εκ της δυσπιστίας και ψυχρότητος των περί αυτόν,
έσωθεν δε εκ των ελέγχων της ιδίας αυτού συνειδήσεως, ουδέν δύναται να
εκπλύνη το άγος του εξωμότου. Το μόνον όπερ ηδύνατο εν μέρει ν’ αναπαύη
την κεκμηκυία ταύτην συνείδησιν ήτο η ενδόμυχος αυτού πεποίθησις, ή
μάλλον η ένδεια πάσης πεποιθήσεως χριστιανικής. Ο καρδινάλιος Βησσαρίων,
ιεράρχης δύο χριστιανικών εκκλησιών εξ υπαμοιβής, ουδεμίαν είχεν εις
τον χριστιανισμόν πίστιν”. Γνωρίζει ο Παπαδιαμάντης ότι η εγκράτεια και η
σωφροσύνη συνδυασμένες με την παιδεία μπορεί να υπάρχουν σε ψυχή που
“ουδεμίαν έχει εις τον Χριστιανισμόν πίστιν”. Και το σημαντικότερο είναι
ότι η “κεκμηκυία” από εσωτερικές συγκρούσεις συνείδηση βρίσκει
“ανάπαυση” στην απιστία. Δεν πιστεύει, οπότε γι’ αυτήν οι τύψεις έχουν
αδύνατη φωνή. Ο φυσικός νόμος της συνείδησης αργεί. Οι ισχυροί
εσωτερικοί έλεγχοι είναι προνόμιο των πιστευόντων, οι οποίοι με την
ελπίδα στο έλεος του Θεού τους μεταμορφώνουν σε δύναμη μετάνοιας.
Στο άντρο του Γεμιστού, γράφει ο
Παπαδιαμάντης, “ήρχοντο” επισκέπτες για “νά συζητήσωσι μετά του
διδασκάλου τα αιωνίως άλυτα εκείνα ζητήματα, τα άψαυστα και συγκεχυμένα,
άτινα έχουσι την ιδιότητα όσον πλειότερον τα κινεί τις, τόσον αδρανή να
μένωσι, και όταν μάλλον επιμόνως ζητή τις να τα διαφωτίση, τόσον να
καθίστανται σκοτεινότερα”.
Μέσα στα κείμενα του Παπαδιαμάντη
αντιμετωπίζονται τα “αιωνίως άλυτα” για τον ανθρώπινο στοχασμό
προβλήματα, μέσα από καθημερινές ιστορίες απλών ανθρώπων της Σκιάθου,
που η ορθόδοξη ματιά του Κοσμοκαλόγερου τα κατέστησε παγκόσμιο σύμβολο.
- Προβολές: 942
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου