Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης είναι ένας από τους
σημαντικότερους Νεοέλληνες πεζογράφους και εκπρόσωπος του ηθογραφικού
διηγήματος. Χαρακτηριστικά παραδείγματα των θεμάτων και επιρροών αλλά
και γενικότερα της γραφής του αποτελούν τα χριστουγεννιάτικα διηγήματα
του. Πρόκεινται για κείμενα που πρωτοδημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες όπως
την εφημερίδα «Εφημερίς» και «Ακρόπολη».
Το πρώτο του διήγημα, «Χριστόψωμο», δημοσιεύτηκε στην «Εφημερίς» το 1887. Κεντρική ηρωίδα είναι μια κακή πεθερά, όπως την χαρακτηρίζει και ο ίδιος ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Η κακή πεθερά σχεδίασε και προσπάθησε να δηλητηριάσει τη νύφη της, επειδή αδυνατούσε να τεκνοποιήσει. Παρά τα σχέδια της, ο γιος της έφαγε το δηλητηριασμένο χριστόψωμο.
Μέσα από το διήγημα αυτό απεικονίζονται τα ήθη και τα έθιμα, οι άνθρωποι της υπαίθρου και η καθημερινότητά τους. Παράλληλα, διαφαίνεται η ικανότητα του Παπαδιαμάντη να διεισδύει στον εσωτερικό κόσμο των ηρώων του. Επιπλέον, συναντάμε και το στοιχείο της νησιώτικης ζωής, και ειδικότερα της θάλασσας, καθώς ο γιος της άστοργης πεθεράς και ακούσας παιδοκτόνου ήταν ναυτικός.
Και ου μόνον, τούτο, αλλά τη προσέφερε και εν χριστόψωμο.
– Το ζύμωσα μοναχή μου, είπεν η θειά Καντάκαινα, με γεια να το φας.
– Θα το φυλάξω ως τα Φώτα, διά ν’ αγιασθή, παρετήρησεν η νύμφη.
– Όχι, όχι, είπε μετ’ αλλοκότου σπουδής η γραία, το δικό της φυλάει η κάθε μια νοικοκυρά διά τα Φώτα, το πεσκέσι τρώγεται.
– Καλά, απήντησεν ηρέμα η Διαλεχτή, του λόγου σου ξέρεις καλλίτερα.
Η Διαλεχτή ήτο αγαθωτάτης ψυχής νέα, ουδέποτε ηδύνατο να φαντασθή ή να υποπτεύση κακό τι.
Η «Υπηρέτρα» είναι ένα μικρό χριστουγεννιάτικο διήγημα. Πρόσωπα της ιστορίας ο μπαρμπα-Διόμας που είχε μια σαπισμένη βάρκα, την «Υπηρέτρα» και η Ουρανιώ, η κόρη του. Μοναδικό στήριγμα της στη ζωή ήταν ο πατέρας της, καθώς είχε χάσει την μητέρα της. Το χριστουγεννιάτικο βράδυ, όπως κάθε βράδυ, η κόρη του τον περίμενε να γυρίσει στο σπίτι, όμως εκείνος αργούσε. Έτσι, αραφόρτωσε την παλιόβαρκα με χριστουγεννιάτικες προμήθειες, έβαλε ένα γαϊδουράκι στη μέση, αυτό κλώτσησε, το μαδέρι έσπασε και η βάρκα πλημμύρισε. Η Ουρανιώ τρόμαξε και βγήκε στην ταράτσα. Οι γείτονες πήγαιναν στην εκκλησία. Τελικά, ο πατέρας της σώθηκε από ένα πλοίο που έτυχε να πλησιάζει την περιοχή που είχε ναυαγήσει και επιστρέφει σώος στο σπίτι.
Το ναυάγιο του Διόμα παίρνει δραματικό χαρακτήρα από τη μορφή της Ουρανιώς, που περιμένει τον πατέρα της στη μοναξιά και στην ορφάνια της να γυρίσει με τις φτωχικές του προμήθειες, για να γιορτάσουν στο φτωχοκάλυβο μαζί τα Χριστούγεννα. Αποτελεί ένα ακόμη διήγημα με φόντο το νησιώτικο περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και μας παρουσιάζει γυναίκες, παιδιά και άντρες από το νησί του και τις καθημερινές τους δραστηριότητες.
Το διήγημα «Η Χτυπημένη» έχει βασικό χαρακτήρα την γραιά Παντελού, η οποία φροντίζει την νύφη της που ασθενεί. Διήγημα ψυχογραφικό με βαθύ δραματισμό. «Η χτυπημένη» είναι ένα από τα δραματικότερα διηγήματα του Παπαδιαμάντη. Ένα έργο με αδρούς χαρακτήρες που έρχονται αντιμέτωποι με τη δυστυχία. Η πεθερά της την αγαπάει θανάσιμα και την αποξενώνει από τους δικούς της και από τους γιατρούς. Είναι φανερό πως ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης σε αυτή του τη σύνθεση θέλει να «χτυπήσει» τις κομπογιαννίτισσες ψευτογιατρίνες, τη δεισιδαιμονία και τις προλήψεις.
«Οι γιατροί δεν ξέρουνε τι τους γίνεται, καλλίτερα τα καταφέρνουν οι γυναίκες. Με τα ψευτογιατρικά είδαμε πολλούς να γιατρευτούνε»
«Η Σταχομαζώχτρα» ανήκει στη κατηγορία διηγημάτων της ηθογραφικής περιόδου του έργου του Παπαδιαμάντη. Πρόκειται για ένα κοινωνικό διήγημα που μας δίνει το δράμα της μεγάλης φτώχειας. Τα παιδιά της Αχτίτσας φεύγουν στη ξενιτιά, η κόρης της πεθαίνει και τις αφήνει δυο ορφανά. Η Αχτίτσα ξενοδουλεύει και αγωνίζεται για να τα θρέψει. Μια χρονιά πέφτει βαρυχειμωνιά, τα παιδιά πεινούν. Το πρωί της παραμονής των Χριστουγέννων της φέρνουν ένα γράμμα και μια επιταγή από τον ξενιτεμένο της γιο. Πηγαίνει στον έμπορο και τοκογλύφο κυρ-Μαργαρίτη για να εξαργυρώσει την επιταγή, εκεί της ζητά τα χρήματα της επιταγής λόγω ανύπαρκτων χρεών. Η προσπάθεια του αποτυγχάνει και έτσι η Αχτίτσα ντύνει τα ορφανά, ψωνίζει και γιορτάζει τα Χριστούγεννα.
Η Θοδώρα με τον άντρα της, τον μπαρμπα-Στέργιο μεγαλώνουν το μοναχοπαίδι τους, τον Λευθέρην και ζουν με τον φόβο τη απώλειας, αφού έχουν ήδη χάσει δυο παιδιά στο παρελθόν. Το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς το παιδί αρρωσταίνει θορυβώντας τους γονείς του. Ο πατέρας του ψάχνει έναν γιατρό να βοηθήσει το παιδί τους διακινδυνεύοντας την ζωή του, καθώς επικρατεί χιονοθύελλα. Αφού τελικά βρίσκει τον γιατρό στο καφενείο να παίζει χαρτιά και να πίνει, αντιμετωπίζει την αρνητική διάθεση του γιατρού να πάνε στο σπίτι λόγω του χιονιά. Στο διήγημα αυτό ανιχνεύουμε την ικανότητα του Παπαδιαμάντη να σκιαγραφεί το σκληρό πρόσωπο της ελληνικής φύσης, στοιχείο που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας.
Το διήγημα «Στο Χριστό στο Κάστρο» τοποθετείται χρονικά την παραμονή των Χριστουγέννων. Ο παπα-Φραγκούλης μαζί με συγγενείς και συγχωριανούς του, αποφασίζει να βοηθήσει δυο συνανθρώπους του που έχουν εγκλωβιστεί στο Κάστρο λόγω των άσχημων καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν. Με αφορμή την απόφαση αυτή εκπληρώνει το τάμα της λειτουργίας της εκκλησίας εκεί. Πρόκειται για ένα έργο που διαπνέεται από βαθιά θρησκευτικότητα. Επίσης, υπάρχει πολύτιμο λαογραφικό υλικό, καθώς παρακολουθούμε τη ζωή των ανθρώπων της υπαίθρου, τα ήθη και έθιμα του τόπου. «Στο Χριστό στο Κάστρο» οι φυσικές δυνάμεις αντιστρατεύονται σε ηθικές, η βαρυχειμωνιά ορθώνεται αντιμέτωπη στο χρέος. Η περιγραφή της φουρτούνας και του κινδύνου μέσα στα μαινόμενα στοιχεία μέσα στη χριστουγεννιάτικη νυχτα είναι δραματική.
Ο παπα-Φραγκούλης εστέναξεν, ως να ώκτειρε την ιδιοτέλειαν και μικροψυχίαν, ής ζώσα ηχώ εγίνετο ο Πανάγος.
«Και τί θα πάθουνε, το κάτω κάτω;» επανέλαβεν, ως διά ν ανάπαυση την συνείδησίν του, ο μαραγκός. «Νά, θα είναι χωμένοι σε καμμία σπηλιά, τσακμάκι θα χουν μαζί τους, ξύλα μπόλικα. Μακάρι να μου χε κι εμέ η Πανάγαινα απόψε στην παραστιά μου τη φωτιά πού θεν έχουν αυτοί. Για μία βδομάδα πάντα, θα είχανε κουμπάνια, και δεν είναι παραπαν από πέντε μέρες πού αγρίεψε ο χειμώνας».
«Να πήγαινε τώρα κανένας να λειτουργήση το Χριστό στο Κάστρο» επανέλαβεν ο ιερεύς, «θά είχε διπλό μισθό, πού θα τους έφερνε κι αυτούς βοήθεια. Πέρσυ πού ήταν ελαφρότερος ο χειμώνας, δεν πήγαμε. Φέτος πού είναι βαρύς…»
«Τα Χριστούγεννα του τεμπέλη» είναι ένα διήγημα με κεντρικό πρόσωπο τον μαστρο-Παύλο, που δεν του αρέσει η δουλειά. Την παραμονή των Χριστουγέννων, διωγμένος από το σπίτι του, μετανιώνει που δεν πήγε να δουλέψει και να ψωνίσει για το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Τότε συναντά την ευκαιρία και ένα μπακαλόπαιδο που έψαχνε έναν άγνωστο να του παραδώσει την γαλοπούλα. Ο μαστρο-Παύλος τον κατευθύνει στο σπίτι του. Η οικογένεια του έπειτα αντιμετωπίζει την οργή εκείνων που είχαν αγοράσει τη γαλοπούλα, νιώθοντας ντροπή για την πράξη του μαστρο-Παύλου. Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης παρουσιάζει τη μικρή ζωή του τόπου του και δίνει λεπτομέρειες για μίζερη ζωή και την απομόνωση. Γενικότερα, επικρατεί η έννοια της «μικρής κοινωνίας» του Παπαδιαμάντη, όπως και ο επαρχιωτισμός, το κουτσομπολιό, η διαβολή.
Η θέση του Παπαδιαμάντη είναι μέσα στον λαό. Ταπεινός με τους ταπεινούς, φτωχός και βασανισμένος μέσα στους απόκληρους της τύχης. Η χαρτοπαιξία, η πολιτική διαφθορά, η εγκατάλειψη, η εκμετάλλευση, η τοκογλυφία διαφθείρουν τον λαό.
–Ξέρεις, πατριώτη, του λόγου σου, που είναι εδώ χάμου το σπίτι του κυρ-Θανάση του Μπελιοπούλου; -Του κυρ-Θανάση του Μπε… Αστραπή, ως ιδέα, έλαμψεν εις το πνεύμα του Παύλου. -Μούπε τον αριθμό και το εξέχασα τώρα γρήγορα έπιασε σπίτι εδώ χάμου, σ’ αυτόν το δρόμο… τον είχα μουστερή από πρώτα… μπροστήτερα καθότανε παρά πέρα, στο Γεράνι.
-Του κυρ-Θανάση του Μπελιοπούλου! αυτοσχεδίασε ο μαστρο-Παύλος να, εδώ είναι το σπίτι του. Να φωνάξης την κυρα-Παύλαινα, μέσα στην κάτω κάμαρα, στο ισόγειο… αυτή είναι η νοικοκυρά του… πως να πώ; είναι
η γενειά του… τη έχει λύσε-δέσε, σ’ όλα τα πάντα… οικονόμισσα στο νοικοκυριό του… είναι κουνιάδα του… μαθές θέλω να πω, ανιψιά του… φώναξέ την και δώσε της τα ψώνια.
Ο «Αμερικανός» είναι ένα σπαραχτικό δράμα της ξενιτιάς. Ο μύθος αποδίδει σε βάθος την ελληνική, νησιώτικη ζωή. Ο Μοθωνιός βιώνει τις συνέπειες της σκληρής μοίρας του ξενιτεμένου, φεύγει μικρός και γυρίζει σαν ξένος στο νησί του ψάχνοντας το σπίτι που μεγάλωσε. Είναι ένα από τα διηγήματα του Παπαδιαμάντη που λειτουργούν ως μνημεία λαϊκού λόγου, αυτούσια έθιμα, τραγούδια, παραδόσεις, παροιμίες. Ο Παπαδιαμάντης δεν ακολούθησε τη λαογραφική συλλεκτική μανία της γενιάς του, γιατί μίλησε με το στόμα και την ψυχή του λαού.
Τὸ σύντομο βιογραφικὸ ποὺ ἔφτιαξε ὁ ἴδιος ὁ πεζογράφος γιὰ τὸν ἑαυτό του κατὰ παράκληση τοῦ Γιάννη Βλαχογιάννη ἀναφέρει ὅτι:
Ἐγεννήθην ἐν Σκιάθῳ τῇ 4ῃ Μαρτίου 1851. Ἐβγῆκα ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸν Σχολεῖον εἰς τὰ 1863, ἀλλὰ μόνον τῷ 1867 ἐστάλην εἰς τὸ Γυμνάσιον Χαλκίδος, ὅπου ἤκουσα τὴν Α´ καὶ Β´ τάξιν. Τῇ Γ´ ἐμαθήτευσα εἰς Πειραιᾶ, εἶτα διέκοψα τὰς σπουδάς μου καὶ ἔμεινα εἰς τὴν πατρίδα. Κατὰ τὸν Ἰούλιο τοῦ 1872 ἐπῆγα εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος χάριν προσκυνήσεως, ὅπου ἔμεινα ὀλίγους μῆνας. Τῷ 1873 ἦλθα εἰς Ἀθήνας καὶ ἐφοίτησα εἰς τὴν Δ´ τοῦ Βαρβακείου. Τῷ 1874 ἐνεγράφην εἰς τὴν Φιλοσοφικὴν Σχολὴν ὅπου ἤκουσα κατ᾿ ἐκλογὴν ὀλίγα μαθήματα φιλολογικά, κατ᾿ ἰδίαν δὲ ἠσχολούμην εἰς τὰς ξένας γλώσσας.
Μικρὸς ἐζωγράφιζα Ἅγίους, εἶτα ἔγραφα στίχους, κι ἐδοκίμαζα νἀ συντάξω κωμωδίας. Τῷ 1868 ἐπεχείρησα νὰ γράψω μυθιστόρημα. Τῷ 1879 ἐδημοσιεύθη ἡ «Μετανάστις» ἔργον μου, εἰς τὸν «Νεολόγον» Κωνσταντινουπόλεως. Τῷ 1881 ἓν θρησκευτικὸν ποιημάτιον εἰς τὸ περιοδικὸν «Σωτῆρα». Τῷ 1882 ἐδημοσιεύθησαν «Οἱ Ἔμποροι τῶν ἐθνῶν» εἰς τὸ «Μὴ χάνεσαι». Ἀργότερα ἔγραψα περὶ τὰ ἑκατὸν διηγήματα, δημοσιευθέντα εἰς διάφορα περιοδικὰ καὶ ἐφημερίδες. Α.Π.
«Χριστόψωμο»
Το πρώτο του διήγημα, «Χριστόψωμο», δημοσιεύτηκε στην «Εφημερίς» το 1887. Κεντρική ηρωίδα είναι μια κακή πεθερά, όπως την χαρακτηρίζει και ο ίδιος ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Η κακή πεθερά σχεδίασε και προσπάθησε να δηλητηριάσει τη νύφη της, επειδή αδυνατούσε να τεκνοποιήσει. Παρά τα σχέδια της, ο γιος της έφαγε το δηλητηριασμένο χριστόψωμο.
Μέσα από το διήγημα αυτό απεικονίζονται τα ήθη και τα έθιμα, οι άνθρωποι της υπαίθρου και η καθημερινότητά τους. Παράλληλα, διαφαίνεται η ικανότητα του Παπαδιαμάντη να διεισδύει στον εσωτερικό κόσμο των ηρώων του. Επιπλέον, συναντάμε και το στοιχείο της νησιώτικης ζωής, και ειδικότερα της θάλασσας, καθώς ο γιος της άστοργης πεθεράς και ακούσας παιδοκτόνου ήταν ναυτικός.
Και ου μόνον, τούτο, αλλά τη προσέφερε και εν χριστόψωμο.
– Το ζύμωσα μοναχή μου, είπεν η θειά Καντάκαινα, με γεια να το φας.
– Θα το φυλάξω ως τα Φώτα, διά ν’ αγιασθή, παρετήρησεν η νύμφη.
– Όχι, όχι, είπε μετ’ αλλοκότου σπουδής η γραία, το δικό της φυλάει η κάθε μια νοικοκυρά διά τα Φώτα, το πεσκέσι τρώγεται.
– Καλά, απήντησεν ηρέμα η Διαλεχτή, του λόγου σου ξέρεις καλλίτερα.
Η Διαλεχτή ήτο αγαθωτάτης ψυχής νέα, ουδέποτε ηδύνατο να φαντασθή ή να υποπτεύση κακό τι.
«Υπηρέτρα», διήγημα επί τη εορτή των Χριστουγέννων
Η «Υπηρέτρα» είναι ένα μικρό χριστουγεννιάτικο διήγημα. Πρόσωπα της ιστορίας ο μπαρμπα-Διόμας που είχε μια σαπισμένη βάρκα, την «Υπηρέτρα» και η Ουρανιώ, η κόρη του. Μοναδικό στήριγμα της στη ζωή ήταν ο πατέρας της, καθώς είχε χάσει την μητέρα της. Το χριστουγεννιάτικο βράδυ, όπως κάθε βράδυ, η κόρη του τον περίμενε να γυρίσει στο σπίτι, όμως εκείνος αργούσε. Έτσι, αραφόρτωσε την παλιόβαρκα με χριστουγεννιάτικες προμήθειες, έβαλε ένα γαϊδουράκι στη μέση, αυτό κλώτσησε, το μαδέρι έσπασε και η βάρκα πλημμύρισε. Η Ουρανιώ τρόμαξε και βγήκε στην ταράτσα. Οι γείτονες πήγαιναν στην εκκλησία. Τελικά, ο πατέρας της σώθηκε από ένα πλοίο που έτυχε να πλησιάζει την περιοχή που είχε ναυαγήσει και επιστρέφει σώος στο σπίτι.
Το ναυάγιο του Διόμα παίρνει δραματικό χαρακτήρα από τη μορφή της Ουρανιώς, που περιμένει τον πατέρα της στη μοναξιά και στην ορφάνια της να γυρίσει με τις φτωχικές του προμήθειες, για να γιορτάσουν στο φτωχοκάλυβο μαζί τα Χριστούγεννα. Αποτελεί ένα ακόμη διήγημα με φόντο το νησιώτικο περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και μας παρουσιάζει γυναίκες, παιδιά και άντρες από το νησί του και τις καθημερινές τους δραστηριότητες.
Η Χτυπημένη
Το διήγημα «Η Χτυπημένη» έχει βασικό χαρακτήρα την γραιά Παντελού, η οποία φροντίζει την νύφη της που ασθενεί. Διήγημα ψυχογραφικό με βαθύ δραματισμό. «Η χτυπημένη» είναι ένα από τα δραματικότερα διηγήματα του Παπαδιαμάντη. Ένα έργο με αδρούς χαρακτήρες που έρχονται αντιμέτωποι με τη δυστυχία. Η πεθερά της την αγαπάει θανάσιμα και την αποξενώνει από τους δικούς της και από τους γιατρούς. Είναι φανερό πως ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης σε αυτή του τη σύνθεση θέλει να «χτυπήσει» τις κομπογιαννίτισσες ψευτογιατρίνες, τη δεισιδαιμονία και τις προλήψεις.
«Οι γιατροί δεν ξέρουνε τι τους γίνεται, καλλίτερα τα καταφέρνουν οι γυναίκες. Με τα ψευτογιατρικά είδαμε πολλούς να γιατρευτούνε»
Η Σταχομαζώχτρα
«Η Σταχομαζώχτρα» ανήκει στη κατηγορία διηγημάτων της ηθογραφικής περιόδου του έργου του Παπαδιαμάντη. Πρόκειται για ένα κοινωνικό διήγημα που μας δίνει το δράμα της μεγάλης φτώχειας. Τα παιδιά της Αχτίτσας φεύγουν στη ξενιτιά, η κόρης της πεθαίνει και τις αφήνει δυο ορφανά. Η Αχτίτσα ξενοδουλεύει και αγωνίζεται για να τα θρέψει. Μια χρονιά πέφτει βαρυχειμωνιά, τα παιδιά πεινούν. Το πρωί της παραμονής των Χριστουγέννων της φέρνουν ένα γράμμα και μια επιταγή από τον ξενιτεμένο της γιο. Πηγαίνει στον έμπορο και τοκογλύφο κυρ-Μαργαρίτη για να εξαργυρώσει την επιταγή, εκεί της ζητά τα χρήματα της επιταγής λόγω ανύπαρκτων χρεών. Η προσπάθεια του αποτυγχάνει και έτσι η Αχτίτσα ντύνει τα ορφανά, ψωνίζει και γιορτάζει τα Χριστούγεννα.
Ο πολιτισμός εις το χωριόν
Η Θοδώρα με τον άντρα της, τον μπαρμπα-Στέργιο μεγαλώνουν το μοναχοπαίδι τους, τον Λευθέρην και ζουν με τον φόβο τη απώλειας, αφού έχουν ήδη χάσει δυο παιδιά στο παρελθόν. Το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς το παιδί αρρωσταίνει θορυβώντας τους γονείς του. Ο πατέρας του ψάχνει έναν γιατρό να βοηθήσει το παιδί τους διακινδυνεύοντας την ζωή του, καθώς επικρατεί χιονοθύελλα. Αφού τελικά βρίσκει τον γιατρό στο καφενείο να παίζει χαρτιά και να πίνει, αντιμετωπίζει την αρνητική διάθεση του γιατρού να πάνε στο σπίτι λόγω του χιονιά. Στο διήγημα αυτό ανιχνεύουμε την ικανότητα του Παπαδιαμάντη να σκιαγραφεί το σκληρό πρόσωπο της ελληνικής φύσης, στοιχείο που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας.
Στο Χριστό στο Κάστρο, Χριστουγεννιάτικο διήγημα
Το διήγημα «Στο Χριστό στο Κάστρο» τοποθετείται χρονικά την παραμονή των Χριστουγέννων. Ο παπα-Φραγκούλης μαζί με συγγενείς και συγχωριανούς του, αποφασίζει να βοηθήσει δυο συνανθρώπους του που έχουν εγκλωβιστεί στο Κάστρο λόγω των άσχημων καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν. Με αφορμή την απόφαση αυτή εκπληρώνει το τάμα της λειτουργίας της εκκλησίας εκεί. Πρόκειται για ένα έργο που διαπνέεται από βαθιά θρησκευτικότητα. Επίσης, υπάρχει πολύτιμο λαογραφικό υλικό, καθώς παρακολουθούμε τη ζωή των ανθρώπων της υπαίθρου, τα ήθη και έθιμα του τόπου. «Στο Χριστό στο Κάστρο» οι φυσικές δυνάμεις αντιστρατεύονται σε ηθικές, η βαρυχειμωνιά ορθώνεται αντιμέτωπη στο χρέος. Η περιγραφή της φουρτούνας και του κινδύνου μέσα στα μαινόμενα στοιχεία μέσα στη χριστουγεννιάτικη νυχτα είναι δραματική.
Ο παπα-Φραγκούλης εστέναξεν, ως να ώκτειρε την ιδιοτέλειαν και μικροψυχίαν, ής ζώσα ηχώ εγίνετο ο Πανάγος.
«Και τί θα πάθουνε, το κάτω κάτω;» επανέλαβεν, ως διά ν ανάπαυση την συνείδησίν του, ο μαραγκός. «Νά, θα είναι χωμένοι σε καμμία σπηλιά, τσακμάκι θα χουν μαζί τους, ξύλα μπόλικα. Μακάρι να μου χε κι εμέ η Πανάγαινα απόψε στην παραστιά μου τη φωτιά πού θεν έχουν αυτοί. Για μία βδομάδα πάντα, θα είχανε κουμπάνια, και δεν είναι παραπαν από πέντε μέρες πού αγρίεψε ο χειμώνας».
«Να πήγαινε τώρα κανένας να λειτουργήση το Χριστό στο Κάστρο» επανέλαβεν ο ιερεύς, «θά είχε διπλό μισθό, πού θα τους έφερνε κι αυτούς βοήθεια. Πέρσυ πού ήταν ελαφρότερος ο χειμώνας, δεν πήγαμε. Φέτος πού είναι βαρύς…»
Τα Χριστούγεννα του τεμπέλη
«Τα Χριστούγεννα του τεμπέλη» είναι ένα διήγημα με κεντρικό πρόσωπο τον μαστρο-Παύλο, που δεν του αρέσει η δουλειά. Την παραμονή των Χριστουγέννων, διωγμένος από το σπίτι του, μετανιώνει που δεν πήγε να δουλέψει και να ψωνίσει για το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Τότε συναντά την ευκαιρία και ένα μπακαλόπαιδο που έψαχνε έναν άγνωστο να του παραδώσει την γαλοπούλα. Ο μαστρο-Παύλος τον κατευθύνει στο σπίτι του. Η οικογένεια του έπειτα αντιμετωπίζει την οργή εκείνων που είχαν αγοράσει τη γαλοπούλα, νιώθοντας ντροπή για την πράξη του μαστρο-Παύλου. Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης παρουσιάζει τη μικρή ζωή του τόπου του και δίνει λεπτομέρειες για μίζερη ζωή και την απομόνωση. Γενικότερα, επικρατεί η έννοια της «μικρής κοινωνίας» του Παπαδιαμάντη, όπως και ο επαρχιωτισμός, το κουτσομπολιό, η διαβολή.
Η θέση του Παπαδιαμάντη είναι μέσα στον λαό. Ταπεινός με τους ταπεινούς, φτωχός και βασανισμένος μέσα στους απόκληρους της τύχης. Η χαρτοπαιξία, η πολιτική διαφθορά, η εγκατάλειψη, η εκμετάλλευση, η τοκογλυφία διαφθείρουν τον λαό.
–Ξέρεις, πατριώτη, του λόγου σου, που είναι εδώ χάμου το σπίτι του κυρ-Θανάση του Μπελιοπούλου; -Του κυρ-Θανάση του Μπε… Αστραπή, ως ιδέα, έλαμψεν εις το πνεύμα του Παύλου. -Μούπε τον αριθμό και το εξέχασα τώρα γρήγορα έπιασε σπίτι εδώ χάμου, σ’ αυτόν το δρόμο… τον είχα μουστερή από πρώτα… μπροστήτερα καθότανε παρά πέρα, στο Γεράνι.
-Του κυρ-Θανάση του Μπελιοπούλου! αυτοσχεδίασε ο μαστρο-Παύλος να, εδώ είναι το σπίτι του. Να φωνάξης την κυρα-Παύλαινα, μέσα στην κάτω κάμαρα, στο ισόγειο… αυτή είναι η νοικοκυρά του… πως να πώ; είναι
η γενειά του… τη έχει λύσε-δέσε, σ’ όλα τα πάντα… οικονόμισσα στο νοικοκυριό του… είναι κουνιάδα του… μαθές θέλω να πω, ανιψιά του… φώναξέ την και δώσε της τα ψώνια.
Ο Αμερικανός
Ο «Αμερικανός» είναι ένα σπαραχτικό δράμα της ξενιτιάς. Ο μύθος αποδίδει σε βάθος την ελληνική, νησιώτικη ζωή. Ο Μοθωνιός βιώνει τις συνέπειες της σκληρής μοίρας του ξενιτεμένου, φεύγει μικρός και γυρίζει σαν ξένος στο νησί του ψάχνοντας το σπίτι που μεγάλωσε. Είναι ένα από τα διηγήματα του Παπαδιαμάντη που λειτουργούν ως μνημεία λαϊκού λόγου, αυτούσια έθιμα, τραγούδια, παραδόσεις, παροιμίες. Ο Παπαδιαμάντης δεν ακολούθησε τη λαογραφική συλλεκτική μανία της γενιάς του, γιατί μίλησε με το στόμα και την ψυχή του λαού.
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Τὸ σύντομο βιογραφικὸ ποὺ ἔφτιαξε ὁ ἴδιος ὁ πεζογράφος γιὰ τὸν ἑαυτό του κατὰ παράκληση τοῦ Γιάννη Βλαχογιάννη ἀναφέρει ὅτι:
Ἐγεννήθην ἐν Σκιάθῳ τῇ 4ῃ Μαρτίου 1851. Ἐβγῆκα ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸν Σχολεῖον εἰς τὰ 1863, ἀλλὰ μόνον τῷ 1867 ἐστάλην εἰς τὸ Γυμνάσιον Χαλκίδος, ὅπου ἤκουσα τὴν Α´ καὶ Β´ τάξιν. Τῇ Γ´ ἐμαθήτευσα εἰς Πειραιᾶ, εἶτα διέκοψα τὰς σπουδάς μου καὶ ἔμεινα εἰς τὴν πατρίδα. Κατὰ τὸν Ἰούλιο τοῦ 1872 ἐπῆγα εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος χάριν προσκυνήσεως, ὅπου ἔμεινα ὀλίγους μῆνας. Τῷ 1873 ἦλθα εἰς Ἀθήνας καὶ ἐφοίτησα εἰς τὴν Δ´ τοῦ Βαρβακείου. Τῷ 1874 ἐνεγράφην εἰς τὴν Φιλοσοφικὴν Σχολὴν ὅπου ἤκουσα κατ᾿ ἐκλογὴν ὀλίγα μαθήματα φιλολογικά, κατ᾿ ἰδίαν δὲ ἠσχολούμην εἰς τὰς ξένας γλώσσας.
Μικρὸς ἐζωγράφιζα Ἅγίους, εἶτα ἔγραφα στίχους, κι ἐδοκίμαζα νἀ συντάξω κωμωδίας. Τῷ 1868 ἐπεχείρησα νὰ γράψω μυθιστόρημα. Τῷ 1879 ἐδημοσιεύθη ἡ «Μετανάστις» ἔργον μου, εἰς τὸν «Νεολόγον» Κωνσταντινουπόλεως. Τῷ 1881 ἓν θρησκευτικὸν ποιημάτιον εἰς τὸ περιοδικὸν «Σωτῆρα». Τῷ 1882 ἐδημοσιεύθησαν «Οἱ Ἔμποροι τῶν ἐθνῶν» εἰς τὸ «Μὴ χάνεσαι». Ἀργότερα ἔγραψα περὶ τὰ ἑκατὸν διηγήματα, δημοσιευθέντα εἰς διάφορα περιοδικὰ καὶ ἐφημερίδες. Α.Π.
Βιβλιογραφικές αναφορές:
- Τα Χριστουγεννιάτικα τα Πρωτοχρονιάτικα και των Φώτων, Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Εισαγωγικό Σημείωμα Χαράλαμπος Κωνσταντέλλιας, εκδόσεις Πατάκη
- Παπαδιαμάντης, η Ζωή-το έργο-η εποχή του, Γ. Βαλέτα, εκδόση του «ΒΙΒΛΙΟΥ» 1956
- Παπαδιαμαντικά, Π.Δ Μαστροδημήτρης, Εκδόσεις Δόμος, 2006
- Ἑταιρεία Παπαδιαμαντικῶν Σπουδῶν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου